Με απλά λόγια, μισώ όλους τους Θεούς: Panathinaikos BC 2020/21

Δεν ξέρω πόσοι θα αναγνωρίσουν στο τσιτάτο του τίτλου τη φράση του Αισχύλου στον Προμηθέα δεσμώτη (ἁπλῷ λόγῳ τοὺς πάντας ἐχθαίρω θεούς).

Είμαι όμως σίγουρος ότι λίγοι γνωρίζουν ότι αυτήν την φράση επέλεξε κάποτε ως τσιτάτο της διδακτορικής του εργασίας ο νεαρός Καρλ Μαρξ.

Το διδακτορικό του Μαρξ κατατέθηκε στο πανεπιστήμιο της Jena το 1841 και το θέμα του, οι διάφορες της δημοκρίτειας με την επικούρεια φυσική φιλοσοφία, λίγη σχέση είχε με τον καπιταλισμό και την οικονομία.

Περίπου δυόμιση δεκαετίες αργότερα ωστόσο, το 1867, ο Μαρξ  θα επιβεβαίωνε «το μίσος του προς τους Θεούς» εκδίδοντας τον πρώτο τόμο του Κεφαλαίου.

Το διασημότερο έργο του δεν ήταν τίποτε άλλο από μία αδυσώπητη κριτική του απόλυτου Θεού της σύγχρονης εποχής, του Καπιταλισμού, και του αρχιερέα του, του χρήματος.

Αν αναρωτιέστε τι σχέση μπορούν να έχουν όλα αυτά με τον πτωχευμένο Παναθηναϊκό του 2020, η απάντηση, όπως και ο διάολος, κρύβεται στις λεπτομέρειες.

Στη βάση της λειτουργίας του Καπιταλισμού βρίσκεται η μετατροπή του προϊόντος σε εμπόρευμα.

Το βασικό μέσο για τη μετατροπή αυτή είναι το χρήμα που διαχωρίζει το προϊόν από τα χαρακτηριστικά του.

Για να το πω απλοϊκά: το προϊόν Sant-Roos έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που όμως αλλιώς τα κοστολογεί και τα πληρώνει η ΤΣΣΚΑ και αλλιώς ο Παναθηναϊκός.

Διότι πολύ απλά η ΤΣΣΚΑ και ο Παναθηναϊκός έχουν διαφορετική οικονομική δυνατότητα και ως εκ τούτου δίνουν διαφορετική χρηματική αξία στο εμπόρευμα Σαντ-Ρος, όταν ενδιαφέρονται για αυτό.

Ας γυρίσουμε όμως πάλι στον θείο Κάρολο και μέσω αυτού στον φετινό Παναθηναϊκό.

Η βάση της μαρξικής φιλοσοφίας είναι η αντιστροφή της χεγκελιανής σκέψης, την οποία ο Μαρξ επιτυγχάνει μεταφέροντας το επίκεντρο της ανάλυσης από το αφηρημένο (πνεύμα) στο συγκεκριμένο (ύλη).

Για να κατανοήσει κανείς τον κόσμο πρέπει να κατανοήσει την υλική του βάση και πως αυτή λειτουργεί.

Ο φετινός Παναθηναϊκός λοιπόν είναι ο πιο μαρξικός Παναθηναϊκός όλων των εποχών.

Aπαλλαγμένος από Θεούς και δαίμονες έκανε την ανάγκη φιλότιμο και για πρώτη φορά μετά από πάρα πολλά χρόνια βγήκε στην αγορά με το μάτι στραμμένο στο προϊόν και όχι στο εμπόρευμα.

Είναι ένας Παναθηναϊκός που επιτέλους αρχίζει να κατανοεί πως θα ‘πρεπε να λειτουργεί ο δικός του μπασκετικός κόσμος εδώ και χρόνια

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.

Ding dong! The witch is gone

Αν πριν δέκα χρόνια κάποιος μας έλεγε ότι η στιγμή της αποχώρησης της οικογένειας Γιαννακόπουλου από την ομάδα θα ήταν μια στιγμή λύτρωσης, σίγουρα θα τον περνούσαμε για τρελό.

Ποτέ μη λες ποτέ όμως!

H πλειοψηφία των πράσινων οπαδών νιώθει ανακουφισμένη από τη στιγμή που ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος ανακοίνωσε την αποχώρηση του από τη διοίκηση της ομάδας και την έβαλε προς πώληση.

Εδώ ωστόσο είναι ανάγκη να διευκρινίσουμε κάτι. Οι οικογένειες συνήθως αντιμετωπίζονται ως ένα ενιαίο πράγμα, αλλά δεν είναι.

Ο κόσμος του ΠΑΟ δεν είναι ανακουφισμένος γιατί έφυγαν οι Γιαννακόπουλοι από την ομάδα γενικά και αόριστα. Είναι ανακουφισμένος γιατί έφυγε ένας συγκεκριμένος Γιαννακόπουλος.

Ένας άνθρωπος που πολύ λίγη σχέση είχε με τους προκατόχους του από την ίδια οικογένεια.

Ο Δημήτρης δεν ήταν ούτε Θανάσης, ούτε πολύ περισσότερο Παύλος

Η βασική και τεράστια διαφορά ανάμεσά τους είναι ότι οι δύο τελευταίοι δεν έβαλαν ποτέ την προσωπική τους προβολή και τα καπρίτσια τους πάνω από την ομάδα.

Την υπηρέτησαν και την αγάπησαν αγνά, χωρίς καμία υστεροβουλία.

Αυτό τους καθιστά μοναδικούς και αξεπέραστους.

Αντίθετα, ο διάδοχός τους τη χρησιμοποίησε για να προβάλει με κάθε τρόπο την αμετροεπή δημόσια περσόνα του και για αυτόν τον λόγο, παρά τα σημαντικά ποσά που δαπάνησε για τα δύσκολα δεδομένα της Ελλάδας της κρίσης, στο τέλος της έκανε περισσότερο κακό παρά καλό.

Αυτός είναι και ο λόγος που η δική του εποχή θα περάσει πολύ γρήγορα στη λήθη και θα φέρει πάντα αρνητικό πρόσημο.

Δεν είναι οι ευρωπαϊκοί τίτλοι μόνο που κάνουν τη διαφορά, είναι πρωτίστως η αγνή και άδολη αγάπη για την ομάδα.

Αυτή εντέλει είναι που ανταμείβεται με τίτλους, όταν έχεις χρήμα να σκορπίσεις.

Καλό θα είναι ωστόσο να έχουμε στο πίσω μέρος του μυαλού μας ότι η εποχή του ΔΓ μπορεί να φαίνεται ότι φτάνει στο τέλος της, αλλά τίποτε δεν είναι οριστικό ακόμα.

Μέχρι να βρεθεί αγοραστής και να αλλάξουν χέρια οι μετοχές, θα υπάρχει πάντα ο φόβος και ο κίνδυνος ο ιδιοκτήτης της ΚΑΕ να κάνει ακόμα μία από τις γνωστές κωλοτούμπες του και να επανέλθει πλήρως στη διοικητική δράση με όλες τις καταστροφικές συνέπειες που συνεπάγεται μια τέτοια εξέλιξη.

Αυτό κατά τη γνώμη μου είναι κάτι που ο κόσμος του Παναθηναϊκού πρέπει να εμποδίσει ενώνοντας τη φωνή του.

Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος πρέπει να λάβει ξεκάθαρα το μήνυμα ότι είναι ανεπιθύμητος πλέον στις τάξεις του μπασκετικού Παναθηναϊκού.

Παρά τις μεγάλες οικονομικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο σύλλογος από το καλοκαίρι και μετά, ο αέρας αξιοπρέπειας και εξορθολογισμού που έπνευσε ούριος στις τάξεις της ομάδας με τους Φραγκίσκο Αλβέρτη και Δημήτρη Διαμαντίδη στο διοικητικό τιμόνι δεν αφήνει καμία αμφιβολία για την αδήρητη ανάγκη να μην υπάρξει κανένα πισωγύρισμα στην προηγούμενη άρρωστη κατάσταση.

Το πόσο άρρωστη ήταν αυτή η κατάσταση γίνεται σαφές αν ρίξει κανείς μια ματιά τόσο στον τρόπο που λειτούργησε η ομάδα στο μεταγραφικό παζάρι με λειψά μέσα, όσο και στην εξομάλυνση των σχέσεων της με την Ευρωλίγκα.

Damn the gods, long live the common heroes  

Ο Παναθηναϊκός του ΔΓ ήταν η ομάδα ενός προέδρου που αντιλαμβανόταν τον εαυτό του ως μικρό Θεό.

Όπου βρισκόταν κι όπου στεκόταν καθιστούσε σαφές με τα λόγια και τις πράξεις του ότι η ομάδα αρχίζει και τελειώνει σε αυτόν.

Για όλα τα καλά ήταν υπεύθυνος ο ίδιος και για όλα τα άσχημα έφταιγαν άλλοι.

Μετά από αυτόν θα ερχόταν το χάος.

Η σωτηρία και το μέλλον της ομάδας εξαρτιόταν από τη δική του καλή θέληση και τη δυνατότητα του να σκορπάει χρήμα, όπως έκρινε αυτός σωστό με βάση τα δικά του προσωπικά γούστα.

Αυτόν τον Παναθηναϊκό αποχαιρετήσαμε τον Ιούνη.

Ο νέος Παναθηναϊκός της μεταβατικής περιόδου στην μετά-ΔΓ εποχή είναι λυτρωτικά διαφορετικός.

Ένας πιο δημοκρατικός Παναθηναϊκός που έχει ανάγκη από την απόλυτη στήριξη της λαϊκής του βάσης για να επιβιώσει.

Μια ομάδα με πολλούς μικρούς ήρωες σε όλα τα επίπεδα, αλλά και με κάποιους εν δυνάμει σουπερ-ήρωες στο παρκέ.

Εκεί που οι ομάδες έχουν πραγματική ανάγκη από τέτοιους.

Ένας Παναθηναϊκός χωρίς Θεούς και δαίμονες να τον καθοδηγούν και να τον τυραννούν που για αυτό μας αρέσει επί της αρχής, ανεξαρτήτως από το τι θα καταφέρει στο παρκέ.

Ο πρώτος μικρός ήρωας του νέου Παναθηναϊκού είναι ο νέος προπονητής του, ο Γιώργος Βόβορας

Με τα παλιά δεδομένα (διοίκηση ΔΓ, μεγαλύτερο μπάτζετ) ήμουν αρνητικός στην ιδέα της πρόσληψης Βοβορα ως πρώτου κόουτς και το είχα γράψει εδώ.

Θεωρούσα ότι με τις τότε συνθήκες θα ήταν λάθος να δοθεί η ηλεκτρική θέση του πράσινου πάγκου σε έναν άπειρο κόουτς και ότι ένα τέτοιο πείραμα θα έκανε περισσότερο κακό παρά καλό τόσο στην ομάδα όσο και την καριέρα του ίδιου του κόουτς.

Οι συνθήκες ωστόσο άλλαξαν δραματικά και η επιλογή Βόβορα έγινε σχεδόν η μόνη βιώσιμη και λογική λύση.

Μια εντελώς νέα ομάδα, με νέο διοικητικό σχήμα, νέα (ισχνά) οικονομικά δεδομένα και εντελώς διαφορετικούς στόχους είχε πλέον τόση ανάγκη έναν νέο, φιλόδοξο άνθρωπο που την γνώριζε από μέσα, όσο την είχε και αυτός για να ξεκινήσει την καριέρα του στο υψηλότερο επίπεδο με δίκαιη αντιμετώπιση.

Αυτή τη στιγμή ο Βόβορας έχει μία εξαιρετική ευκαιρία να δουλέψει ανεπηρέαστος και να δείξει τι μπορεί να κάνει, καθώς έχει πετύχει ίσως τη μοναδική στιγμή στην πρόσφατη ιστορία της ομάδας, όπου ο πήχης των απαιτήσεων στις τάξεις των πράσινων οπαδών είναι τόσο χαμηλά.

Με άλλα λόγια ο Βόβορας έκατσε στην ηλεκτρική καρέκλα του πράσινου πάγκου την κατάλληλη στιγμή, τη σεζόν που έχει γίνει διακοπή ηλεκτρικού ρεύματος.

Ο φετινός Παναθηναϊκός του ισχνού μπάτζετ όχι μόνο δεν μπορεί και δεν δικαιούται να κάνει ουτοπικά όνειρα για F4, αλλά ούτε καν για την οχτάδα

Επιπλέον στο πλαίσιο ενός πρότζεκτ που βασίζεται σε νεαρούς παίκτες και έχει σκοπό να τους αναδείξει για να πάρει εν καιρώ αγωνιστική υπεραξία από αυτούς, κάθε σκέψη για αμφισβήτηση του προπονητή κατά τη διάρκεια της σεζόν φαντάζει αφελής.

Ο Βόβορας εκτός από ελπιδοφόρος και γνώστης της ομάδας είναι και φθηνός, δηλαδή προσιτός για τα νέα οικονομικά δεδομένα της ΚΑΕ.

Σε αυτά τα λεφτά θα είναι αδύνατον να βρεις και να φέρεις έμπειρο προπονητή από το πάνω ράφι, οπότε κάθε κουβέντα αμφισβήτησης της θέσης του κόουτς θα είναι άκυρη εν τη γενέσει της.

Παρότι ήταν οι συγκυρίες που κατέστησαν τον Βόβορα κατάλληλη επιλογή, είναι γεγονός ότι μας εξέπληξε ευχάριστα με την λογική που κινήθηκε στο μεταγραφικό παζάρι.

Ειδικότερα με τις βασικές αρχές που έθεσε στις επιλογές παιχτών, όπως αυτές διαφάνηκαν από τους πρώτους μεταγραφικούς στόχους της ομάδας.

Μπορεί τα οικονομικά δεδομένα να μην επέτρεψαν την απόκτηση όλων αυτών των στόχων, αλλά οι επιλογές δείχνουν μια βαθιά κατανόηση των κυρίαρχων τάσεων στο άθλημα από τον κόουτς που μόνο θετικά μπορεί να αξιολογηθεί.

Προσωπικά μπορώ να εντοπίσω μόνο ένα μεγάλο λάθος στις επιλογές του και αυτό αφορά τη γραμμή των ψηλών.

Με όλη την καλή θέληση απέναντι στη νέα προσπάθεια, μου είναι δύσκολο να κατανοήσω την επιλογή να στελεχωθεί η ομάδα με τρεις σέντερ κανείς από τους οποίους δεν μπορεί να παίξει όχι καλή, αλλά ούτε καν αξιοπρεπή άμυνα στο pnr, δηλαδή στον βασικό τρόπο επίθεσης των περισσότερων ομάδων στο ευρωπαϊκό μπάσκετ.

Με δεδομένη την αδυναμία του Παπαγιάννη σε αυτόν τον τρόπο άμυνας, η επιλογή του Zach Auguste για να τον πλαισιώσει μοιάζει με αυτογκολ.

Ο Auguste είναι ένας παίκτης που έχει βελτιωθεί αρκετά από την πρώτη θητεία του στον Παναθηναϊκό, αλλά αυτή η βελτίωση αφορά κυρίως στο επθετικό του παιχνίδι, στο οποίο επικεντρωνόταν ανέκαθεν το ταλέντο του.

Αμυντικά ωστόσο παραμένει κακός στην αντιμετώπιση του pnr, όπως και στο rim protection.

Η πρόσφατη προσθήκη του τριανταπεντάχρονου Βουγιούκα ως τρίτου σέντερ είναι παντελώς αδιάφορη, καθώς δεν έχει τίποτα να προσφέρει σε αυτόν τον τομέα (είναι χειρότερος και από τους δύο προαναφερθέντες).

Επιπλέον, μάλλον δεν είναι σε θέση πλέον να προσφέρει πράγματα και στην επίθεση σε επίπεδο Ευρωλίγκας.

Θεωρώ ότι ο κόουτς έχει θέσει έναν άλυτο γρίφο στον εαυτό του με την επιλογή Auguste, η οποία δεν δικαιολογείται καν από το ελληνικό διαβατήριο του παίκτη, καθώς η ομάδα έχει 6 ξένους και 10 Έλληνες.

Είναι ξεκάθαρο ότι χώραγε άλλος ένας ξένος αντί ενός Έλληνα.

Η παντελής έλλειψη άμυνας στο pnr από τους ψηλούς θέτει σε αμφισβήτηση και την κίνηση απόκτησης Jackson στον άσσο.

Ο Jackson είναι από τους παίκτες που δεν μου αρέσουν γενικά, ωστόσο βάσει επιθετικών χαρακτηριστικών δεν είναι μακριά από τον βασικό τύπο scoring pg στον οποίο στόχευε ο κόουτς εξαρχής, όπως έδειξαν οι επιλογές των Brown και Laprovittola.

Ως προς αυτό η επιλογή του ως εναλλακτική λύση ανάγκης είχε λογική στο πλαίσιο της προσπάθειας δημιουργίας μιας αθλητικής ομάδας που θα στηρίζεται αρκετά και στην προσωπική φάση.

Είναι ο παίκτης που μπορεί να δει την πάσα, αλλά μπορεί να φτιάξει και το δικό του σουτ, προσφέροντας την εναλλακτική που χρειάζεται μια επίθεση που δεν θα είναι πλέον ασφυκτικά εξαρτημένη από την ικανότητα ενός floor general να βάζει και να βρίσκει τους συμπαίκτες του στη σωστη θέση.

Οι βασικές αδυναμίες του, ωστόσο, είναι ότι λόγω ύψους έχει πρόβλημα απέναντι σε επιθετικές άμυνες και κάνει πολύ εύκολα το λάθος, ενώ στην άμυνα γίνεται στόχος στο ποστ και φυσικά δεν μπορεί να σπάσει σκρην.

Με λίγα λόγια ο ερχομός του Jackson καθιστά ακόμα μεγαλυτερο πρόβλημα την επιλογή Auguste αντί ενός αθλητικού ψηλού που θα έδινε έμφαση στην pnr άμυνα και στο rim protection.

Φοβάμαι ότι αυτή είναι μια ανορθογραφία, την οποία ο κόουτς θα δυσκολευτεί πολύ να κρύψει προϊούσης της χρονιάς και που εντέλει μπορεί να αδικήσει τις υπόλοιπες κατά βάση ορθολογικές επιλογές που έκανε.

Η φετινή στελέχωση στη θέση δύο μοιάζει η καλύτερη που είχε η ομάδα από το ’11 και μετα.

Ο Marcus Foster είναι ένας πολλά υποσχόμενος νέος παίχτης με εξαιρετική πρώτη ύλη που έχει όλα τα φόντα να εξελιχθεί σε νέο σταρ.

Ο δυνατός κορμός του σε συνδυασμό με το δυνατό του πάτημα τον καθιστούν έναν ικανότατο σλασερ.

Παράλληλα διαθέτει αξιοπρεπέστατο pull-up shot από μέση και μακρινή απόσταση.

Αν καταφέρει να σουτάρει με σταθερότητα πάνω από 36% στο τρίποντο κατά τη διάρκεια της χρονιάς και αν προσαρμόσει την αμυντική του αντίληψη μακριά από την μπάλα στις απαιτήσεις της Ευρωλίγκας θα μιλάμε για μία εξαιρετική μεταγραφή.

Ο Nemanja Nedovic, πάλι, είναι το colpo grosso του φετινού Παναθηναϊκού.

Η ποιότητά του είναι δεδομένη και είναι ξεκάθαρο ότι αν δεν είχε τα γνωστά προβλήματα τραυματισμών τα προηγούμενα χρόνια θα ήταν αδύνατον να είχε έλθει στην ομάδα στην παρούσα συγκυρία.

Ο Σέρβος είναι ένας ποιητής των γηπέδων και ένας καθαρόαιμος εκπρόσωπος της παλιάς μεγάλης των Πλάβι σχολής.

Η εξαιρετική του τεχνική και το κρύο αίμα του, τον καθιστούν σωστή επιλογή για να ηγηθεί μιας νεανικής ομάδας που πλέον θα παίζει (επιτέλους) ένα πιο «ινδιάνικο» μπάσκετ στην επίθεση.

Στα 29 του μπορεί να νιώθει δικαιωματικά και αδιαμφισβήτητα alpha dog στον φετινό Παναθηναϊκό.

Με δεδομένη τη θέληση του να αναγεννηθεί και να αποδείξει πράγματα, αν μείνει υγιής,  πράγμα που όλοι ευχόμαστε, τότε μπορεί να γίνει ο δικός μας σουπερ-ήρωας.

Αυτός που θα μας χαρίσει όμορφες μπασκετικές στιγμές ως ο βασικός πυλώνας μιας επίθεσης που θα είναι σαφώς λιγότερο αρτηριοσκληρωτική από τα προηγούμενα χρόνια, όταν η μπάλα βρισκόταν την περισσότερη ώρα στα χέρια ενός εξαιρετικού οργανωτή με χτυπητές αδυναμίες στην προσωπική εκτέλεση.

Of human virtues, patience is most great

Σαφώς και τα ερωτηματικά στον φετινό Παναθηναϊκό είναι περισσότερα από τις σταθερές και δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς με ένα μπάτζετ που κινείται στα 5 εκατομμύρια.

Ο Aaron White είναι μια επιλογή που έχει μια λογική λόγω της ευρωπαϊκής του εμπειρίας, αλλά και των δυνατοτήτων που έδειξε πριν δυο χρόνια στη Zalgiris.

Μέχρι τώρα, ωστόσο, φαίνεται να συνεχίζει στα περσινά ρηχά επίπεδα και αν αυτή η καθοδική πορεία δεν αλλάξει, η απόκτηση του μπορεί να εξελιχθεί σε πρόβλημα κατά τη διάρκεια της χρονιάς.

Ο Ben Bentil αποτελεί την ευχάριστη έκπληξη των φιλικών και είναι το προσωπικό μου πουλέν για τη φετινή σεζόν. Αν συνεχίσει έτσι θα δώσει λύσεις στη ρακέτα, κυρίως στη θέση 4.

Εκεί η ομάδα περιμένει φυσικά το step-up του Ντίνου Μήτογλου, ο οποίος έχει ξεκινήσει νωθρά στα φιλικά.

Ο ρόλος του tweener στο 4-5 φαίνεται να τον μπερδεύει λίγο.

Νομίζω ότι η δυνατότητα του να καλύψει εν μέρει το τεράστιο κενό στην pnr άμυνα έχει υπερεκτιμηθεί και αυτό μπορεί να του κοστίσει σε αγωνιστική αυτοπεποίθηση.

Ο Sant-Roos είναι μια value-for-money επιλογή, κυρίως ως ο απαραίτητος glue-guy στην άμυνα,  αλλά και ο άνθρωπος για τις ειδικές αμυντικές αποστολές.

Ωστόσο μένει να δούμε πόσο αποτελεσματικός θα αποδειχθεί στον κομβικό ρόλο του facilitator δίπλα στον Nedovic κυρίως.

Η έλλειψη ενός δεύτερου ικανού pg ή combo guard με elite ball-handling στο ρόστερ είναι εμφανής, όπως καταδεικνύουν τα πολλά εύκολα λάθη στο κατέβασμα της μπάλας.

Αν δεν κάνει το step-up ο Κουβανός στον ρόλο του κουβαλητή της μπάλας, εκεί μπορεί επίσης να υπάρξει σοβαρό πρόβλημα.

Ο μόνος εκ των έσω με προοπτική να καλύψει αυτό το κενό κατά τη διάρκεια της χρονιάς είναι ο Καλαϊτζάκης κατά τη γνώμη μου.

Ο μικρός θα πρέπει, όμως, να δείξει την απαιτούμενη αγωνιστική βελτίωση και το αγωνιστικό θράσος, και ο Βόβορας να βρει το απαραίτητο θάρρος, ώστε προϊούσης της χρονιάς να τον δούμε να παίρνει όλο και περισσότερα λεπτά στο παρκέ.

Όλα αυτά τα “αν” και τα ερωτηματικά που καθιστούν ξεκάθαρες τις χαμηλές προσδοκίες που πρέπει να υπάρχουν από τη φετινή ομάδα σε επίπεδο αποτελεσμάτων, καταδεικνύουν παράλληλα και πιο είναι το πλεονέκτημα του φετινού Παναθηναϊκού.

Αν κατανοήσουν όλοι ότι βασικός στόχος της ομάδας είναι να εμφανιστεί μαχητική και να παίξει όμορφο μπάσκετ στο πλαίσιο των δυνατοτήτων της, ο Παναθηναϊκός δεν θα έχει τίποτα να χάσει και αυτό είναι συχνά ένα βασικό συστατικό μακροπρόθεσμης επιτυχίας

Ο στόχος της φετινής ομάδας δεν (μπορεί να) είναι ούτε η οχτάδα, ούτε πολύ περισσότερο  το Φ4, όπως προείπα. Αίσθησή μου είναι ότι θα καταταχθεί πίσω από τη 10η θέση.

Ο στόχος της είναι ξεκάθαρα να εκπαιδεύσει τα νέα παιδιά της και να τους επιτρέψει να μάθουν από τα λάθη τους

Είναι πολύ πιθανό ότι θα έλθουν δύσκολες βραδιές και βαριές ήττες, ειδικά αν αναλογιστούμε ότι η διαφορά ποιότητας με τις ομάδες-φαβορί για μια θέση στο Φ4 είναι έως και χαοτική σε κάποιες περιπτώσεις.

Σε αυτές τις βραδιές πρέπει ο κόουτς να βρει τον τρόπο να ανορθώσει το πεσμένο ηθικό των παικτών του και να χρησιμοποιήσει τα λάθη τους ως λίπασμα που θα καλλιεργήσει το μπασκετικό iq τους και θα τσιγκλήσει τον αθλητικό τους εγωισμό.

Από τη άλλη πλευρά ο κόσμος της ομάδας, στο βαθμό που θα μπορέσει να βρεθεί κοντά της (όσο το επιτρέψει η πανδημία), θα πρέπει να το κάνει με σκοπό όχι να δει νίκες και προκρίσεις, αλλά όμορφο μπάσκετ και προσπάθεια για βελτίωση παιχνίδι με το παιχνίδι.

Καλή μπασκετική χρονιά (με την ευχή να ολοκληρωθεί)!