Always something better

Για αρχή και προτού μπούμε σε συζήτηση για το ματς με τη Fenerbahce θα ήθελα να παραθέσω κάτι που είχα γράψει στο πρώτο κείμενό μου για το The Hateful 8.

“Το delegation είναι το επόμενο και το προηγούμενο βήμα του recruiting.

Είναι τρομερά σημαντικό να έχεις επαρκή γνώση των πνευματικών και τεχνικών προσόντων του κάθε υπαλλήλου ή συνεργάτη σου και να του αναθέσεις να κάνει αυτό στο όποιο είναι πραγματικά καλύτερος ούτως ώστε να έχεις όσο το δυνατόν καλύτερα αποτελέσματα.

Και από κάπου εκεί ξεκινάει -και τελειώνει- η ιστορία του ματς της Πέμπτης στο ΟΑΚΑ για την 5η αγωνιστική της Euroleague…

Το βασικό θέμα στο άθλημα είναι η συνέχεια.

Αυτή η συνέχεια ορίζεται από τους παίχτες και το κατά πόσο οι ίδιοι επιτρέπουν σε αυτή να εμφανιστεί και να πάρει τη θέση που της αρμόζει στο σύνολο ούτως ώστε να βελτιστοποιηθούν οι πιθανότητες του για επιτυχία.

Το παράδειγμα της χρήσης του Sant-Roos στη θέση 1 -ή ακόμη καλύτερα να πουμε στη θέση του βασικού χειριστή- μπορεί να χαρακτηριστεί κάλλιστα ως ένα αντιπαράδειγμα για την αναζήτηση της πολυπόθητης “συνέχειας” που αναφέρθηκε πριν. Ο λόγος είναι ο εξής.

Ο Κουβανός απαγορεύεται να υποδύεται τον playmaker, απαγορεύεται να παίρνει τη μπάλα στα χέρια του τόσο πολύ. Το παράδειγμα της πιο εύρυθμης λειτουργίας της σετ επίθεσης στο ματς με τη Barcelona εξαιτίας του τυχαίου γεγονότος της εκτελεστικής επάρκειάς του από μακριά και ως εκ τούτου την παρουσίαση μιας πιο efficient επίθεσης, καταδεικνύει του λόγου το αληθές.

Θεωρώ πως στην περίπτωση του HSR υπήρξε μια σχετική παρανόηση από μερίδα κόσμου, ίσως και κάποιων μελών του προπονητικού staff, παρανόηση που έχει τις ρίζες της στην παρουσία του παίχτη πέρυσι στο ρόστερ της ΤΣΣΚΑ. Τι είδαμε εκεί ;

Καθηγητής ο Δημήτρης Ιτούδης - Ειδήσεις - νέα - Το Βήμα Online

Ο coach Ιτούδης μετά τον τραυματισμό του Clyburn έριξε το βάρος της επίθεσης σχεδόν αποκλειστικά στον Mike James. Ο Clyburn στην ΤΣΣΚΑ λειτουργεί σαν τους superstar forwards του ΝΒΑ, λειτουργεί δηλαδή πολύ με τη μπάλα στα χέρια μιας και έτσι μπορεί να είναι πιο  αποδοτικός για την ομάδα του. Το ότι πλέον φαίνεται ότι τείνει να εκτελεί με ένα ποσοστό κοντά στο 40% δε σημαίνει ότι θα γίνει ένας off- ball παίχτης, αυτό θα λειτουργήσει επιπρόσθετα στο αρχικό πλάνο χρήσης του, όπως φυσικά και θα βοηθάει στο άνοιγμα των χώρων, κάτι που είναι πάντα ευπρόσδεκτο.

Οπότε από τη στιγμή που λειτουργεί έτσι, μετά τον τραυματισμό του είχαμε πλήρη μετατόπιση της χρήσης της μπάλας στον Mike James ως ο πιο ποιοτικός και skilled ballhandler και overall guard που είχε ο έλληνας coach στην περιφέρεια. O Hackett είναι παίχτης συγκεκριμένου status και ρόλου.

Και κάπου εδώ κολλάει ο Sant-Roos και η μεταγραφή του από την ΑΕΚ στη Μόσχα.

Στην ΑΕΚ ήταν πολλές φορές που ο Κουβανός πήρε τη μπάλα στα χέρια και κατά τη διάρκεια των οποίων υπήρξε αξιοπρεπής. Σε μια προσπάθεια να αποφορτιστεί ο James από την τόσο εκτεταμένη χρήση της μπάλας, ο Ιτούδης  την έδωσε αρκετές φορές στον HSR, για να λειτουργήσει είτε ως facilitator είτε ως slasher ή σε 1on1 καταστάσεις στις οποίες άλλοτε ανταπεξήλθε και άλλοτε όχι.

Το να έχεις όμως έναν παίχτη με τόσο έντονη εκτελεστική ανεπάρκεια και να τον έχεις να παίρνει αρκετό χρόνο αγωνιζόμενος στην περιφέρεια θα στοιχίσει όταν ο αντίπαλος είναι αρκούντως ποιοτικός για να το καταδείξει – ειδικά από τη στιγμή που δεν έχεις all star ροστερ στις υπόλοιπες 4 θέσεις του παρκέ. Ότι δηλαδή συνέβη στο ματς ΤΣΣΚΑ-Εφες στις 4 Φεβρουαρίου στα πλαίσια της 23ης αγωνιστικής για τη Euroleague.

O Sant-Roos προλαβαίνει σε 21 λεπτά παρουσίας να εκτελέσει 7 τρίποντα. Το πρόβλημα δεν ήταν ο αριθμός αυτός καθαυτός αλλά οι συνθήκες κάτω υπό τις οποίες το έκανε. Ο Αταμάν έδωσε αυτά τα σουτ προκλητικά, με αποτέλεσμα ο ίδιος να τα πάρει.

Σε αυτές τις στιγμές της ύπαρξης ενός τέτοιου παίχτη στην περιφέρεια μοιάζει σχεδόν αναπόφευκτο να παρθεί το σουτ εκ μέρους του, μιας και εκεί θα οδηγήσει τη μπάλα η άμυνα μέσω στοχευμένων double teams. Δε γίνεται να λειτουργούν όλες οι επιθέσεις τέλεια, εκτελούνται στην τελική από ανθρώπους και όχι από μηχανές και υπάρχει πάντα η αλληλεπίδραση με τον αντίπαλο.

Σκεφτείτε τώρα το κλάσμα που δημιουργείται στον Παναθηναϊκό έχοντας στον αριθμητή την ύπαρξη του Sant-Roos στην περιφέρεια με αυξημένη χρήση της μπάλας που λόγω μη τόσο αυξημένης δημιουργικής ικανότητας θα οδηγήσει σε αυξημένο dribbling per touch και στον παρονομαστή την ύπαρξη χαμηλότερης ποιότητας γύρω του από αυτή που είχε πέρυσι στην ΤΣΣΚΑ, με το ζητούμενο του προβλήματος όμως να παραμένει το ίδιο.

Συνεχής λειτουργικότητα της επίθεσης σε επίπεδο Euroleague.

Όπως γίνεται αντιληπτό το πρόβλημα καταντάει άλυτο. Οπότε αυτό που πρέπει να κάνεις είναι να προσαρμόσεις τα στοιχεία σε τέτοιο βαθμό ούτως ώστε το πρόβλημα να λυθεί.

Βρίσκεις δηλαδή ένα πιο fitting παίχτη για το ρόλο. Βάσει αυτού του σκεπτικού τώρα, ας μεταφερθούμε στην Πέμπτη που μας πέρασε για να μιλήσουμε για το ματς και τι συμπεράσματα προέκυψαν από αυτό.

Εντυπωσιακός ο Παναθηναϊκός, υποχρέωσε τη Φενέρ στους 68 πόντους! (vid)

Must win ματς σε μια μη must win χρονιά

Αυτός είναι ο τίτλος που μου έρχεται ως ο πιο αρμόζων στο μυαλό όσον αφορά τη συγκεκριμένη αναμέτρηση και του οποίου το πρώτο σκέλος δε θα υπήρχε καν αν αναφερόμασταν στη Zalgiris αλλά το οποίο ευτυχώς-δυστυχώς  πρέπει να αναφερθεί όταν μιλάμε για τον PAO BC.

Έχοντας απολέσει εδώ και πολύ καιρό τον οποιονδήποτε ρομαντισμό πάνω στο όποιο ‘’trust the process’’ όταν το θέμα πάει στις μεγάλες ομάδες στην Ελλάδα, συνεχίζω να επιμένω στο συλλογισμό που είχα κάνει στο κείμενο για τα πεπραγμένα του coach Pitino στη χώρα μας, ότι δηλαδή ο coach που θα στηριχτεί  πραγματικά θα είναι αυτός που θα φέρνει νίκες – και όπως συνεπάγεται και η ομάδα γύρω του, τα μέλη της ένα προς ένα.

Το ματς με τους Τούρκους ήταν υπερβολικά κομβικό ως προς τη συνέχεια της χρονιάς και την αντίληψη του ευρύτερου μέρους του κόσμου, αυτού που δεν το ενδιαφέρει και πολύ το πιο τεχνικό κομμάτι αλλά που εστιάζει κυρίως στο αποτέλεσμα. Και ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, το αποτέλεσμα μετράει στην κρίση αυτού του συνόλου – και μετράει πολύ.

Εδώ να πούμε πως βοήθησε εξίσου πολύ στην όλη φάση η – σχεδόν ανέλπιστη πριν το ματς – νίκη μέσα στην Κιμκι, κάτι που έκανε περισσότερο εύπεπτη την εντός έδρας ήττα από τον Ολυμπιακό. Στην τελική όσο λίγο πιο ωραία είναι πάντα μια νίκη έναντι του αιωνίου, τόσο αναλόγως όχι ωραία είναι και μια ήττα.

Προτού σπεύσουμε να πούμε “στήριξη!” ας μην ξεχάσουμε ή ας μην κάνουμε πως δε βλέπουμε τις “ενστάσεις” γύρω μας για το καθ’ ημάς underperformance του Παπαγιάννη που ”θα έπρεπε να τρώει τους αντιπάλους του όντας 2,20”, τη μη χρησιμοποίηση του Bentil από το Βόβορα που “πρέπει να παίζει περισσότερο”, τις μέτριες εώς κακές εμφανίσεις του Nedovic που “δεν είναι τυχαίο ότι παίζει εδώ τώρα” κοκ. Που να δεχτώ ότι μερικά μπορεί και να ισχύουν, αν όχι στην ολότητα τους τουλάχιστον σε μέρος αυτής. Σκεφτείτε όμως προς τα πού θα τείνει η ζυγαριά των συγκεκριμένων κρίσεων σε περιπτώσεις συνεχόμενων ηττών που θα έρχονται ως αποτέλεσμα κακών εμφανίσεων. Εικάζω προς την πλευρά της απαξίωσης και της εν τέλει αδιαφορίας, πλευρά που είναι πολύ άσχημη και που επιφέρει πλείστα κακά.

Βάσει του τι αναφέρθηκε για τον Sant-Ross πιο πάνω στο κείμενο, αυτός στον οποίο θέλω να εστιάσω ως έναν από τους πολύ βασικούς παράγοντες της συνολικής εμφάνισης και νίκης–πλην της άμυνας για την οποία θα μιλήσουμε σε λίγο- δεν είναι ούτε ο Κουβανός, ούτε ο υπέροχος Nedovic, ούτε ο αξιοπρεπέστατος Παπαγιάννης.

Παναθηναϊκός Blog: Σαν να έπαιζε σε γεμάτο ΟΑΚΑ | Jumpshot.gr

Ας μιλήσουμε για τον Sykes.

Αλλά προτού γίνει αναφορά στον αμερικανό ας μιλήσουμε για το θέμα ‘’άσος’’ στον Παναθηναϊκό αλλά και γενικά στο άθλημα.

Υπάρχει ένα έντονο debate για την “ανάγκη” ο παίχτης που θα καλύψει τη θέση 1 στον PAO BC να είναι “pass first”…

H άποψή μου πάνω στο θέμα είναι ξεκάθαρη. Θεωρώ πως οι έννοιες pass first και score first pointguards γεννήθηκαν από την ανάγκη μας να τμηματοποιήσουμε στο μυαλό μας αυτό που βλέπουμε ως εξέλιξη των παιχτών που παίζουν στη συγκεκριμένη θέση και ως εκ τούτου κάτι τέτοιο αποτελεί μια λούπα στην οποία μπαίνουμε χωρίς λόγο.

Η ρίζα της υπόθεσης έχει να κάνει με την παλιότερη μορφή που είχαν οι pointguards –και εδώ και στο ΝΒΑ- που λειτουργούσαν αυστηρά ως playmakers και ‘’νεροκουβαλητές’’ λόγω ενός πολύ συγκεκριμένου πράγματος.

Την αδυναμία εξ αυτών στο σουτ και της μη ανάγκης (λόγω τρόπου παιχνιδιού) για εκτέλεση από παντού που υπάρχει πλέον, συν την ύπαρξη dominant παιχτών στη θέση 2, μια θέση που είχε κάποτε τους μεγαλύτερους σταρ του αθλήματος –εξαιτίας της έφεσης στο σκοράρισμα- και που πλέον λόγω αύξησης του scoring skill έχει μετατοπιστεί αυτό το ‘’σταριλίκι’’ στις θέσεις 1 και 3. Οι παίχτες που καλύπτουν πλέον τη θέση 2 θεωρούνται ως επί το πλείστον πλάγιοι και είναι επιφορτισμένοι με catch n shoot αρμοδιότητες.

Οπότε αυτό που θεωρώ που πρέπει να μας απασχολεί δεν είναι το αν ο άσος πρέπει να είναι pass first ή score first αλλά το αν είναι ικανός να ανταπεξέλθει σε οποιαδήποτε ανάγκη παρουσιαστεί εν ώρα αγώνα, λαμβάνοντας την καλύτερη απόφαση την κάθε στιγμή που έχει τη μπάλα στα χέρια.

Η οποία απόφαση όμως μπορεί να είναι από μια σωστή πάσα σε έναν παίχτη που θα επιφέρει ροή στο παιχνίδι και κυρίως ασσίστ –με την πιο παλιά ευρωπαϊκή έννοια του όρου και όχι αυτή της απλής πάσας πριν το όποιο σκορ που επικρατεί πλέον- μέχρι και την απόφαση για εκτέλεση από μακριά ή slashing καθότι είναι ο ίδιος ο παίχτης ικανός να παράξει σκορ από μόνος του με αποτέλεσμα ο ίδιος πάλι να δημιουργήσει χώρο. Να συμβάλλει δηλαδή από μόνος του στο πολυπόθητο spacing.

Ειδικά στον πιο “ταπεινό” Παναθηναϊκό της νέας εποχής δεν υπάρχει χώρος για παίχτες στον άσο που δε μπορούν να κάνουν αυτό που αναφέρθηκε μόλις. Ξαναλέω πως το παράδειγμα της έντονης δυσλειτουργίας σε σετ παιχνίδι με τον HSR να εκτελεί κοντά στα στάνταρ του και η ακριβώς αντίθετη κατάσταση με τον ίδιο να είναι επαρκέστατος στην εκτέλεση στο ματς της Βαρκελώνης κάνει ακόμα πιο έντονο το point αυτού που αναφέρω.

Στην τελική αυτή τη δυσλειτουργία την είδαμε μέσα στα χρόνια που πέρασαν με τον Καλάθη στον άσο και ειδικά σε καταστάσεις οριακών ματς και playoff, όπου ο εκάστοτε αντίπαλος έδινε ανερυθρίαστα χώρο στο Νικ και που αυτός δυστυχώς έπαιρνε την απόφαση για εκτέλεση, ακόμα και με το ρολόι να δείχνει 10 και 15 δευτερόλεπτα για τη λήξη της επίθεσης.

Ο Sykes λοιπόν ενεργεί τέλεια στο ρόλο του άσου στο ματς με τη Fener. Αυτό ακριβώς θέλεις από τον παίχτη που θα καλύπτει αυτή τη θέση και που δίπλα του θα έχει τον Nedovic.

H παρουσία του αμερικανού επιτρέπει στον Σέρβο και στον Κουβανό να λειτουργήσουν βάσει αυτών που επιτάσσουν τα skills τους μέσα στο παιχνίδι και που δε χρειάζεται να κάνουν παραπάνω πράγματα και να πνιγούν.

Ο υγιής Nedovic είναι ένας κανονικός top class combo guard που για να λειτουργήσει ακόμα καλύτερα θέλει κάποιον στην περιφέρεια που μπορεί να τον αποφορτίζει από συνεχόμενα double teams ή hard hedge που θα στήνονται πάνω του εξαιτίας του αυξημένου πακέτου επιθετικών skills που κουβαλάει. Ο Sykes της Πέμπτης είναι ακριβώς ένας τέτοιος παίχτης καθότι εμφανίζεται απολύτως επαρκής στα σουτ που παίρνει από θέση, όπως επίσης συμβάλλει με την κίνηση του προς τα μέσα -όντας επιθετικός προς το καλάθι – στην “παραγωγή χώρου” που αναφέρθηκε πιο πάνω.

Παναθηναϊκός: Το κενό στο "1" εκθέτει τον Σαντ-Ρος - Μπάσκετ - SPORT 24

Ο Sant-Roos πχ δεν είναι τέτοιος. Ο Sant-Roos όμως είναι κάτι άλλο, κάτι πολύ συγκεκριμένο.

Είναι ένας από τους καλύτερους αμυντικούς εξολοθρευτές αυτή τη στιγμή στη Euroleague. Το πακέτο αμυντικού versatility λόγω μεγέθους και γενικότερης σωματοδομής σε συνδυασμό με το αγνό grit που κουβαλάει, συν την τρομερά αυξημένη αμυντική αντίληψη σε όρους θέσεων που λαμβάνει, περιστροφών και helping defense τον καθιστούν τέτοιο.

Και αυτό ακριβώς πρέπει να κάνει.

Η άμυνα του προχθές στον DeColo είναι να την παίρνεις και να την παρουσιάζεις σε σεμινάρια για το πώς εξουδετερώνεις το πιο κομβικό παίχτη της αντίπαλης επίθεσης. Η συνεχής χρήση των χεριών του οδηγεί σε χαλάσματα των γωνιών πάσας όπως φυσικά και σε συνθήκες για να δημιουργηθούν deflections.

Όσον αφορά την επίθεση τώρα να πούμε πως κρίνεται ως πολύ θετικό το γεγονός ότι πήρε μόλις ένα τρίποντο αλλά σε αυτό συνέβαλλε αρκετά και η σχετικά αφελής αντιμετώπισή του από τον Κοκόσκοφ. Ήταν αρκετές οι φορές που είδαμε close out στον Κουβανό, με αποτέλεσμα είτε να δώσει τη μπάλα σε παίχτη που έχει περισσότερες πιθανότητες να εκτελέσει σωστά είτε να οδηγηθεί σε drive, κατάσταση στην οποία είναι πολύ πιο efficient.

Το θέμα με τον Sant-Roos τώρα είναι το τι θα δούμε από αυτόν άμα τη επιστροφή του Παπαπέτρου καθώς θεωρώ πως δεν κολλάνε και οι δυο τους μέσα σε συνέχεια, παρά μόνο σε συγκεκριμένες καταστάσεις που θα χρειαστεί να πάρεις momentum από την άμυνα. Από τη στιγμή όμως που το μπάτζετ είναι αυτό που είναι, έχουν και οι δυο τους αυξημένο στάτους στην ομάδα και κάπως θα πρέπει να παίξουν. Είναι πολύ σημαντικό σε αυτή την περίπτωση να δούμε τον Παπαπέτρου να ανταποκρίνεται καλά –και εκτελεστικά και δημιουργικά-  στο ρόλο του βασικού χειριστή που φαίνεται να αναλαμβάνει πλέον σε αρκετές επιθέσεις.

Nedovic made a name for himself at Panathinaikos - News - Welcome to  EUROLEAGUE BASKETBALL

Από την άλλη είχαμε την τύχη να δούμε το Nedovic σε μια από τις καλύτερες βραδιές της καριέρας του, σε ένα ματς που ξεδίπλωσε όλο αυτό που κουβαλάει ως skillset και που είναι πάντα απολαυστικό να το παρακολουθείς ως θεατής.

Αναρωτήθηκα αρκετές φορές το τι θα συνέβαινε στο ΟΑΚΑ αν αυτό είχε κόσμο. Θεωρώ πως η λέξη πανζουρλισμός είναι μικρή για να εξηγήσει αυτό που θα γινόταν.

Ο Σέρβος εκτελεί με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο. Με κρεμασμένο παίχτη πάνω του, βγαίνοντας από διαφόρων ειδών σκριν, μετά από hesitation dribble και δυναμικό drive και παράλληλα έχει τη διαύγεια να δημιουργήσει για τον ελεύθερο παίχτη με το που τραβάει ο ίδιος δεύτερο παίχτη πάνω του.

Το 7/12 είναι φυσικά κάτι που δε γίνεται να το δούμε πολλές φορές , αυτό που θες όμως να βλέπεις από τον Σέρβο είναι εμφανίσεις που να τείνουν περισσότερο προς αυτό που είδαμε με τους Τούρκους. Θεωρώ πως για να συνεχίσουμε να το βλέπουμε είναι πολύ βασικό το να βλέπουμε ανάλογο performance από τον Sykes.

Ή και από τον Μποχωρίδη που είναι η πιο ευχάριστη έκπληξη της σεζον μέχρι τώρα, όσον αφορά φυσικά τον PAO BC. Να πω την αλήθεια όταν ανακοινώθηκε η επιστροφή του στον Παναθηναϊκό δεν την είδα με καλό μάτι μιας και στην προηγούμενη παρουσία του σε αγώνες EL δε μπορούσε να κατεβάσει τη μπάλα. Πλέον όμως για το ρόλο του back up άσου φαίνεται να είναι ό,τι πρέπει, ειδικά για τις οικονομικές συνθήκες που βιώνει η ομάδα φέτος. Φαίνεται πιο κοντρολαρισμένος και κυρίως με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση. Γενικά και αυτός και ο Κασελάκης είναι παιδιά που έμαθαν σωστά κάποια βασικά πράγματα του αθλήματος αλλά που δεν είχαν το ταλέντο ή και την καθοδήγηση να πάνε πολύ παραπέρα. Είναι κλασικοί παίχτες ρόλων, από τους (δυστυχώς υπερβολικά) πολλούς τέτοιους που έχει βγάλει η “ελληνική σχολή μπάσκετ”.

Παναθηναϊκός: Ακραία πράγματα με Παπαγιάννη - Έρχεται ψηλός... -  Sportdog.gr - Αθλητικά Νέα | Ειδήσεις | Sport

Κλείνοντας θέλω να επικεντρώσω στην άμυνα του PAO BC όπως και στη γενικότερη φιλοσοφία αυτής.

Καταρχάς να πω και εγώ με τη σειρά μου πως η απόκτηση Ογκαστ είναι από τις πιο ακατανόητες κινήσεις που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια. Δεν είναι δυνατόν να έχεις τον Παπαγιάννη που έχει συγκεκριμένες αδυναμίες και να του ζητάς να είναι το βασικό σου 5, με την όποια επίπτωση θα έχει αυτό στην οπτική του κόσμου απέναντί του, ενώ θα έπρεπε να φέρεις έναν mobile μαύρο ψηλό που θα έδινε μια σταθερά στο pnr παιχνίδι –και στην άμυνα και στην επίθεση, όπως φυσικά και το πολυθρύλητο rim protection.

Βασει των στατιστικών που δίνει το Overbasket.com το συνολικό DRAT των Παπαγιάννη και Όγκαστ είναι κολακευτικό για τον έναν και καθόλου τέτοιο για τον άλλον. Χαρακτηριστικά, το γενικό τέτοιο του Παπαγιάννη είναι 90,2 και του Ογκαστ  104,3.

Στο ματς με τη Fener δε που η ομάδα λες ότι παρουσιάστηκε επαρκέστατη στο αμυντικό κομμάτι ο Παπαγιάννης έγραψε 80,9 (το καλύτερο της ομάδας, ενδεικτικά ο Sant-Roos είναι ο αμέσως επόμενος με 82,9) και ο Ογκαστ είχε το μακράν χειρότερο με 122,7!

Γενικά έχει το χειρότερο DRAT από τους παίχτες της ομάδας, μαζι με τον Bentil που ωστόσο παίζει πιο λίγο.

Για μια ομάδα  τόσο περιορισμένου μπατζετ η αρχή και το τέλος της, το άρμα μάχης της δηλαδή, πρέπει να είναι το αμυντικό effort, το οποίο είδαμε και από παίχτες που ίσως δεν το περίμενες, όπως οι Nedovic και Sykes (ο οποίος γενικά μπορεί να πιέσει καλά τη μπάλα, απλώς είναι πολύ κοντός, οπότε έχει συγκεκριμένο ταβάνι στο αμυντικό κομμάτι)

Ο Παπαγιάννης καταφέρνει και κάνει contest στα περισσότερα σουτ που εκτελούνται εντός του ζωγραφιστού –και αυτό είναι μια πρώτη “νικη” για το χαρακτήρα που θέλουμε όλοι μας να οικοδομήσει ο Γιώργος. Είναι τρομακτικά σημαντικό να τον βλέπει ο αντίπαλος και να ξέρει πως δεν είναι καλή ιδέα το να κάνει drive και να εκτελέσει μπροστά του. Το αναφέρω γιατί μέχρι τώρα κάτι τέτοιο ήταν όντως καλή ιδεα. Είναι πολλά πράγματα που πρέπει να βελτιώσει με πρώτο και καλύτερο το grit του, τη γενικότερη ένταση του στο παιχνίδι. Υπάρχει καιρός όμως για αυτόν.

Παναθηναϊκός: Γιώργος Βόβορας ο «αντί-Πιτίνο» | Pronews

Γενικά πάντως ο Βόβορας παρουσιάζει μια αξιοπρεπή εικόνα στην άμυνα, ο Παναθηναϊκός αμύνεται καλά μέσα. Γενικά αν είναι να δώσει κάτι σε στιγμές  αυτό είναι το σουτ από την περιφέρεια – και για μένα καλά κάνει. Στο ευρωπαϊκό μπάσκετ του χαμηλότερου ταλέντου συνολικά, κρίνεται ως έξυπνη κίνηση να δώσεις περισσότερο σουτ με χαμηλότερο ποσοστό ευστοχίας, ασχέτως του τι επιτάσσουν τα σύγχρονα analytics – το ίδιο έκανε ο Pitino την πρώτη χρονιά του εδώ, το ίδιο και ο Blatt στον Ολυμπιακό που είχε παρουσιάσει καλή άμυνα με individually μετριους αμυντικούς.

Με τις ομάδες που δε θα εκτελούν με  ποσοστό 38% και άνω ή που δεν εκτελούν εκ φύσεως πολλά τρίποντα ο Παναθηναϊκός θα αποδεικνύεται σκληρό καρύδι, αρκεί βέβαια να μην υπάρχει η επιθετική εικόνα που είδαμε στο ματς με τον Ολυμπιακό, είναι σαφές.

Αυτά.

Κατά τ’ άλλα ο PAO BC βγάζει μια πολύ αγαπησιάρικη εικόνα συνολικά ως ομάδα, σε όλα της τα επίπεδα και αυτό είναι κάτι που πιστώνεται αρκετά στον coach Βόβορα που αν μη τι άλλο φαίνεται πως αξίζει στήριξης και προσοχής.

Αυτό το γενικό κλίμα “υγείας” έλειψε από τους οπαδούς της ομάδας κατά τη διάρκεια των τελευταίων χρόνων που δυστυχώς η τοξικότητα ήταν διάχυτη.

Ας ευχηθούμε ότι αυτές οι μέρες είναι πλέον πίσω μας.

Συνεχίζουμε.