Υπάρχουν λογιών λογιών διλήμματα σε αυτή τη ζωή.
Υπαρκτά και ανύπαρκτα.
Θεωρητικά και πρακτικά.
Ευχάριστα και δυσάρεστα.
Το δίλημμα για το οποίο θα μιλήσουμε εδώ προέκυψε πριν λίγο καιρό σε θεωρητικό/φιλολογικό επιπεδο και μόνο σε τέτοιο έχει αξία να συζητηθεί.
Αν ποτέ μετατρεπόταν σε ένα πρακτικό δίλημμα θα ήταν μάλλον ένας ευχάριστος πονοκέφαλος για μια ομάδα και τους οπαδούς της παρά πρόβλημα.
Πόση περισσότερη πολυτέλεια θα μπορούσε να αντέξει οποιοσδήποτε σύλλογος από το να έχει να διαλέξει μεταξύ Πιτίνο και Ζοτς για τον πάγκο του;
Φυσικά θέμα επιλογής μεταξύ Πιτίνο και Ζοτς, ή Ζοτς και Πιτίνο αν προτιμάτε, δεν τέθηκε ποτέ για τον μπασκετικό Παναθηναϊκό τις τελευταίες εβδομάδες. O Ζοτς έχει συμβόλαιο με τη Φενερ και δεν υπήρξε ποτέ διαθέσιμος.
Η πραγματική επιλογή ήταν ανάμεσα στον Πιτίνο και το χάος που θα άφηνε η νομοτελειακά προδιαγεγραμμένη πρόωρη απόλυση του κόουτς Πεδουλάκη.
Η καλή νεράιδα που στα χρόνια της οργής, δηλαδή από το ’12 και μετά, πάντα σώζει τον σύλλογο την ύστατη ώρα από την αυτοκαταστροφή, έκανε πάλι το θαύμα της και ο Ρικ επέστρεψε στο ΟΑΚΑ σκορπώντας φρενίτιδα ενθουσιασμού στο πράσινο κοινό.
Ωστόσο το θεωρητικό ερώτημα, όπως το έθεσε ένα poll γνωστής ιστοσελίδας, είχε το ενδιαφέρον του και αποδείχτηκε αρκετό για να ανάψει φωτιές στους πράσινους οπαδούς.
Το αποτέλεσμα που έδειξε τον Πιτίνο με μόλις έξι μήνες θητείας στον πράσινο πάγκο να λαμβάνει ίδιο ποσοστό προτιμήσεων με το προπονητικό τοτέμ του συλλόγου ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων στα σόσιαλ μήντια.
Πολλοί θεώρησαν ιεροσυλία το γεγονός ότι δεκατρία χρόνια συνεχούς παρουσίας στην ομάδα, πέντε ευρωπαϊκά και αμέτρητοι εγχώριοι τίτλοι μπήκαν στο ζύγι με μια (σχεδόν εκ θαύματος) πρόκριση στα playoffs και το πιο εύκολο νταμπλ της ιστορίας μας λόγω έλλειψης σοβαρού αντιπάλου.
Ακούστηκαν και οι συνήθεις «βαριές» κουβέντες που ξεστομίζονται με μεγάλη ευκολία στο διαδίκτυο.
Το αποτέλεσμα το διαμόρφωσαν οι «μυρωδιάδες» και τα πιτσιρίκια που έχουν επιφανειακή επαφή με το άθλημα και μηδενική γνώσης της ιστορίας της ομάδας – σχολίασαν δηκτικά κάποιοι.
Έτσι ψηφίζουν μόνον όσοι δεν σέβονται την ιστορία της ομάδας – έσπευσαν να υπερθεματίσουν κάποιοι άλλοι.
Κρατείστε την επιμονή με την ιστορία, είναι το κλειδί και θα επανέλθω σε αυτό.
Κρατείστε επίσης ότι ο γράφων, όπως και άλλα μέλη του thehateful8, ψήφισαν Πιτίνο δαγκωτό σε αυτό το άτυπο ντιμπέιτ παρότι δεν μας λες δα και παιδαρέλια τους περισσότερους.
Οι επτά από τους οχτώ έχουμε πατήσει τα τριάντα ή τα σαράντα και αν ένα πράγμα έχουμε ζήσει στο πετσί μας είναι τον Παναθηναϊκό του Ζοτς.
Ο ισχυρισμός λοιπόν ότι μόνο τα άγουρα και άμαθα από την ιστορία του συλλόγου παιδαρέλια θα προτιμούσαν τον Πιτίνο από τον Ζοτς στην παρούσα φάση μάλλον αποτελεί βολικό μύθο παρά καταγράφει την πραγματικότητα.
Εξίσου δεν ισχύει ότι όσοι γνωρίζουν την ιστορία του συλλόγου και καταλαβαίνουν από μπάσκετ δεν θα μπορούσαν ποτέ να προτιμήσουν τον Πιτίνο από τον πιο επιτυχημένο ευρωπαίο κόουτς όλων των εποχών.
Με άλλα λόγια, η διαφορά στην επιλογή πολύ λίγο έχει να κάνει με τη γνώση και τον σεβασμό της ιστορίας μας.
Κάποιοι επιλέγουμε διαφορετικά γιατί έχουμε διαφορετικά μπασκετικά κριτήρια και διαφορετική οπτική για το πως η ιστορία του συλλόγου πρέπει να διαμορφώνει το μέλλον του.
Και για αυτές τις διαφορές θέλω να μιλήσω εδώ.
First things first, όμως.
Ας πάμε λίγο πίσω, στην ιστορία μας με τον Ζοτς, για να ξεκαθαρίσω τη θέση μου απέναντί του.

Δεν υπάρχει παναθηναϊκός, μικρός ή μεγάλος, που να μην γνωρίζει τη δυναστεία που έχτισαν ο Παύλος, ο Θανάσης κι ο Ζοτς, δημιουργώντας τη -μέχρι στιγμής- καλύτερη, πιο κυριαρχική και πιο επιτυχημένη ομάδα του 21ου αιώνα .
Όταν ο Ζοτς αποφάσισε να εγκαταλείψει τον σύλλογο εκείνη την αποφράδα ημέρα του καλοκαιριού του 2012 είχε κατακτήσει τον ουρανό.
Είχε συμβάλλει με τρόπο μοναδικό στο χτίσιμο του πράσινου μύθου, όσο μοναδικά συνέβαλε η διοίκηση των Παύλου και Θανάση με την απλοχεριά της και τις ιδανικές συνθήκες δουλειάς στο χτίσιμο του μύθου του Ζοτς.
Αυτό που τελείωσε το ’12 ήταν η απόλυτη αμφίδρομη σχέση που τέτοια της είναι δύσκολο να υπάρξει ξανά.
Όσα μας συνδέουν με τον Ζοτς, λοιπόν, είναι αδιαμφισβήτητα μοναδικά και δεν μπορούν να σβήσουν ποτέ. Το standing ovation που απολαμβάνει κάθε φορά που πατάει το παρκέ του ΟΑΚΑ ως αντίπαλος δεν είναι μόνο σεβασμός και αναγνώριση της αξίας του.
Είναι πρωτίστως δείγμα αυτοσεβασμού και απόδοση τιμής στην ιστορία μας, σε αυτό που είμαστε ως μπασκετικός Παναθηναϊκός.
Ο πιο επιτυχημένος σύλλογος του ελληνικού αθλητισμού.
Ο Ζοτς όμως δεν κατοικεί στο ΟΑΚΑ εδώ και επτά χρόνια με δική του επιλογή. Δεν ήμασταν εμείς που τον διώξαμε, αλλά αυτός που αποφάσισε να φύγει.
Είμαι από αυτούς που σεβάστηκαν και προσπάθησαν να καταλάβουν την απόφασή του παρά τη λύπη που αυτή μου προκάλεσε.
Κατανοώ πλήρως γιατί δεν ήθελε να συνεργαστεί με το νέο καθεστώς στη διοίκηση και γιατί μίλησε για σεβασμό τότε.
Οι συμπεριφορές και οι πρακτικές του διοικητικού μας ηγέτη στα χρόνια που ακολούθησαν μάλλον τον δικαίωσαν (με αποκορύφωμα τα περίφημα ηχητικά που ο τελευταίος έβγαλε στη φόρα για να τον εκθέσει).
Το μόνο που χρεώνω στον Ζοτς ωστόσο είναι εκείνη η υπόσχεση που ξεστόμισε μπροστά σε μερικές εκατοντάδες από αυτούς που τον λάτρεψαν εκείνο το βράδυ στο ξενοδοχείο.
Τον Δημήτρη Γιαννακόπουλο μπορεί να είχε πολλούς καλούς λόγους να μην τον εμπιστεύεται και να μην θέλει να συνεργαστεί μαζί του, αλλά ο κόσμος του ΠΑΟ άξιζε περισσότερο σεβασμό και ειλικρίνεια.
Αυτά ανήκουν στο παρελθόν, όμως.
Για μένα ο Ζοτς έξω από το παρκέ θα αξίζει τον απόλυτο σεβασμό και την αγάπη μας για ό,τι προσέφερε.
Εντός παρκέ θα είναι ένας αντίπαλος και όπως κάθε αντίπαλος θα θέλω να χάσει όσο πιο εμφατικά γίνεται.
Τίποτα και κανένας δεν μπορεί να είναι πάνω από τον Παναθηναϊκό από τη στιγμή που επιλέγει να γίνει αντίπαλος εντός παρκέ.
Όλα αυτά τα γράφω για να καταστήσω σαφές ότι προσωπικά δεν κρατάω κανένα «μανιάτικο» στο Ζοτς και άρα η προτίμηση μου στον Πιτίνο δεν αφορά σε κάποια εκδικητική στάση.
Όπως και η πλειοψηφία των οπαδών της ομάδας, εξακολουθώ να τον σέβομαι και να τον θαυμάζω για αυτό που είναι: ο κορυφαίος ευρωπαίος κόουτς που έχτισε τον μύθο του πρωτίστως με τη δική μας ομάδα.
Επίσης να ξεκαθαρίσω ότι δεν θεωρώ λάθος να επιθυμεί κανείς την επιστροφή του Ζοτς στον πάγκο της ομάδας.
Δεν τίθεται θέμα προπονητικής αξίας του Ζοτς.
Δεν υπάρχει άνθρωπος που θα έλεγε όχι σε έναν κορυφαίο προπονητή για τον πάγκο μιας ομάδας που έχει υποφέρει αρκετά από τις επιλογές του ιδιοκτήτη της από το ’12 και μετά.
Με λίγα λόγια δεν προσπαθώ να επιχειρηματολογήσω ότι όσοι θα προτιμούσαν Ζοτς αντί του Πιτίνο έχουν λάθος.
Αντίθετα θέλω να επιχειρηματολογήσω ότι όσοι προτιμούν τον Πιτίνο έχουν εξίσου σοβαρούς μπασκετικούς λόγους να το κάνουν και κάθε άλλο παρά ασέβεια δείχνουν.
Και εξηγούμαι.
Όποιος έχει την ελάχιστη σοβαρή σχέση με την ιστορία γνωρίζει ότι το context είναι τα πάντα. Αν θέλεις να κατανοήσεις τί έγινε στο παρελθόν και πως, πρέπει να κατανοήσεις τις συνθήκες μέσα στις οποίες συνέβη το γεγονός.
Τα πέντε ευρωπαϊκά του Παναθηναϊκού επί Ζοτς ήλθαν με Παύλο και Θανάση στην προεδρία να σκορπάνε 20-30 εκατομμύρια τον χρόνο και να έχουν τους παίκτες σαν παιδιά τους.
Με έναν κορυφαίο προπονητή στον πάγκο που όχι απλώς είχε το μπάτζετ που ήθελε και το ελεύθερο να κάνει με αυτό ό,τι ήθελε.
Αλλά ήταν και νεότερος κι απίστευτα πεινασμένος για επιτυχίες και για να καταστήσει το δικό του μπάσκετ κυρίαρχο.
Ο Ζοτς είναι ο βασιλιάς του σετ παιχνιδιού στην Ευρώπη
Αυτός το δίδαξε στο ανώτερο επίπεδο και με αυτό κυριάρχησε την προηγούμενη δεκαετία με τον ΠΑΟ.
Ο Ζοτς ευτύχησε (αλλά και κέρδισε με το σπαθί του) να μπορεί να έχει οπότε ήθελε τους καλύτερους παίχτες για να εξυπηρετήσουν αυτό το στυλ παιχνιδιού.
Ευτύχησε αλλά και πέτυχε να έχει στη διάθεσή του τον κορυφαίο γκαρντ που έβγαλε η ήπειρος σε αυτό το στυλ παιχνιδιού.

Τον πιο ολοκληρωμένο two-way pg της ευρωπαϊκής ιστορίας.
Τα skills στην υπηρεσία του συστήματος
Αυτό ήταν το απόλυτο μότο του Ζοτς σε όλη αυτή την υπέροχη διαδρομή και με αυτό κυριάρχησε στην Ευρώπη την προηγούμενη δεκαετία.
Στον Παναθηναϊκό των Ζοτς και Διαμαντίδη όποιος δεν μπορούσε να υποταχθεί στο σύστημα τον έτρωγε το μαύρο σκοτάδι.
Ο κόουτς είχε την πολυτέλεια και την – επάξια κερδισμένη – ανοχή να αφήνει παίκτες του διαμετρήματος ενός Ντελκ να σκουπίζουν τον πάγκο, επειδή αυτοί αδυνατούσαν να προσαρμόσουν το ταλέντο τους στο low pace – low mistake basketball.
Με αυτό το μπάσκετ νίκησε ο Ζοτς, με αυτό έγραψε τις χρυσές σελίδες της πράσινης μπασκετικής ιστορίας και με αυτό γαλούχησε ολόκληρες γενιές παναθηναϊκών.
Αυτή είναι μία οπτική του αθλήματος όμως και όσον αφορά τον ΠΑΟ είναι μια οπτική που πέτυχε στο παρελθόν και ανήκει στην ένδοξη ιστορία του.
Στην μετά-Ζοτς εποχή και μέχρι την απόλυση του Τσάβι Πασκουάλ είδαμε μόνο από μέτριες έως κακές προσπάθειες απομίμησής της.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ο μύθος του Ζοτς και του μπάσκετ που έπαιξε να διογκώνεται ακόμα περισσότερο στα μάτια των οπαδών που, έχοντας ζήσει τη χρυσή εποχή, έμπαιναν διαρκώς σε συγκρίσεις προσπαθώντας να εξηγήσουν τη σύγχρονη μετριότητα.
Το χρυσό δίδυμο Ζοτς – Διαμαντίδης μέσα από τις απαράμιλλες επιτυχίες και χαρές που μας προσέφερε μας κληρονόμησε άθελα του κι ένα μεγάλο πρόβλημα.
Τον πλήρη εγκλωβισμό μας στην ιστορία και σε μια μπασκετική ορθοδοξία που πηγάζει από τη χρυσή εποχή μας
Ο μπασκετικός ΠΑΟ και η πλειοψηφία των οπαδών του ζούσε εδώ και έξι χρόνια κοιτώντας και αναπολώντας το ένδοξο παρελθόν του, αντί να κοιτάει προς το μέλλον.
Όταν δεν κοιτάζεις εκεί που θέλεις να πας, όμως, θα πας εκεί που κοιτάς
Στο παρελθόν δεν μπορεί να γυρίσει κανείς, οπότε όσο κοιτάει σε αυτό είναι καταδικασμένος να παραμένει στάσιμος.
Και η επιθυμία για επιστροφή του Ζοτς είναι μια επιθυμία για επιστροφή σε ένα χρυσό παρελθόν.
Πόσο εφικτή είναι μια επανάληψη του χρυσού παρελθόντος το 2019, όμως;
Αν ο Ζοτς με κάποιο μαγικό τρόπο επέστρεφε στον πάγκο της ομάδας θα έπρεπε να ζήσει με το γεγονός ότι
Pavlos and Thanassis are not walking through that door anymore …
Dimitris Itoudis is not walking through that door anymore …
Diamantidis is not walking through that door anymore …
Στον ΠΑΟ του 2019, λοιπόν, ο Ζοτς όχι μόνο δεν θα μπορούσε να έχει ανάλογο μπάτζετ, αλλά ούτε και τους ίδιους βασικούς συνεργούς στο «έγκλημα» της χρυσής εποχής.
Το κυριότερο, ο ίδιος δεν θα μπορούσε ποτέ να είναι ο Ζοτς της προηγούμενης δεκαετίας.
Αρκεί να ρίξει κανείς μια ματιά στη θητεία του στη Φενέρ για να καταλάβει ότι κάνεις δεν μπορεί να διαβεί το ίδιο ποτάμι δυο φορές.
Μετά απο έξι χρόνια με τεράστιο μπάτζετ στη διάθεσή του, τη δυνατότητα να διαλέγει παιχταράδες και με απεριόριστη ανοχή σε ένα πλήρως επαγγελματικό περιβάλλον, ο μύθος που ακούει στο όνομα Ζοτς έχει να επιδείξει μία κατάκτηση ευρωπαϊκού και αυτή μέσα στην έδρα του.
Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Ζοτς έγινε χειρότερος προπονητής φυσικά.
Ήταν και παραμένει ο κορυφαίος στο είδος του και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μπάσκετ παίζουν και οι άλλοι.
Οι ομάδες που στήνει κάθε χρόνο εξακολουθούν να είναι ανάμεσα στις κορυφαίες και να παίζουν εξαιρετικά στο σετ παιχνίδι.
Ειδικά η περσινή Φενερ μέχρι να την χτυπήσουν οι τραυματισμοί παρουσίασε μια σετ επίθεση που ήταν πραγματική απόλαυση να την παρακολουθείς.
Η θητεία του Ζοτς στη Φενερ, όμως, αποδεικνύει ένα πράγμα: κανείς δεν καταφέρνει την απόλυτη κυριαρχία από μόνος του.
Η συναστρία που δημιούργησε τον κυριαρχικό ΠΑΟ της μακράς δεκαετίας 2000-2011 δεν είναι εύκολο να προκύψει ξανά.
Αν ο Ζοτς επέστρεφε στον ΠΑΟ του 2019 όχι μόνο δεν θα είχε μπάτζετ σαν αυτά της Φενέρ, αλλά θα είχε για πρόεδρο τον ίδιο άνθρωπο, τον οποίο δεν εμπιστευόταν το ’12.
Και για ηγέτη του τον Νικ Καλάθη που δεν είναι ο 3D, αλλά ο καλύτερος pg στην Ευρώπη αυτή τη στιγμή στο transition game.
Στον ΠΑΟ του 2019 δεν θα μπορούσε να αγοράσει όποιον παίκτη θέλει ούτε θα είχε την πολυτέλεια να αφήνει ακριβοπληρωμένους παίκτες στη γωνιά του πάγκου επειδή δεν θα μπορούσαν να γίνουν γρανάζι στην υπηρεσία του συστήματος.
Πέρα από όλα αυτά όμως έχω την εντύπωση ότι ο ίδιος Ζοτς δεν θα ήθελε να επιστρέψει στον Παναθηναϊκό πρωτίστως για έναν άλλον πολύ απλό λόγο.
Γιατί είναι πολύ έξυπνος για να τεθεί αντιμέτωπος με τον ίδιο του τον μύθο.
Είμαι βέβαιος ότι ο Ζοτς ξέρει καλύτερα από όλους ότι σε περίπτωση επιστροφής του θα βρισκόταν αυτόματα υπό το βάρος και τη σκιά του χρυσού παρελθόντος.
Κανείς έξυπνος άνθρωπος δεν τα βάζει με τον μύθο του.
Και ο Ζοτς είναι ο τελευταίος που θα είχε λόγο να θέσει σε κίνδυνο την ιδανική εικόνα του πράσινου παρελθόντος του.
Τόσο ο ίδιος όσο και το δικό του μπάσκετ έκλεισαν απόλυτα επιτυχημένα τον κύκλο τους στον ΠΑΟ εκείνες τις ημέρες του 2012
Ακριβώς επειδή αυτός ο κύκλος έχει ολοκληρωθεί, λοιπόν, τα γρανάζια της θεωρίας του χάους είχαν ήδη αρχίσει να κινούνται όταν έφτασε το πλήρωμα του χρόνου.
Το καλοκαίρι του 2018 ο Τσάβι Πασκουάλ έστηνε με την αγαστή σύμπραξη του προέδρου μας το πιο κακοστημένο ρόστερ της ιστορίας μας, προσπαθώντας μετά να βαφτίσει το κρέας ψάρι και βάζοντας τον Παπαπέτρου να παίζει σαν Ρίβερς και τον Τόμας σαν Σίνγκλετον.
Το σύστημα πάνω και πέρα από τα skills δηλαδή
Μια πεταλούδα όμως είχε προ πολλού κουνήσει τα φτερά της στην Ινδία και είχε προκαλέσει το ξέσπασμα ενός τεράστιου σκανδάλου στο κολεγιακό πρωτάθλημα της Αμερικής, τη Μέκκα του παγκόσμιου μπάσκετ.
Ένας από τους πλέον εμβληματικούς κόουτς του αμερικανικού μπάσκετ βρέθηκε απολυμένος και ντροπιασμένος και αναγκάστηκε να αναζητήσει τη λύτρωση μερικές χιλιάδες μίλια μακριά, στη χώρα των μπασκετικών Ζουλού.
Αυτός ο τύπος στήθηκε αγέρωχος από την πρώτη στιγμή στην άκρη του κορτ για να μας βάλει να ξανασκεφτούμε την ιστορία μας.
Δεν τίθεται ζήτημα σύγκρισης του Πιτίνο με τον Ζοτς.
Τα μεγαλεία δεν τα συγκρίνεις ποτέ.
Τα μεγαλεία μπορείς μόνο να τα αντιπαραβάλλεις.
Ο Πιτίνο πέρσι έκανε κάτι πολύ απλό.
Προσάρμοσε το σύστημα στα skills
Η ομάδα του Νικ Καλάθη πρέπει να τρέχει.
Η ομάδα του Παπαπέτρου πρέπει να έχει απίστευτο hustle στην άμυνα και να τελειώνει το ματς με 35 deflections.
Η ομάδα του Τόμας πρέπει να επιτίθεται στο ποστ στα 8 δευτερόλεπτα.
Η ομάδα του Παπαγιάννη δεν πρέπει να παίζει με αλλαγές στην άμυνα.
Ο Παναθηναϊκός των έξι αστεριών δεν επιτρέπεται να χάνει κανένα παιχνίδι με κάτω τα χέρια.
Ο Πιτίνο μας ανάγκασε με τον τρόπο του πέρσι να κοιτάξουμε κατάματα το παρόν και να στοχαστούμε το μέλλον.
Ατσαλάκωτος από τον καπνό των τσιγάρων και των καπνογόνων και αλύγιστος από τις ταρζανιές των γραφικών παραγόντων των δύο αιωνίων, μας έκανε να ξεχάσουμε για λίγο τον Ζοτς και την μπασκετική ορθοδοξία του ένδοξου παρελθόντος μας.
Ή τουλάχιστον να τα αντιμετωπίσουμε ως αυτό που είναι: παρελθόν, πεπερασμένα.
Όπως ο Πιτίνο μπορεί να μην είχε καταφέρει πότε αυτό που πέτυχε ο Ζοτς σε δεκατρία χρόνια, έτσι και ο Ζοτς πολύ δυσκολα θα μπορούσε να πετύχει αυτό που έκανε ο Πιτίνο μέσα σε λίγους μήνες.
Διαφορετικές νοοτροπίες και διαφορετικές εποχές.
Ο Πιτίνο είναι μεγαλύτερος σε ηλικία από τον Ζοτς.
Είναι όμως κι ένας τύπος που στα 67 του ένιωσε την ανάγκη να έλθει στην Ευρώπη για κάνει μια νέα αρχή και να αποδείξει στον εαυτό του και στον κόσμο ότι δεν τελείωσε.
O Ζοτς στα 60 του δεν έχει να αποδείξει κάτι πλέον στην Ευρώπη παρά μόνο να συντηρήσει τον μύθο του προσεγγίζοντας τη δουλειά του με τη λογική my way or the highway.
Όπου my way βάλτε low pace – low mistake basketball
Έχει απόλυτα κερδίσει το δικαίωμα να το κάνει αυτό.
Να σκέφτεται και να πράττει έτσι.
Είναι ο Ζοτς των 9 ευρωπαϊκών τίτλων.
Αλλά αυτή η νοοτροπία έχει και τις συνέπειες της προϊόντος του χρόνου.
Με πρώτη και κύρια την κούραση που αποπνέει η πιστή επανάληψη ενός επιτυχημένου μοντέλου και την οποία βγάζει η φετινή Φενέρ του ρόστερ των 30 εκατομμυρίων.
Η Φενερ θα καταλήξει εντός οκτάδας και φέτος φυσικά. Είναι σχεδόν αδύνατο με τέτοιο προπονητή και τέτοιο ρόστερ να αποτύχει παταγωδώς.
Αλλά η κούραση είναι εκεί και είναι εμφανής
Αυτή η κούραση φαίνεται και από το γεγονός ότι από το ’12 και μετά ο καλύτερος και πιο πιστός μαθητής του Ζοτς, ο Ιτούδης, υπήρξε πιο επιτυχημένος από αυτόν.
Αυτό συνέβη ακριβώς επειδή είχε τη φρεσκάδα να τολμήσει αυτό που δεν διανοήθηκε ο μέντορας του.
Να αποκλίνει από την μπασκετική ορθοδοξία με την οποία κέρδισε πέντε τίτλους δίπλα στον Ζοτς την προηγούμενη δεκαετία.
Η ΤΣΣΚΑ των δύο Euroleagues στα πέντε χρόνια θητείας του Ιτουδη είναι η ευρωπαϊκή ομάδα με τις περισσότερες επιρροές στο παιχνίδι της από την απέναντι όχθη του Ατλαντικού.
Context is everything …
Αν η επιστροφή του Ρικ φέτος, όπως κι ο ερχομός του πέρσι, φάνταζαν στο δικό μου μυαλό ως μάννα εξ ουρανού οι λόγοι γιαυτό είναι σαφείς.
Ο ΠΑΟ του 2019 με αυτό το μπάτζετ, αυτούς τους παίχτες και αυτόν τον πρόεδρο μπορεί να νικήσει μόνο με μπάσκετ διαφορετικό από αυτό του Ζοτς.
Και έχει ανάγκη να νικήσει με μπάσκετ διαφορετικό από αυτό του Ζοτς.
Αυτή την ανάγκη μπορεί να την επικοινωνήσει στο απαιτητικό κοινό της ομάδας μόνο ένας τύπος με το μπασκετικό μέγεθος και το know how του αθλήματος του διαμετρήματος του Πιτίνο.
Ένας hall-of-famer πεινασμένος και έτοιμος να εγκαταλείψει την όποια comfort zone του για να κυνηγήσει μια επιτυχία που θα αποτελέσει το δικό του redemption.
Αυτό από μόνο του θα ήταν αρκετό για να τον καταστήσει καλύτερη επιλογή τη δεδομένη στιγμή απέναντι στον Ζοτς, αλλά για τον Παναθηναϊκό ο Ρικ είναι πολλά περισσότερα.
Βασικά είναι η μεγαλύτερη του ελπίδα για να απεγκλωβιστεί οριστικά από την ιστορία του
Είναι αυτός που με τη διαφορετική νοοτροπία και τον αμερικανικό τρόπο σκέψης για το άθλημα μπορεί να διασφαλίσει τη φυγή προς το μέλλον που τόσο έχει ανάγκη η ομάδα εδώ και καιρό.
Είναι ο κατάλληλος άνθρωπος για να μας κάνει να αποστρέψουμε το βλέμμα από το παρελθόν και να κοιτάξουμε επιτέλους εκεί που θέλουμε να πάμε.