Panathinaikos BC Reloaded: Το μέλλον διαρκεί πολύ

Αν ρωτήσετε ανθρώπους που έχουν κάνει επιτυχημένες εγχειρίσεις ανοικτής καρδιάς ή τους στενούς συγγενείς τους, θα σας πουν μάλλον την ίδια ιστορία πάνω κάτω.

Την πρώτη μέρα που βγαίνει ο ασθενής από την εντατική και έρχεται και πάλι σε επαφή με το περιβάλλον και τους δικούς του ανθρώπους τον διακατέχει μια διάχυτη ευφορία.

Πρόκειται για ενστικτώδη αντίδραση όταν ο οργανισμός συνειδητοποιεί ότι πέρασε ο άμεσος κίνδυνος για τη ζωή του, ότι κέρδισε τη μάχη του χειρουργείου, και ότι πλέον έχει γίνει αυτό που πρέπει για να ξαναβρεί την υγειά του.

Και αυτή η συνειδητοποίηση δεν αλλάζει ούτε όταν η ευφορία της πρώτης μέρας υποχωρεί για να τη διαδεχτούν οι δυσφορίες της περιόδου αποκατάστασης που ακολουθεί και διαρκεί μήνες.

Ο PAO BC αυτές τις μέρες είναι σαν να έχει βγει μόλις από την εντατική μετά από επιτυχημένη εγχείρηση καρδιάς

Αν θέλαμε να είμαστε πιο ακριβείς στη μεταφορά, θα λέγαμε μεταμόσχευση καρδιάς με βάση το γεγονός ότι στη φετινή δωδεκάδα θα βρίσκονται με το ζόρι ένας ή δύο παίκτες που ήταν και πέρσι στην ομάδα.

Η ολοκλήρωση των φιλικών παιχνιδιών ήταν ακριβώς η στιγμή της ευφορίας μετά το επιτυχημένο χειρουργείο. Η συνειδητοποίηση ότι τα πράγματα μόνο καλύτερα μπορούν να πάνε.

Πέρσι, προς το τέλος της τρίτης κατά σειρά μαρτυρικής σεζόν για τον Παναθηναϊκό, ο γνωστός και μη εξαιρετέος ιδιοκτήτης αποφάσισε από το πουθενά να σκορπίσει χρήμα με ουρά, να διαθέσει το μεγαλύτερο μπάτζετ της δικής του εποχής για να ξαναδώσει ζωή στην ομάδα που ο ίδιος είχε καταδικάσει σε μια βασανιστική περιπλάνηση στην ανυποληψία.

Το τελευταίο καλό θα είναι να μην το ξεχνάει κανείς.

Όποιος είναι ικανός να “σκοτώσει” την ομάδα μια φορά εν ψυχρώ, μπορεί να το κάνει και δεύτερη.

Αλλά σε αυτό θα επανέλθω.

Μερικούς μήνες αργότερα, ο οργανισμός του μπασκετικού Παναθηναϊκού βρίσκεται συνολικά πλέον σε κατάσταση πλήρους αναμόρφωσης και αισιοδοξίας.

Kαι η αλήθεια είναι ότι έχει πολλούς καλούς λόγους για να αισιοδοξεί.

Τις επόμενες μέρες θα γραφτούν κι άλλα κείμενα και θα γίνουν κι οι απαραίτητες ενδελεχείς τεχνικές αναλύσεις (όπως θα έλεγε και ο Profanatica) για το νέο ρόστερ στο καθιερωμένο hatecast.

Σε αυτό εδώ το κείμενο θέλω να εστιάσω στις τρεις κατ’ εμέ κομβικές εξελίξεις, turning points όπως τα λένε εδώ στο χωριό μου, που καθόρισαν τo αποτέλεσμα του καλοκαιρινού “χειρουργείου” και θέτουν τις βάσεις για μια ολική επαναφορά του Παναθηναϊκού στο επίπεδο που αξίζει στην ιστορία του.

Κώστας Σλούκας

Μοιάζει μάλλον ανούσιο να υπερθεματίσει κανείς για τη σημασία της μετακίνησης του από τον Ολυμπιακό στον ΠΑΟ.

Νομίζω ωστόσο ότι είναι ανάγκη να πούμε κάποια πράγματα για αυτή τη μεταγραφή πέρα από τις κοινότοπες τοποθετήσεις της επαγγελματικής δημοσιογραφίας.

Ας ξεκινήσουμε λοιπόν από μία παραδοχή.

Ο Παναθηναϊκός πλήρωσε τρελή υπεραξία για να πείσει τον Σλούκα να μην ξενιτευτεί ξανά, αλλά να δεχτεί να κάνει το «σάλτο μορτάλε» από τον ένα αιώνιο στον άλλον.

Αδιανόητη υπεραξία, την οποία ρεαλιστικά ο Σλούκας δύσκολα θα ξεπληρώσει σε πρακτικό επίπεδο με την απόδοσή του στο παρκέ, εκτός κι αν στα 34 του μεταμορφωθεί σε prime Larkin ή  prime Micic.

Ωστόσο, οφείλουμε να είμαστε ξεκάθαροι και να πούμε χωρίς περιστροφές ότι αυτήν την υπεραξία ο Παναθηναϊκός ΕΠΡΕΠΕ να την πληρώσει.

Δεν είχε άλλη επιλογή.

ΔΕΝ ΕΠΙΤΡΕΠΟΤΑΝ και ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΣΕ να μην την πληρώσει στην παρούσα συγκυρία, από τη στιγμή που στόχος ήταν να ξαναμπεί ενεργά στο παιχνίδι της οχτάδας και της διεκδίκησης μια θέσης στο Φ4, αλλά και να κοιτάξει κατά πρόσωπο τον αιώνιο αντίπαλό του στην Ελλάδα.

Κι εδώ μπαίνει και ο ρόλος της αντίπαλης πλευράς στο παιχνίδι.

Είτε κάποιοι θέλουν να το παραδεχτούν ανοιχτά είτε όχι, ο κόουτς Μπαρτζώκας μέσα από την κόντρα του με τον Σλούκα που έδειξε στον τελευταίο την πόρτα της εξόδου έκανε ένα τεράστιο δώρο στον Παναθηναϊκό.

Ο Παναθηναϊκός είπε απλώς ευχαριστώ και έσπευσε να το αρπάξει.

Μου είναι αδιάφορο εδώ να αναλύσω αν και κατά πόσο η αποχώρηση Σλούκα θα αποδυναμώσει τον Ολυμπιακό ή θα του κάνει εντέλει καλό, αφού πλέον ο Μπαρτζώκας θα έχει παίκτες με τους οποίους θα συνεργάζεται πιο αρμονικά και δεν θα του δημιουργούν πρόβλημα.

Αυτό είναι θέμα για ένα κείμενο για τον Ολυμπιακό, όχι για τον Παναθηναϊκό.

Αυτό που αφορά στον Παναθηναϊκό και πρέπει να ειπωθεί ανοικτά και χωρίς περιστροφές, είναι ότι η κόντρα Σλούκα – Μπαρτζωκα και το σπάσιμο της συνεργασίας του πρώτου με τον Ολυμπιακό εξαιτίας της είχαν ως άμεσο αποτέλεσμα την άνευ προηγουμένου ενίσχυση των πρασίνων.

Δεν γνωρίζω αν στον Ολυμπιακό δεν φαντάζονταν ή δεν πίστευαν ότι ο Σλούκας θα έχει τα «άντερα» να κάνει αυτή την μετακίνηση.

Κοιτάζοντας όμως από απόσταση πλέον τις εξελίξεις εκείνων των ημερών, τα γεγονότα δείχνουν ότι η διαδικασία διαπραγμάτευσης είχε μάλλον τυπικό χαρακτήρα από τη στιγμή που σε αυτήν δεν συμμετείχε ο προπονητής.

Με δεδομένο ότι ο παίκτης θεωρούσε απαραίτητη προϋπόθεση να μιλήσει και με τον Μπαρτζώκα και αυτό δεν έγινε ποτέ, είναι σαφές ότι οι Αγγελόπουλοι έκαναν μια ύστατη προσπάθεια να πείσουν τον Σλούκα να μείνει, στηρίζοντας όμως πλήρως τον κόουτς και τη γραμμή του.

Αυτό αποτελεί απόδειξη του μεγέθους της επιτυχίας του Μπαρτζώκα που τον έχει καταστήσει το αδιαμφισβήτητο νούμερο ένα ασσετ του Ολυμπιακού με αποτέλεσμα ο οργανισμός να λειτουργεί στη λογική “Bartzokas’s way or the highway“.

Ταυτόχρονα όμως δείχνει και κάτι άλλο.

Η υπόθεση της ανανέωσης Σλούκα προσεγγίστηκε με μια λογική εφησυχασμού στην κόκκινη ΚΑΕ που εικάζω ότι τροφοδοτήθηκε από δύο παραμέτρους:

Η μία ήταν η ελληνοποίηση του Walkup που μετρίαζε τις συνέπειες μιας πιθανής απώλειας ενός (πρωτοκλασάτου) ελληνικού διαβατηρίου στην περιφέρεια.

Η άλλη ήταν η πεποίθηση που υπήρχε ότι αν τελικά δεν δεχθεί να μείνει ο Σλούκας με τους όρους του κόουτς, θα πάει κάπου στο εξωτερικό (βλ. Φενέρ), οπότε μικρό το κακό.

Με λίγα λόγια, στον Ολυμπιακό φαίνεται να μην είχαν λάβει σοβαρά υπόψιν το χειρότερο δυνατό σενάριο.

Φαίνεται δηλαδή ότι δεν φοβόντουσταν ότι με τους χειρισμούς τους δεν θα έχαναν απλώς αυτοί ένα ελίτ ελληνικό διαβατήριο, αλλά θα το παραχωρούσαν από το πουθενά στον αιώνιο αντίπαλό τους.

Και μάλιστα στη θέση όπου “πόναγε” πιο πολύ από κάθε άλλη τα τελευταία τρία μαρτυρικά χρόνια.

Ο χειρισμός της υπόθεσης Σλούκα από τον αιώνιο αντίπαλό του έδωσε στον Παναθηναϊκό (που προηγουμένως είχε χάσει τον μεγάλο, αλλά εμφανέστατα ανέφικτο στόχο του Καμπάτσο) τη δυνατότητα να πετύχει με ένα σμπάρο δύο τρυγόνια.

Πρώτον, να αποκτήσει έναν franchise player στέλνοντας πιο ξεκάθαρα από ποτέ το μήνυμα ότι αλλάζει επίπεδο (ή πιο σωστά επανέρχεται εκεί που πρέπει).

Αυτό διευκόλυνε και την προσέλκυση άλλων μεγάλων ονομάτων, όπως πχ. του Χουάντσο, του πιο ποιοτικού Ισπανού που έχει αποκτήσει ελληνική ομάδα εδώ και δεκαετίες.

Δεύτερον, να λύσει πλήρως τον γρίφο του στησίματος του πράσινου ρόστερ στο ασφυκτικό πλαίσιο του 6+6.

Σε αυτή τη βάση, ασχέτως με το ποια θα είναι η ατομική απόδοση του Σλούκα προϊούσης της σεζόν, και αν στο τέλος της θα έχει ηγηθεί ή όχι μιας ολικής ή μερικής επιστροφής στους τίτλους, γνώμη μου είναι ότι η υπεραξία που πληρώθηκε έχει μάλλον ήδη αποδώσει καρπούς.

Γιατί ο ερχομός του Σλούκα στην παρούσα συγκυρία δεν πρέπει να κριθεί πρωτίστως, πόσω μάλλον δε αποκλειστικά, από τους τίτλους που θα κατακτήσει ή δεν θα κατακτήσει φέτος ο Παναθηναϊκός.

Αυτό είναι ένα κοντόφθαλμο οπαδικό κριτήριο. Το κριτήριο των οπαδών της νίκης.

Το μέλλον διαρκεί πολύ, όπως έγραψα στον τίτλο, και αυτό σημαίνει ότι αυτό που πρέπει να γίνει φέτος στον Παναθηναϊκό είναι να μπουν τα θεμέλια για σταθερή επαναφορά στην οχτάδα και εν καιρώ στο Φ4.

Κι εδώ επανερχόμαστε στον αρχικό παραλληλισμό με την εγχείρηση καρδιάς.

Καλό είναι να θυμόμαστε ότι η περίοδος αποκατάστασης του ασθενή αρχίζει τώρα για τον Παναθηναϊκό, και ότι αυτή η περίοδος μπορεί να είναι μακρά και να έχει σκαμπανεβάσματα και δύσκολες στιγμές μέχρι ο οργανισμός να επανέλθει πλήρως στο επίπεδο που πρέπει.

Με όλα αυτά δεν προσπαθώ να απαλλάξω τον Σλούκα από τις αγωνιστικές ευθύνες που συνοδεύουν το βαρύ κι ασήκωτο συμβόλαιό του.

Θέλω απλώς να τις θέσω στη σωστή τους διάσταση.

Από τον Σλούκα ο Παναθηναϊκός δεν (πρέπει να) περιμένει να βάλει τη μπέρτα του Σούπερμαν και να κάνει αυτά που έκανε στον Ολυμπιακό ο prime Σπανούλης πχ. Ο οποίος, ειρήσθω εν παρόδω, κάθε άλλο παρά σάρωσε τους τίτλους τα πρώτα χρόνια της μεταπήδησης του στον αιώνιο, όπως όλοι θυμόμαστε.

Δεν είναι τέτοιος παίκτης ο Σλούκας παρότι κάθε άλλο παρά του λείπει ο clutch χαρακτήρας και το θάρρος ανάληψης της ευθύνης όταν η μπάλα καίει, όπως απέδειξε η παρουσία του τα δύο τελευταία χρόνια στον Ολυμπιακό.

Ο Σλούκας είναι ένας από τους τρεις top playmakers αυτή τη στιγμή στην Ευρωλίγκα, ο οποίος εκτός των αγωνιστικών του skills φέρνει στον reloaded Παναθηναϊκό δύο εξαιρετικής σημασίας στοιχεία.

Το χαμένο know how νίκης μέσα από την εμπειρία των 10 final four, και την καθοδήγηση ενός νέου ρόστερ όχι μόνο εντός αλλά και εκτός παρκέ.

Επίσης, όπως έχω πει σε ανύποπτο χρόνο, ο ερχομός του προσφέρει μια ασφαλιστική δικλείδα για να απελευθερωθεί από την έξτρα πίεση και να βρει χώρο ώστε να κάνει το επιθυμητό break out ο Βιλντόζα.

Η άλλη μεγάλη μεταγραφή αυτού του καλοκαιριού στα γκαρντ που έχει τεράστιο ποτένσιαλ.

Αν αφήσουμε, λοιπόν, στην άκρη την τοξικότητα και την ανοησία που δυστυχώς συνοδεύουν τις οπαδικές κρίσεις για κάθε μεταγραφή Έλληνα παίκτη πρώτης γραμμής από τον έναν αιώνιο στον άλλον, ένα πράγμα είναι σαφές.

Η μετακίνηση Σλούκα στον Παναθηναϊκό είναι – με μπασκετικούς όρους – ο ορισμός της εξέλιξης που μπορεί να αλλάξει την αγωνιστική μοίρα ενός συλλόγου που ψάχνει να ανακτήσει τη χαμένη του αίγλη εντός παρκέ.

Ergin Ataman

Ο ερχομός του κόουτς προκάλεσε κύμα ενθουσιασμού και αισιοδοξίας στους οπαδούς του τριφυλλιού λόγω του μπάσκετ που παρουσίασε στην Εφές την προηγούμενη πενταετία (με εξαίρεση ίσως την τελευταία κακή χρονιά).

Η αλήθεια είναι ότι η Εφές του Αταμάν έπαιξε κατά περιόδους από το ’18 και μετά το πιο όμορφο μπάσκετ που έχουμε δει στην από δω πλευρά του Ατλαντικού εδώ και πάνω από μια δεκαετία.

Ένα μπάσκετ κυριαρχικό που συνδύασε μοναδικά το υπέρτατο ατομικό ταλέντο με τη σωστή ομαδική λειτουργία, το υποδειγματικό σπέισινγκ, και τις απαραίτητες δόσεις hustling.

H Εφές του Αταμάν δεν έγινε τυχαία back-to-back πρωταθλήτρια Ευρώπης.

Έγινε γιατί στήθηκε μαεστρικά για να εξελιχθεί σε μια μηχανή παραγωγής καλαθιών που μπορούσε να νικήσει κάθε αντίπαλο με κάθε πιθανό τρόπο

Το κυριότερο όμως ήταν ότι μπορούσε να νικήσει όταν η μπάλα έκαιγε.

Ήταν τότε που έβγαζε τον καλύτερο της εαυτό, όπως όλες οι πραγματικά μεγάλες ομάδες που φτάνουν μέχρι το τέλος της διαδρομής.

Όπως και στην περίπτωση του Σλούκα, λοιπόν, ο Παναθηναϊκός με τον Αταμαν επιδίωξε να αγοράσει know-how επιτυχίας και attitude νικητή από την day 1.

Ο Τούρκος φέρνει και τα δύο σε υπερθετικό βαθμό μαζί με έναν πληθωρικό χαρακτήρα και με άγνοια κινδύνου στις δηλώσεις του.

Είναι ο πιο «Αμερικανός» κόουτς στην από εδώ πλευρά του Ατλαντικού όχι μόνο στον τρόπο που έπαιξε και νίκησε η προηγούμενη ομάδα του, αλλά και στη νοοτροπία με την οποία κάνει δηλώσεις.

Κυρίως σε αυτήν.

Αυτό σε άλλους αρέσει και σε άλλους όχι.

Ειδικά στους σερβοαναθρεμμένους Έλληνες μπασκετικούς, τέτοιες συμπεριφορές συνήθως τους ξινίζουν και τις θεωρούν γραφικές, “αμερικανιές”.

Αν αφήσουμε όμως στην άκρη τα κολλήματα της ετερόφωτης μεγάλης του έθνους μπασκετικής μας σχολής, εχθροί και φίλοι του Αταμάν του αναγνωρίζουν ένα πράγμα: δεν κρύβεται ποτέ.

Επίσης, του αναγνωρίζουν ότι οι μεγαλόστομες δηλώσεις που αφειδώς προσφέρει, δεν αποσκοπούν να μειώσουν και να προκαλέσουν τους αντιπάλους (και αυτό είναι καλό να το θυμούνται όλοι στο άκρως τοξικό ελληνικό περιβάλλον).

Είναι ο δικός του τρόπος να δώσει κίνητρο στον εαυτό του.

Η λέξη κίνητρο είναι κλειδί νομίζω για να προσπαθήσουμε να αποκωδικοποιήσουμε την προοπτική της παρουσίας του στον πράσινο πάγκο

Η περσινή Εφές έδειχνε λίγο παρατημένη στον αυτόματο πιλότο. Και αυτό το πλήρωσε.

Τα σημάδια “κούρασης” και “αδειάσματος” ενός πρότζεκτ που είχε κυριαρχήσει τα προηγούμενα χρόνια είχαν ήδη φανεί από πρόπερσι.

Τότε όμως η περιπετειώδης και ίσως και ολίγον τυχερή είσοδος της Εφες στα πλέι-οφ ελέω πολέμου και αποκλεισμού των Ρώσων ανέτρεψε την κατάσταση.

Εκεί το μάτι γυάλισε και πάλι.

Το κίνητρο επανήλθε στο ζενίθ και στο τέλος της ημέρας ο Αταμάν έκανε ξανά deliver, δικαιώνοντας τις μεγάλες δηλώσεις που είχε κάνει πριν το Φ4.

Η απόφαση του κόουτς, λοιπόν, να συμφωνήσει να αναλάβει την τεχνική ηγεσία του αγωνιστικά ξεπεσμένου Παναθηναϊκού των έξι αστεριών μπορεί να εμπεριέχει δεδομένο ρίσκο, αλλά είναι μάλλον ιδανική για να του ξαναδώσει το απαραίτητο ισχυρό κίνητρο.

Το κίνητρο που, όπως έδειξε η περσινή σεζόν, ο Αταμάν είχε τόσο μεγάλη ανάγκη πλέον, όση ανάγκη είχε και ο Παναθηναϊκός τη νοοτροπία νικητή που φέρνει ο κόουτς

Το σοβαρό μπάτζετ που του διέθεσε η διοίκηση το καλοκαίρι, τον διευκόλυνε να κάνει μία πολύ καλή στελέχωση, όπως ήταν άλλωστε απολύτως αναμενόμενο από αυτόν.

Αυτό είναι με διαφορά το ισχυρό του σημείο.

Μπορεί να μην είναι αψεγάδιαστη η στελέχωση, και δεν ήταν και εύκολη υπόθεση να είναι από τη στιγμή που έπρεπε να αποκτηθεί σχεδόν μια δωδεκάδα νέων παικτών, αλλά είναι σίγουρα εξαιρετικά δυνατή.

Είναι μια στελέχωση που αφήνει υποσχέσεις ότι φέτος ο Παναθηναϊκός θα είναι σε θέση να διεκδικήσει ξανά με αξιώσεις την είσοδό του στην οκτάδα.

Ωστόσο θα επιμείνω ότι αυτό που αποτελεί ίσως τον πιο σημαντικό λόγο να αντιμετωπίζουμε την παρουσία του Αταμάν στον πάγκο του Παναθηναϊκού με αισιοδοξία, είναι το τεράστιο κίνητρο που φαίνεται να έχει από την πρώτη μέρα.

Η ξεκάθαρη ανάγκη του να δείξει ότι μπορεί να πετύχει ξανά με διαφορετική ομάδα, και μάλιστα με μια ομάδα ιστορική που ψάχνει τη μεγάλη επιστροφή.

Μια ανάγκη που διαγράφεται σε κάθε του κίνηση και στον τρόπο που κοουτσάρει την ομάδα ήδη από τα φιλικά.

Στον αθλητισμό το κίνητρο είναι το ένα τρίτο του δρόμου προς την επιτυχία. Τα άλλα δύο τρίτα είναι το ταλέντο και το work ethic.

Ο Παναθηναϊκός που έστησε ο Αταμάν φαίνεται να διαθέτει και από τα τρία σε περίσσευμα. Οψόμεθα!

Το πράσινο ΟΑΚΑ

Και μιας και μιλάμε για κίνητρο ας επιχειρήσουμε στο κλείσιμο αυτού του άρθρου να αποκωδικοποιήσουμε και το κίνητρο πίσω από την ολική επιστροφή του ιδιοκτήτης της πράσινης ΚΑΕ.

Ή μάλλον, για να το θέσω πιο σωστά, ας αναρωτηθούμε πόσο μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα διαρκέσει το όποιο κίνητρο έχει για την τόσο στοχευμένη, οργανωμένη, και πλουσιοπάροχη σε επίπεδο οικονομικών δεδομένων επανενεργοποίηση του στην ΚΑΕ;

Για να είμαστε ειλικρινείς, απάντηση σε αυτό δεν μπορεί να υπάρξει.

Για να μιλήσω χωρίς περιστροφές.

Στον ιδιοκτήτη δεν μπορεί να έχει εμπιστοσύνη κανένας λογικός φίλος του Παναθηναϊκού

Κανείς μας δεν μπορεί να είναι σίγουρος ότι δεν θα ξυπνήσει στραβά μια μέρα στο κοντινό ή λίγο πιο μακρινό μέλλον και δεν θα πει ξανά κατεβάζω τον διακόπτη.

Πουλάω. Δεν θέλω καμία σχέση με την ΚΑΕ.

Γ@μω τον Παναθηναϊκό σας, και άλλα τέτοια όμορφα.

Επίσης πολύ φοβάμαι ότι ούτε η μεγάλη επένδυση που αντικειμενικά έχει κάνει φέτος, δεν θα είναι αρκετή για να τον εμποδίσει να επιστρέψει σε τακτικές τοξικότητας τόσο εντός όσο και εκτός τειχών στο εγγύς ή απώτερο μέλλον.

Ωστόσο υπάρχει και μια μικρή χαραμάδα ελπίδας σε όλο αυτό.

Αν υπάρχει ένας λόγος να αισιοδοξούμε ότι δεν θα επιστρέψει ο εφιάλτης του παρκαρίσματος, αυτός είναι το πράσινο ΟΑΚΑ

A good act does not wash out the bad, nor a bad act the good, λένε οι Αμερικανοί.

Το πράσινο ΟΑΚΑ είναι αδιαμφισβήτητα μια εξέλιξη σταθμός για το παρόν και το μέλλον του συλλόγου, και αυτή χρεώνεται στα λίγα θετικά της μέχρι τώρα θητείας του ιδιοκτήτη στο τιμόνι της ΚΑΕ.

Εκτός απροόπτου, αν δηλαδή η ομάδα σε όσα χρόνια δικής του διοίκησης ακολουθήσουν δεν επαναλάβει αντίστοιχους θριάμβους με αυτούς της εποχής του πατέρα και του θείου του, το πράσινο ΟΑΚΑ θα αποτελέσει την παρακαταθήκη της δικής του θητείας στον σύλλογο.

Αυτό όμως είναι δευτερεύον ζήτημα.

Το πρωτεύον και σημαντικότερο για όλους τους φιλάθλους του Παναθηναϊκού είναι ότι η απόκτηση του ΟΑΚΑ αποτελεί τον πλέον σοβαρό και ουσιαστικό λόγο για να είναι αισιόδοξοι ότι το μέλλον του μπασκετικού τμήματος όχι μόνο θα διαρκέσει πολύ, αλλά θα είναι και όμορφο.

Το πράσινο ΟΑΚΑ, που αναμένεται να έχει μεταμορφωθεί πλήρως μέχρι του χρόνου τέτοια εποχή, είναι η ασφαλιστική δικλείδα ότι ο Παναθηναϊκός θα έχει όλα τα φόντα για να παραμείνει δυνατός και να διεκδικεί τίτλους μετά και πέρα από τον κάθε Σλούκα, Αταμάν ή Γιαννακόπουλο.

Καλή μπασκετική χρονιά σε όλους,

…and let the game begin!