Μέσα στη Νύχτα των Άλλων

Οι Τρύπες υπήρξαν κάτι παραπάνω από απλό συγκρότημα.

Γενικά θα ήθελα να αρχίσω να μιλάω για αυτούς και να μην τελειώσω ποτέ. Αλλά δεν θα το κάνω.

Και ο κύριος λόγος για αυτό είναι για να μην φτάσει η στιγμή που τελειώνω.

Για τους περισσότερους που είναι πάνω από 30, υπάρχει μια αρκετά μεγάλη πιθανότητα να μεγάλωσαν με τα τραγούδια τους. Έστω για κάποιους. Υπάρχει επίσης μια αρκετά μεγάλη πιθανότητα κάποιοι από εμάς να βρεθήκαμε κάποτε σε κάποια συναυλία τους. Ναι, πιθανόν κάποιοι από όσους διαβάζουν να έσπρωξαν, ή να πάτησαν κάποιους άλλους που επίσης διαβάζουν.

Τέλος πάντων.

Για ένα μέρος ανθρώπων, οι Τρύπες υπήρξαν παραπάνω από ένα συγκρότημα.

Υπήρξαν όλα όσα προηγούνταν από κάθε δίσκο τους. Υπήρξαν οι ατελείωτες συζητήσεις για τα πιο εξευτελιστικά ανούσια πράγματα σχετικά με αυτούς τα οποία ωστόσο εκείνη τη στιγμή έδειχναν να είναι ό,τι σημαντικότερο έχεις επιχειρηματολογήσει ποτέ.

Υπήρξαν τα άτομα με τα οποία τα συζητούσες.

Υπήρξαν ο Αγγελάκας και ο Καρράς και ο Ασκληπιός και ο Μπάμπης και όλοι οι τριγύρω. Γιατί τους ξέρεις. Υπήρξαν η κάθε συναυλία που πήγες, στο μέρος που πήγες και με τους ανθρώπους που πήγες. Υπήρξαν η εισαγωγή του “Διψάω” που έπαιζε στα ηχεία πριν ξεκινήσει το λάιβ. Το μπάσο του “Δεν Χωράς Πουθενά.” Το ριφ του “Εδω.” Το άρπισμα του “Ακούω την Αγάπη.” Το Ρόδον. Οι πλατείες. Η επόμενη μέρα στο σχολείο. Υπήρξαν εκείνη η γαμημένη στιγμή που τους έβλεπες να βγαίνουν στη σκηνή.

Υπήρξαν τα παιδικά σου χρόνια.

Ο Παναθηναϊκός λοιπόν υπήρξε κάτι αντίστοιχο.

Αυτό το εκνευριστικά πετυχημένο τμήμα σου έδωσε μια ζωή γεμάτη εκνευριστικά συγκλονιστικές στιγμές. Βασικά αν πιάσεις τη ζωή σου και αρχίσεις να μετράς που ήσουν, τί έκανες, με ποιους και πώς, σε ό,τι έχει να κάνει με αυτή την ομάδα θα καταλήξεις..

Να μην πεις τίποτα.

Η ιστορία είναι ότι γενικά, επίσης αν είσαι πάνω από 30, ο Παναθηναϊκός υπήρξε για σένα ένα διαρκές, εξωφρενικά επίμονο και προκλητικά κυριαρχικό πάρτυ απέναντι σε όλους που στην πραγματικότητα, για 25 και βάλε χρόνια εσύ το μόνο που είχες να κάνεις ήταν να το ζεις.

Πίσω από αυτό βρισκόταν μόνο μία γενική και αόριστη εικόνα του Παύλου, ο οποίος σε οδηγούσε με το στυλ “ε κουρασμένα ανθρωπάκια εκεί κάτω, όσο υπάρχω εγώ τίποτα μην σας θλίβει.”

Και κάπως έτσι έζησες το γλέντι της ζωής σου.

Μέχρι εδώ έτσι είναι γιατί έτσι είναι.

Το ξέρουμε, το ζήσαμε, το θυμόμαστε σαν να είναι χτες και κατά βάση δεν μπορούμε και ούτε θα καταφέρουμε ποτέ να το περιγράψουμε στην πραγματική του διάσταση στους νεότερους.

Χρονικά, η εποχή που το παραμύθι τελείωσε μπορεί να τοποθετηθεί με ασφάλεια στην αποχώρηση του Ομπράντοβιτς.

Είναι τόσο περίεργο by the way, όταν το είδες να συμβαίνει στη Φενέρ. Σε απείρως μικρότερη κλίμακα προφανώς, αλλά πόσο τραγικό είναι να βλέπεις μια ομάδα να περνάει τις glory days της και ξαφνικά να ξέρεις και εσύ και οι παίκτες και οι οπαδοί της και ο κόσμος όλος, ότι τώρα μόλις επέστρεψες στο έδαφος και το καλύτερο που μπορούν να σου πουν οι τριγύρω που σε βλέπουν είναι ένα “καλή τύχη.”

Το ζήτημα σε όλο αυτό είναι ότι γεγονότα σαν αυτό δυστυχώς δεν μπορούν να ξεπεραστούν από τη μια μέρα στην άλλη.

Για την ακρίβεια, παρότι προσωπικά ποτέ δεν ένιωσα τόση θέληση για στήριξη στην ομάδα όσο την πρώτη χρονιά του Πεδουλάκη, από ένα σημείο και μετά που το πράγμα φάνηκε ότι πηγαίνει προς κάτι πραγματικά καλό, μέσα μου έκανα σενάρια που πάμε στο Φ4. Και γιατί όχι το παίρνουμε κιόλας.

Ο λόγος παρόλα αυτά δεν ήταν γιατί ήθελα το Ευρωπαϊκό.

Στην πραγματικότητα ο λόγος ήταν γιατί ήθελα εκείνη η ομάδα να πετύχει για εκείνη την μία στο εκατομμύριο πιθανότητα που όμως είχε αρχίσει να αχνοφαίνεται. Αυτή του να ξεπεράσουμε σαν σύλλογος την φυγή του Ομπράντοβιτς και γιατί όχι να ξεκινήσουμε μια νέα εποχή με τους παίκτες και τη νοοτροπία εκείνης της νέας ομάδας. Του Λάσμε, του Γκιστ και του Ματσιούλις.

Δεν έγινε.

Και αφού δεν έγινε επιστροφή στο σημείο μηδέν. Σκούντημα στον ώμο και “καλή τύχη.”

Καλή τύχη με τον Τζόρτζεβιτς και με τον Χαραλαμπόπουλο να σηκώνει το έβδομο. Με 3 μεταγραφές κάθε χειμώνα για “δώρο από τη Διοίκηση” σε θέσεις που δεν κάλυπτες το καλοκαίρι. Με το καθιερωμένο καλοκαιρινό ξεκίνημα κάλυψης των ελλείψεων του ρόστερ από τον τρίτο αναπληρωματικό γκαρντ και “αν μείνουν λεφτά ίσως γίνει πρόταση” στους βασικούς. Με την ευλαβική ανακύκλωση των ίδιων μεταγραφικών στόχων κάθε καλοκαίρι. Με υπονοούμενα για παίκτες και προπονητές στο πρώτο κακό αποτέλεσμα από τους αυλικούς.

Με αυλικούς βασικά.

Με τιμωρίες, πρόστιμα, πούλμαν. Με αλλαγή προπονητή κάθε Χριστούγεννα και Πάσχα (κατά προτίμηση, με το ίδιο πρόσωπο). Με την Ευρωλίγκα να σε τιμωρεί σε απευθείας μετάδοση σε κάθε ματς και εσύ να της ποστάρεις τριχωτά αρχίδια. Με κοτόπουλα, στρινγκ, ευχές σε παίκτες, παράγοντες, κόσμο. Με γραφεία Τύπου.

Όσοι περνάν τη χώρα της Απόγνωσης, παθαίνουν Αμνησία.

Αντί της εποχής που δεν ήρθε ποτέ, ο Παναθηναϊκός τελικά βρέθηκε σε έναν διαρκή αγώνα πάλης με τις αξίες του, προσπαθώντας να αποφασίσει αν προτιμάει την ελπίδα των νικών συνοδευόμενη με όλα τα παραπάνω, ή την σχεδόν βέβαιη ανυποληψία αλλά με την απουσία τους.

Όλα τα υπόλοιπα είναι δυστυχώς όμορφα ψέματα που λέμε στον εαυτό μας.

Ή μάλλον δεν είναι ακριβώς όμορφα ψέματα, όσο είναι μια εσωτερική διαδικασία αξιολόγησης των προτεραιοτήτων που θέτει ο καθένας για την ομάδα του. Προτεραιότητες που αν έμπαιναν σε μία κλίμακα, τότε στο ένα άκρο θα βρισκόταν ο μπασκετικός Παναθηναϊκός και στο άλλο ο ποδοσφαιρικός.

Pick your poison.

Να πω εδώ ότι δεν χρειάζεται να πω πόσο πίστεψα ότι όλα αυτά θα αλλάξουν τη μέρα που ήρθε ο Πιτίνο.

Είχα πει και τότε ότι αυτή η ομάδα χρειάζεται απεγνωσμένα την προσωπικότητα που θα είναι ανάλογη του συλλόγου. Το τμήμα είναι πολύ μεγάλο για οτιδήποτε λιγότερο.

Δεν έγινε, ούτε αυτό.

Στην πορεία κατάλαβα. Όσοι πίστεψαν απλά έψαχναν την δικιά τους κοντινή Αμερική.

Μέσα στα πολλά και σημαντικά λοιπόν που είπε αυτός ο παπατζής ήταν το: “Diamantidis is not walking through that door. Frankie is not walking through that door. We have what we have.”

Ο Πιτίνο μέσα σε μερικούς μήνες πρόλαβε να δείξει πολλά για τον δρόμο που πρέπει να ακολουθήσει η ομάδα αν θέλει να μεγαλουργήσει ξανά, είτε ηθελημένα είτε άθελα του. Ήταν ο μόνος που σου θύμισε για λίγους μήνες ποιος είσαι. Ο μόνος που πήγε να διώξει από πάνω σου όλη τη σκουριά. Ο μόνος που σου είπε να απαγκιστρωθείς από τα βαρίδια που σου βάζει το παρελθόν σου. Ή μάλλον αυτοί που καπηλεύονται το παρελθόν σου.

Δεν είναι τυχαίο ότι πολεμήθηκε όσο πιο γρήγορα γινόταν.

Γιατί δυστυχώς ο Ομπράντοβιτς μπορεί να έφυγε. Όλα όμως όσα ακολουθούν το μπασκετικό του γίγνεσθαι είναι δημιουργήματα του μυαλού ανθρώπων, δημοσιογράφων ή και απλών οπαδών, που έμειναν εδώ να “διδάξουν” μπασκετική γνώση καπηλευόμενοι την παρελθούσα τελειότητα κάποιου που εδώ και χρόνια λείπει.

Όταν ρωτήθηκε σε ποιον αφήνει τη βασιλεία του λίγο πριν πεθάνει ο Μέγας Αλέξανδρος είπε: “τω κρατίστω,” δηλαδή “στον ισχυρότερο.” Βέβαια πριν προλάβει να ταφεί ο Αλέξανδρος, ο Περδίκκας είχε προλάβει να σκοτώσει τον Μελέαγρο για να μην του πάρει τη θέση ο Αριδαίος.

Ο Παναθηναϊκός βρίσκεται στα χρόνια των διαδόχων.

Σε όλα τα επίπεδα.

Και όχι. Τα γκαρντ του Παναθηναϊκού δεν ήταν “καθαρά PG.” Ούτε έπαιζε το μπάσκετ του Πεδουλάκη ο Παναθηναϊκός. Ούτε έδειχνε κάποιου είδους απέχθεια στους “πουτσάτους” παίκτες της ομάδας του. Ούτε έψαχνε να βρει ποιος έχει το χειρότερο σουτ “αλλά κάνει πράγματα που δεν φαίνονται στη στατιστική” για να τον φέρει στην ομάδα του. Ούτε κρεμόταν κάθε μέρα από το παρελθόν του. Και ξέρεις ποιος δεν τα έκανε πρώτος όλα αυτά;

Ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς.

Ο Παναθηναϊκός ήταν η ομάδα που έφερε στην Ελλάδα τον Ντομινίκ Γουίλκινς και ήθελε να φέρει τον Μπάρκλει. Ήταν η ομάδα που έπαιξε ο Γκάλης και ο Γιαννάκης.

Είναι η ομάδα που έπαιξε ο γαμημένος Ντέγιαν Μποντιρόγκα.

Και όχι.

Άν είσαι 20 χρονών σήμερα δεν ξέρεις πώς είναι να παίζει για την ομάδα σου ο Ντέγιαν Μποντιρόγκα. Αν είσαι 20 χρονών ο καλύτερος παίκτης που έχεις δει να παίζει για την ομάδα σου είναι ο Νικ Καλάθης. Και αυτό δεν είναι μομφή για τον Νικ που όσο βρέθηκε στην ομάδα σου έδωσε ό,τι είχε και ακόμα περισσότερα. Είναι όμως μομφή στην διαστρεβλωμένη σου εικόνα για το ποια είναι η ομάδα που υποστηρίζεις.

Η ομάδα που υποστηρίζεις δεν είναι γενικά η ομάδα που έχεις γνωρίσει τα τελευταία 10 χρόνια.

Αλλά ας πούμε ότι είσαι παραπάνω και το ξέρεις.

Βασικά σκέψου ότι έχουν συμβεί όλα όσα έχουν συμβεί τα τελευταία 10 χρόνια και αυτή είναι μια ιστορία που εσύ που την έζησες έπρεπε να την διηγηθείς σε κάποιον νεότερο. Τί πιστεύεις ότι θα έκανες;

Απαντάω εγώ.

Θα έκανες δύο πράγματα.

Το ένα θα ήταν να αναπολείς το παρελθόν και κάθε λίγο και λιγάκι να υπενθυμίζεις στον εαυτό σου τί καλός που ήσουν. Και το άλλο θα ήταν να προσπαθείς να φτιάξεις στο σήμερα μια φτηνή απομίμηση αυτού που ήσουν τότε. Κάτι ανάλογο βλέπουμε σε κάτι θείους μεγαλύτερης ηλικίας όταν μιλάνε σε γλέντια για τις γκόμενες που έριχναν όταν ήταν στην ηλικία σου.

Το πρόβλημα εν προκειμένω και στα δύο αυτά είναι ότι στην πραγματικότητα αποτελούν αμφότερα μια απέλπιδα προσπάθεια να αντιπαρέλθεις μέσα σου αυτό που πραγματικά σε στεναχωρεί. Ή που τέλος πάντων δεν σε ικανοποιεί.

Θα μου πεις “ναι αλλά αν δεν τιμάς την ιστορία σου” μπλα μπλα μπλα.

Το θέμα εδώ είναι ότι δεν υπάρχει κάποιου είδους πόλεμος με το παρελθόν σου. Ποτέ δεν υπήρχε. Η όποια “πολεμική” διάθεση προέρχεται μόνο από αυτόν που προσπαθεί να “επιβληθεί” στον άλλο με το υφέρπον επιχείρημα “όταν εγώ ήμουν στην ηλικία σου.”

Το παραπάνω, είναι σαφές ότι έχει κοινωνιολογικές προεκτάσεις, οι οποίες σε γενικές γραμμές έχουν στόχο την ιδεολογική επιβολή του μεγαλύτερου σε ηλικία έναντι του μικρότερου. Δεν είναι ούτε κάτι καινούργιο, ούτε κάτι που πρόκειται ποτέ να αλλάξει. Η συμπεριφορά αυτή είναι ενστικτώδης και θα αποτελεί πάντα το καταφύγιο αυτού που νιώθει την πίεση του χρόνου.

Μπορεί να το κάνω και εγώ κάποτε.

Σε κάθε περίπτωση όμως όπως στη ζωή έτσι και στο μπάσκετ αυτό θα σε κρατάει δέσμιο.

Το παρελθόν σου, αντί να στέκει περήφανο για να σου θυμίζει ποιος είσαι, στέκει ως βαρίδι για να σου υπενθυμίζει τί δεν είσαι τώρα και εσύ να προσπαθείς να κλέψεις λίγη από τη χαρά που είχες τότε.

Και όχι.

Ο Παναθηναϊκός δεν αναπολούσε ποτέ.

Για την ακρίβεια ο Παναθηναϊκός δεν έκανε πολλά που αν είσαι μικρός νομίζεις ότι έκανε.

Ο Παναθηναϊκός δεν είχε σύνδρομα ανωτερότητας. Ούτε απέχθεια για μεγάλους παίκτες. Ούτε μίσος για αυτούς αν αποφάσιζαν να φύγουν. Ούτε περίμενε να μάθει τί θέλει η ομάδα από κύκλους. Ούτε θεωρούσε δεδομένες τις υπεκφυγές στις δηλώσεις των ανθρώπων της. Ο Παναθηναϊκός δεν έφερνε παίκτες προ των ευθυνών τους μετά από ήττες. Ούτε εξαρτούσε το μέλλον του από τον Ολυμπιακό. Δεν έκανε μεταγραφές στη μέση της περιόδου, δεν τιμωρούσε τους ανθρώπους του και δεν μάθαινε τους οπαδούς του να περιμένουν δώρα από τη διοίκηση. Γιατί ο κόσμος ήξερε. Ο κόσμος πάντα ήξερε.

Η έναρξη όλων αυτών έγινε τότε που δεν θέλεις να θυμάσαι.

Και το χειρότερο δεν είναι αυτό. Το χειρότερο είναι ότι τώρα μεγαλώνει μια γενιά που αυτό το θεωρεί δεδομένο. Και είναι λογικό. Όταν δεν έχεις μάθει πώς είναι να έχεις εμπιστοσύνη στην ομάδα σου, θα ψάχνεις ενστικτωδώς να διαβάσεις πίσω από τις λέξεις. Να δεις τί έγραψε ο ένας και τί άφησε να εννοηθεί ο άλλος. Θα ψάχνεις να δεις τί άφησε να εννοηθεί ένας άνθρωπος που παίρνει αξία από τα αποφάγια της ομάδας σου για παίκτες και ανθρώπους που εχουν δώσει την ψυχή τους για την ομάδα σου.

Φιμώνω τοίχους, ταΐζω μηχανές.

Για να μην πολυλογώ. Ο Παναθηναϊκός βρίσκεται σε ένα τεράστιο τέλμα και θα βρίσκεται για όσο επιθυμεί αυτός που τον καθοδηγεί να βρίσκεται σε τέλμα.

To DNA του θα διαλύεται χρόνο με τον χρόνο. Προπονητές και αθλητές θα έρχονται και θα φεύγουν ταπεινωμένοι αγωνιστικά και ηθικά. Προσωπικότητες θα δίνονται βορά σε ένα κοινό που θα αρχίσει να μεγαλώνει περιμένοντας την. Και σε 10 χρόνια από τώρα, ο μπασκετικός Παναθηναϊκός δεν θα διαφέρει σε τίποτα από τον ποδοσφαιρικό.

Όπως ένας πιτσιρικάς δεν ξέρει σήμερα πώς είναι να παίζεις στο Τσάμπιονς Λιγκ και να σε φοβούνται, έτσι δεν θα ξέρει και στο μπάσκετ. Όπως κάποιοι δεν έχουν δει τον Σισέ να παίζει για την ομάδα τους, έτσι κάποιοι δεν θα έχουν δει τον Διαμαντίδη και τον Μποντιρόγκα. Όπως κάποιοι δεν σέβονται τίποτα, έτσι δεν θα σέβονται τίποτα και εδώ.

Ο χρόνος είναι ο χειρότερος γιατρός.

Ο Παναθηναϊκός δυστυχώς διάγει τα χρόνια που ακολουθούν όλες οι μεγάλες πτώσεις των αυτοκρατοριών. Πάντα το φοβόμουν. Αλλά ποτέ δεν πίστευα ότι μπορεί να συμβεί σε εμάς. Πάντα σκεφτόμουν τί γυρεύουμε εμείς μέσα στη νύχτα των άλλων. Και αυτό γιατί ήταν τόσο γαμημένα εύκολο να μην συμβεί. Πλέον είσαι η ομάδα που έχει απολύσει τον Διαμαντίδη και τον Αλβέρτη. Δεν υπάρχουν πολλά χαμηλότερα σημεία από αυτό.

Όταν έμαθα ότι διαλύθηκαν οι Τρύπες ήταν καλοκαίρι.

Θυμάμαι ακριβώς και το σημείο που βρισκόμουν. Κυρίως όμως θυμάμαι πόσο δεν το αποδέχτηκα ποτέ. Πόσο έλεγα ότι δεν είχαν απολύτως κανένα λόγο να διαλυθούν. Ότι τα είχαν όλα. Ότι έπρεπε να συνεχίσουν να γράφουν ιστορία και σήμερα όλοι εμείς να έχουμε 20 χρόνια επιπλέον αναμνήσεων από αυτούς.

Αναμνήσεις που δεν δημιουργήθηκαν ποτέ.

Αντί αυτού ο Αγγελάκας συνέχισε μόνος του και μέχρι σήμερα ο κόσμος περιμένει να παίξει ένα τραγούδι από Τρύπες με ζουρνάδες και τουμπερλέκια για να του θυμίσει πώς ένιωθε όταν τους έβλεπε μικρός.

Ελπίζω κάποιος όλα αυτά τα χρόνια να του είπε ότι δεν είναι το ίδιο.

Ποτέ δεν είναι το ίδιο.

Δεν πειράζει.

Εδώ η θλίψη δεν κερδίζει ποτέ.

Σε μια άλλη ζωή ο Αγγελάκας και ο Καρράς και ο Μπάμπης και ο Ασκληπιός και ο Διαμαντίδης και ο Αλβέρτης και όλοι όσοι πρωταγωνίστησαν στα παιδικά σου χρόνια δεν έχουν σταματήσει να παίζουν όπως ακριβώς τους φανταζόσουν.

Είπα ότι δεν θέλω να αρχίσω να μιλάω για αυτά γιατί δεν θέλω να φτάσει ποτέ η στιγμή που τελειώνω.

Το ίδιο ακριβώς νιώθω και για τον Παναθηναϊκό.

Γύρω μου το τζάμι έχει σπάσει
και έχω μείνει με το βλέμμα καρφωμένο
τί ήθελα να δω έχω ξεχάσει
θα περιμένω
ώσπου να θυμηθώ, θα περιμένω…