Στην αρχαία παρωδία της Ιλιάδας του Ομήρου, γνωστή ως Βατραχομαχία ή Μυομαχία ή Βατραχομυομαχία, ο βασιλιάς των βατράχων Φυσίγναθος αρνείται να αναλάβει την ευθύνη του για τον θάνατο του ποντικού Ψιχάρπαγα με αποτέλεσμα οι ποντικοί να κηρύξουν τον πόλεμο στους βατράχους, αναγκάζοντας τους Θεούς να παρέμβουν για να σταματήσει ο αιματηρός πόλεμος.

Η σύγχρονή μας Πασκουαλομαχία έχει κάποια στοιχεία κοινά με το σατιρικό αρχαίο έπος, εξού και η παράφραση του τίτλου. Καταρχάς πρόκειται εξίσου για παρωδία, καθώς εκεί καταντάει νομοτελειακά κάθε συζήτηση που επικαθορίζεται από το θυμικό συνομιλητών που λειτουργούν ως επί το πλείστον ως “lovers” ή “haters”. Και για τους μεν και για τους δε ο σκοπός είναι κοινός: είτε να υπερασπιστούν είτε να αποδομήσουν σε απόλυτο βαθμό το αντικείμενο του πόθου/πάθους τους.
Το έτερο κοινό είναι ότι, όπως και στο αρχαίο έπος, ο καυγάς ξεκινά από την αδυναμία κάποιων να παραδεχθούν ότι μπορεί και να έκαναν λάθος, ότι κάπου έπεσαν έξω. Αυτό είναι γενικότερο πρόβλημα βέβαια, ειδικά στον μαγικό κόσμο του Ιντερνετ, όπου κυριαρχεί η ανταλλαγή ανώνυμων απόψεων με πολεμικό χαρακτήρα.
Ο Τσάβι Πασκουάλ δεν κατοικεί πλέον στα μέρη μας μετά την απομάκρυνσή του στo μέσο μίας σεζόν που προδιαγραφόταν από απογοητευτική έως εφιαλτική. Όταν αποχώρησε άφησε στην ομάδα με αρνητικό ρεκόρ νικών (6-7) έχοντας όμως ξεκινήσει με το ευνοϊκότερο πρόγραμμα που είχε ποτέ ο ΠΑΟ σε αυτό το φορμάτ της Ευρωλίγκας.

Έκτοτε μαίνεται ένας ακήρυκτος εμφύλιος πόλεμος μεταξύ των πράσινων οπαδών για το αν η απομάκρυνσή του ήταν σωστή ή όχι.
Ας ξεκινήσουμε όμως από την ανάποδη, δηλαδή βγάζοντας από το κάδρο της κουβέντας μας τους “haters”, καθώς είναι ανάξιοι αναφοράς. Οι “haters” του Πασκουάλ, αυτοί δηλαδή που εξαρχής τον αποδομούσαν ως «μυρωδιά», «ύπνο», «υπερεκτιμημένο» και δεν έβρισκαν τίποτα καλό σε αυτόν, δεν έχουν τίποτα να μας πουν. Πρόκειται απλώς για τυφλωμένους ανθρώπους που δύσκολα μπορείς να τους σώσεις από την τύφλωσή τους.
Εμένα εδώ με ενδιαφέρουν οι “lovers” γιατί εκεί διακρίνω ελπίδα σωτηρίας και νόημα να κάνει κανείς μια προσπάθεια. Το θέμα μου, λοιπόν, είναι η διαμάχη μεταξύ αυτών που στάθηκαν λιγότερο ή περισσότερο κριτικά απέναντι στη θητεία του Τσάβι Πασκουάλ στον ΠΑΟ χωρίς να τον αποδομούν συνολικά ως προπονητή και σε αυτούς που τείνουν να αρνούνται κάθε κριτική προς τον κόουτς με κάθε πιθανό και απίθανο επιχείρημα υπεράσπισής του, τους “Xavi-lovers” δηλαδή.
Δεν υπάρχει τίποτε κακό φυσικά στο να είναι κάποιος απόλυτος φαν ενός κόουτς ή ενός αθλητή. Το πρόβλημα ξεκινάει όταν η προτίμηση αυτή μετουσιώνεται σε μία λατρευτικού τύπου προσέγγιση στο εν λόγω πρόσωπο που αρνείται να δεχθεί τα αυτονόητα και να δεχτεί την κριτική που γίνεται με λογικά επιχειρήματα.
Ποια είναι τα αυτονόητα όμως στην περίπτωση του Τσάβι Πασκουάλ και του ΠΑΟ;
Ας ξεκινήσουμε πάλι από την ανάποδη. Ποιο είναι το ζητούμενο της όλης κουβέντας;
Προφανώς η αναζήτηση των ευθυνών για το αγωνιστικό χάλι της ομάδας στο μεγαλύτερο μέρος της φετινής σεζόν.
Το αφήγημα των “Xavi-lovers” έχει ως εξής:
1) Η ομάδα δεν στελεχώθηκε όπως πρέπει το καλοκαίρι, δηλαδή με πολλούς off ball σουτέρ δίπλα στον Νικ Καλάθη με αποτέλεσμα να μην μπορεί να παίξει το μπάσκετ που έδειξε ο Τσάβι πέρσι στο πρώτο μισό της σεζόν. Βασική ευθύνη για αυτό φέρει η διοίκηση της ομάδας που όχι μόνο περιόρισε το μπάτζετ, αλλά και επέβαλε κάποιες αν όχι όλες τις μεταγραφές στον κόουτς.
2) Ο διάδοχός του, ο Ρικ Πιτίνο, δε έχει προσφέρει κάτι διαφορετικό επί της ουσίας, καθώς η ομάδα δεν παίζει πολύ καλύτερο μπάσκετ επί των ημερών του, ενώ οι τελευταίες εκτός έδρας νίκες ήλθαν επί ομάδων που είναι οι πιο αδύναμες και τελευταίες στον βαθμολογικό πίνακα.
3) Η απομάκρυνση του κόουτς εν μέσω της σεζόν ήταν, ως εκ τούτου, λάθος και άδικη, καθώς δεν του επέτρεψε να προσπαθήσει να ανατρέψει την κατάσταση κάνοντας τις προσθήκες που επιτράπηκαν στον διάδοχό του.
Παρατηρώντας κανείς το πρώτο επιχείρημα αναρωτιέται αν αυτοί που το επικαλούνται κατανοούν ότι αυτό δεν είναι κατ’ ουσία επιχείρημα υπεράσπισης αλλά μάλλον κατηγορίας για έναν ελίτ κόουτς. Δεν θα ασχοληθώ εδώ με το αν οι φήμες περί επέμβασης της διοίκησης ισχύουν ή όχι (την άποψή μου για αυτό το θέμα την έχω πει αναλυτικά εδώ και εδώ, αλλά αυτό είναι δευτερευούσης σημασίας για το προκείμενο).
Η ουσία είναι αλλού.
Ένας κόουτς που ανήκει στην ελίτ δεν θα δεχόταν να δουλέψει ποτέ με ένα ρόστερ στη διαμόρφωση του οποίου είχε καθόλου ή ελάχιστο λόγο. Επεμβάσεις γίνονται σε όλες τις ομάδες φυσικά, αλλά έχει διαφορά να δέχεται ένας κόουτς έναν ή έστω δύο παίκτες που δεν είναι επιλογή του από το να δέχεται να δουλέψει με ένα ρόστερ τα 3/4 του οποίου δεν του ταιριάζουν και κατά συνέπεια δεν το πιστεύει. Αν το καλοκαιρινό ρόστερ δεν ήταν επιλογή του Τσάβι, λοιπόν, η ευθύνη βαρύνει πρωτίστως αυτόν και δεν τον τιμά ως έναν κόουτς που έχει κερδίσει με το σπαθί του μια θέση στην ευρωπαϊκή ελίτ.
Το δεύτερο επιχείρημα αναδεικνύει σε όλο του το μεγαλείο την εμμονική άρνηση κάποιων να δεχτούν ότι τα γεγονότα τους διαψεύδουν.
Ο Ρικ Πιτίνο ανέλαβε μία ομάδα που όχι μόνο είχε ελλείψεις στο ρόστερ, αλλά και προσπαθούσε να παίξει ένα μπάσκετ έξω από την αγωνιστική της φύση, όπως την καθόριζαν τα skills των παικτών της. Μετά από ένα δίμηνο δουλειάς με τον νέο κόουτς η ομάδα στα τελευταία τρία ματς της Ευρωλίγκας παρουσιάζει ένα διαφορετικό αγωνιστικό πρόσωπο.
Παίζει πολύ καλή άμυνα (χωρίς αλλαγές και με μεγάλο αριθμό deflections) με αποτέλεσμα να ελέγχει καλύτερα τα ριμπάουντ, να κλέβει πολλές μπάλες και να τρέχει στο τρανζίσιον, μειώνοντας τον αριθμό των εκτελεσμένων τριπόντων (ειδικά από τον βασικό μοχλό της, τον Νικ Καλάθη) και σκοράροντας περίπου 90 πόντους μ.ο.

Χωρίς να θέλω να ευλογήσω τα γένια μας, όταν το καλοκαίρι γινόταν η κουβέντα για το ρόστερ, τα περισσότερα μέλη της παρέας αυτού εδώ του σάιτ είχαμε ασκήσει κριτική για την λάθος απόφαση να αποψιλωθεί αυτό από σουτέρ, αλλά είχαμε επίσης τονίσει ότι και το υπάρχον ρόστερ παρά τα κενά του (το μεγαλύτερο εκ των οποίων αποδείχθηκε τελικά ότι ήταν στη ρακέτα) μπορούσε να εμφανιστεί ανταγωνιστικό αν άλλαζε αγωνιστική κατεύθυνση. Προσοχή, μιλάω για ανταγωνιστικό ρόστερ, δηλαδή για ομάδα οχτάδας, όχι πρωταγωνιστικό ρόστερ, δηλαδή ομάδα τετράδας
Ο Τσάβι Πασκουάλ δεν το τόλμησε ή καλύτερα το αποπειράθηκε με μισή καρδιά χωρίς προφανώς να το έχει δουλέψει στοχευμένα στην προετοιμασία, αφού αυτό που είδαμε στα επίσημα ματς ήταν μια άμυνα που προσπαθούσε σταδιακά και διστακτικά να απεγκλωβιστεί από την πρακτική του switch all, αλλά δυσκολευόταν, και μια επίθεση που αντί να τρέχει εγκλωβιζόταν στο σετ παιχνίδι καταφεύγοντας σε απονεννοημένα τρίποντα. Το τελευταίο και ως απόρροια/συνέπεια της κακής άμυνας και της αδυναμίας στο ριμπάουντ.
Η αγωνιστική εικόνα της ομάδας στα τελευταία ματς μας, λοιπόν, δικαιώνει πλήρως αυτά που λέγαμε το καλοκαίρι ενάντια στην λογική που ήθελε την κακή στελέχωση να απαγορεύει στην ομάδα να παίξει ανταγωνιστικό μπάσκετ. Ο Πιτίνο σε αυτή τη δίμηνη παρουσία του έκανε τα αυτονόητα, αφήνοντας κατά μέρος το μπάσκετ εργαστηρίου, από το οποίο δυσκολευόταν να απεγκλωβιστεί ο Τσάβι.
Ο Ντεσόν Τόμας μοιάζει με κανονικό παίχτη πλέον, ο οποίος δεν βολοδέρνει στο τρίποντο αλλά κυριολεκτικά μεγαλουργεί στο ποστ. Ο Νικ Καλάθης έχει αφήσει κατά μέρος τις σκοτωμένες προσπάθειες για τρίποντο με αποτέλεσμα να μην χαλάει το μυαλό του και μαζί τις επιθέσεις της ομάδας, αλλά και ο ίδιος να σουτάρει με ποσοστό πάνω από 40%(!) τον τελευταίο μήνα έξω από τη γραμμή, αφού παίρνει καλά επιλεγμένα σουτ και δεν τα εκβιάζει. Ο Παπαγιάννης άρχισε να θυμίζει κανονικό μπασκετμπολίστα και πάλι, ενώ ο Κιθ Λάνγκφορντ φαίνεται να συνυπάρχει αρμονικότατα με τον Καλάθη προσφέροντας λύσεις στο σετ παιχνίδι ενάντια στις βουλές μιας politically correct γραμμής που θέλει τους δύο να είναι πλήρως ασύμβατοι.
Όλα αυτά δεν σημαίνουν βέβαια ότι ο ΠΑΟ άλλαξε επίπεδο και ότι μπορεί να φανεί ανταγωνιστικός απέναντι στην ελίτ της φετινής Ευρωλίγκας, καθώς για αυτό του λείπει ένα αθλητικό πεντάρι πρώτης γραμμής και ένας 3&D παίκτης στην περιφέρεια. Ωστόσο είναι σαφές ότι αν το αγωνιστικό πρόσωπο που δείχνει τώρα το είχε βγάλει από την αρχή της σεζόν θα μπορούσε κάλλιστα να είναι στην 6η θέση αυτή τη στιγμή και σίγουρα εντός οκτάδας.
Το επιχείρημα ότι οι τελευταίες εκτός έδρας νίκες δεν συνιστούν απόδειξη αγωνιστικής προόδου αφού τους ίδιους αντιπάλους τους είχε νικήσει και ο Τσάβι στον πρώτο γύρο είναι επιεικώς αστείο. Οι νίκες επί Γκραν Κανάρια και Νταρουσάφακα στον πρώτο γύρο επετεύχθησαν αγχωτικά με μέτριο ως κακό μπάσκετ εντός έδρας, στο ΟΑΚΑ, όπου τέτοιες ομάδες μοιάζουν χαμένες από τα αποδυτήρια όσο μέτριος και να είναι ο ΠΑΟ. Αντίθετα η ομάδα του Πιτίνο τις κέρδισε στην έδρας τους παίζοντας κυριαρχικά και σκοράροντας κοντά στους 100 πόντους ανά παιχνίδι.Η διαφορά, λοιπόν, είναι σαφής και αδιαμφισβήτητη
Εξίσου απαράδεκτο και υποβολιμαίο θεωρώ το επιχείρημα ότι το ματς με την ΤΣΣΚΑ θα δείξει αν η ομάδα έχει κάνει πραγματική αγωνιστική πρόοδο ή όχι. Αυτοί που το λανσάρουν είναι κατά κύριο λόγο οι ίδιοι που αρνούνται πεισματικά να παραδεχθούν την εμφανή αγωνιστική αλλαγή προς το καλύτερο και περιμένουν την ήττα της ομάδας από έναν αντίπαλο της ελίτ σε μία έδρα στην οποία ο ΠΑΟ δεν έχει νικήσει εδώ και πάρα πολλά χρόνια απλώς και μόνο για να αυτοεπιβεβαιωθούν.
Κανένα κριτήριο δεν μπορεί να αποτελεί το συγκεκριμένο ματς. Σε περίπτωση νίκης θα μιλάμε για ένα θαύμα με βάση τη διαφορά δυναμικότητας των δύο ομάδων, ενώ σε περίπτωση ήττας το μόνο που θα έχει αποδειχτεί είναι ότι ο ΠΑΟ παραμένει στο ίδιο επίπεδο μιας ομάδας που εδώ και 5 χρόνια αδυνατεί να κάνει ένα μεγάλο διπλό στην Ευρώπη. Ο Πιτίνο είναι ο τελευταίος που μπορεί να χρεωθεί αυτήν την αδυναμία, όμως, καθώς ανέλαβε μία κακοστημένη ομάδα με ψυχολογία στο ναδίρ εν μέσω της αγωνιστικής σεζόν.
Τα παιχνίδια που θα κρίνουν τον έλεγχο προόδου και μαζί την τύχη του ΠΑΟ όσον αφορά στις ελάχιστες ελπίδες του για πρόκριση είναι αυτά με Αρμάνι και Μπασκόνια, όχι αυτό στην έδρα της ΤΣΣΚΑ. Αυτό όμως είναι ένα δευτερεύον ζήτημα στην παρούσα κουβέντα.
Η ουσία είναι στο κατά πόσο το υποτίθεται μπασκετικά «ψαγμένο» κοινό του ΠΑΟ μπορεί να μιλάει για μπάσκετ χωρίς να καταφεύγει σε μεταφυσικού τύπου επιχειρήματα με σκοπό την επιβεβαίωση απόψεων που έχουν αναιρεθεί από τα γεγονότα.
Η απάντηση είναι ότι δυστυχώς η πλειοψηφία αδυνατεί να το πράξει παρά τον κομπασμό για τον πιο μπασκετικό οπαδικό λαό. Οι περισσότεροι έχουν μάθει να περιχαρακώνονται πίσω από διαχρονικά ηθικοπλαστικά κλισέ του τύπου «κάθε αλλαγή προπονητή εν μέσω της σεζόν είναι λάθος επί της αρχής» και βάσει αυτών να παπαγαλίζουν κενά επιχειρήματα που έχει αναιρέσει η ίδια η πραγματικότητα.
Εκτός από κριτική χρειάζεται και αυτοκριτική, όμως, και το κυριότερο η ευελιξία να παραδεχθούμε ότι σε κάποια από τις εκτιμήσεις/προβλέψεις μας μπορεί να πέσαμε έξω. Αυτό εχει συμβεί σε όλους μας άλλωστε, αλλά δυστυχώς οι περισσότεροι, όταν η πραγματικότητα τους διαψεύδει, σπεύδουν να προσκολληθούν στην επίκληση μιας συγκεκριμένης “ορθοδοξίας”, όπως αυτή διαμορφώνεται από αυτοπροβαλλόμενες αυθεντίες που διεκδικουν το αναλυτικό αλάθητο του Πάπα.
Κάθε περιχαράκωση πίσω από μια “ορθοδοξία”, ωστόσο, σημαίνει το τέλος της κριτικής αναζήτησης της αλήθειας και, ως εκ τουτου, είναι καταδικαστέα. Δεν είναι κακό να αλλάζουμε τη γνώμη μας με βάση τα δεδομένα. Κακό είναι να εμμένουμε στη γνώμη μας ενάντια στα δεδομένα.
Κανείς δεν αρνείται φυσικά ότι η αλλαγή προπονητή εν μέσω της σεζόν καταδεικνύει συνολική αποτυχία στον καλοκαιρινό σχεδιασμό, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι κάθε τέτοια αλλαγή προπονητή είναι εκ προοιμίου λάθος κίνηση που χειροτερεύει μία κακή κατάσταση αντί να την καλυτερεύει.
Το παράδειγμα του ίδιου του Τσάβι που αντικατέστησε τον Πεδουλάκη το αποδεικνύει περίτρανα.
Το ίδιο ισχύει και για την αντικατάσταση του Τσάβι από τον Ρικ Πιτίνο
Ο φετινός ΠΑΟ ήταν ομάδα οχτάδας παρά την έλλειψη σουτέρ (και κυρίως ψηλού της προκοπής θα πω εγώ) και θα βρισκόταν εκεί τώρα αν είχε εξαρχής παίξει το μπάσκετ που μπορούσε το ρόστερ του αντί για ένα μπάσκετ βγαλμένο από επιστημονικό εργαστήριο χωρίς καμία επαφή με την αγωνιστική πραγματικότητα, δηλαδή τα ισχυρά και αδύναμα σημεία, αυτού του ρόστερ.Ο Τσάβι Πασκουάλ θα μπορούσε να είναι ένας εξαιρετικός σκακιστής, αλλά το μπάσκετ είναι το παιχνίδι των στρατηγών, διότι οι παίκτες δεν είναι πιόνια, αλλά άνθρωποι και ως τέτοιοι χρήζουν διαφορετικής διαχείρισης από τα πιόνια που πάντα κάνουν αυτό που μπορούν και αυτό που τα οδηγείς να κάνουν.
Αυτός ίσως να είναι και ο βασικός λόγος που παρά τις αδιαμφισβήτητες διακρίσεις του σε σχετικά νεαρή ηλικία με την Μπαρτσελόνα, έχει φύγει ηττημένος στις περισσότερες κρίσιμες ευρωπαϊκές μάχες που έχει δώσει με άλλους ελίτ κόουτς, με αποτέλεσμα πολλοί να του καταλογίζουν ότι θα μπορούσε και θα έπρεπε να είχε καταφέρει περισσότερα.
Όπως και να έχει, τα δικά του λάθη και το δικό του μερίδιο ευθύνης στην κακή φετινή πορεία του ΠΑΟ στην Ευρώπη δεν επιδέχονται αμφισβήτησης. Αυτό δεν τον κάνει κακό προπονητή, αλλά θέτει εμφατικά το ερώτημα αν όλοι οι ελίτ προπονητές μπορούν να ανταπεξέλθουν σε όλες τις συνθήκες, ενώ σίγουρα καταδεικνύει ότι δεν είχε τίποτε άλλο να προσφέρει στον ΠΑΟ στην παρούσα συγκυρία και ως εκ τούτου καλώς έφυγε εν μέσω της σεζόν.
Εν τέλει ο κόουτς έγινε η αλλαγή που ο ίδιος δεν μπορούσε να φέρει.