PAO BC vs. Euroleague: the show must not go on

Η κόντρα Παναθηναϊκού και Ευρωλίγκας είναι μια κολόνια που κρατάει χρόνια. Ήδη από την εποχή των μεγάλων Γιαννακόπουλων, όταν πχ. ο μακαρίτης ο Θανάσης πέταγε πενηντάευρα στα μούτρα του Μπερτομέου και του Αρτεάγκα μετά τον τελικό με την ΤΣΣΚΑ το 2009.

Η πρόσφατη ανακοίνωση της Ευρωλίγκας εναντίον του Δημήτρη Γιαννακόπουλου αποτελεί απλώς το τελευταίο επεισόδιο σε αυτό το μακροχρόνιο σήριαλ.

Ένα σήριαλ που από το 2017 και μετά έγινε σαπουνόπερα με τον ιδιόκτητη της πράσινης ΚΑΕ να κάνει χυδαίες ινσταγκραμικες επιθέσεις στον CEO της Ευρωλίγκας και τον τελευταίο να του επιβαλλεί χρηματικά πρόστιμα για να τα ανακαλέσει εντέλει και να επέλθει ανακωχή.

Μια ανακωχή την οποία ήλθε να διαλύσει ο κοροναϊός μαζί με την κανονικότητα μας  

Ο Γιαννακόπουλος αποφάσισε να εγκαταλείψει τον Παναθηναϊκό μπροστά στο φάσμα της επερχόμενης οικονομικής κρίσης στο μπάσκετ, αλλά προτού το κάνει σήκωσε εκ νέου το μπαϊράκι της επανάστασης ενάντια στην «αμαρτωλή» Ευρωλίγκα.

Είναι δύσκολο να κατανοήσει κανείς πώς είναι δυνατόν ο άνθρωπος που αποφάσισε να μην ασχοληθεί ξανά με την ΚΑΕ και να την πουλήσει να θεωρεί πως έχει το δικαίωμα να καθορίσει το μέλλον της όσον αφορά στη διοργάνωση που αυτή θα παίζει.

Διότι είναι εντελώς αντιδεοντολογικό να προκαθορίζουν το μέλλον μιας προς πώληση ομάδας οι μεταβατικοί διαχειριστές που έχει αφήσει στο πόδι του ο ιδιοκτήτης-πωλητής, οι οποίοι φυσικά ελέγχονται πλήρως από αυτόν και είναι ενεργούμενά του.

Αλλά είναι μάλλον ουτοπικό να περιμένει κανείς στοιχειώδεις κανόνες δεοντολογίας από τον κ. Γιαννακόπουλο.

Ας αφήσουμε όμως κατά μέρος αυτήν την παράλογη στάση και ας πάμε στην ουσία της κόντρας του Παναθηναϊκού με την Ευρωλίγκα, προσπαθώντας να βάλουμε τάξη στο χάος των αλληλοσυγκρουόμενων επιχειρημάτων που ακούγονται στον δημόσιο διάλογο, τόσο στα ΜΜΕ όσο και στα σόσιαλ μήντια.

Η ανακοίνωση των δέκα μετόχων που στρέφεται προσωπικά εναντίον του Δημήτρη Γιαννακόπουλου έθεσε τέλος στα σενάρια περί συναινετικού διαζυγίου ανάμεσα στη Ευρωλίγκα και στην ΚΑΕ.

Το κείμενο έγινε δεκτό με ανάμεικτες αντιδράσεις στα σόσιαλ μήντια.

Η πλειοψηφία των οπαδών του Παναθηναϊκού επέλεξε να εστιάσει στο περιεχόμενο του, ασκώντας κριτική στη θετική αποτίμηση της Ευρωλίγκας και της οικονομικής προοπτικής της.

Η πλειοψηφία των οπαδών του Ολυμπιακού πάλι επέλεξε να εστιάσει στο 10-1 που βάζει τον Γιαννακόπουλο και φυσικά τον Παναθηναϊκό στη γωνία.

Ανάλογη είναι η εικόνα στα πράσινα και κόκκινα ΜΜΕ.

Οι πράσινοι δημοσιογράφοι εστιάζουν στην όποια υποστήριξη λαμβάνει ο Παναθηναϊκός από τρίτους στο εξωτερικό, ενώ δεν ξεχνούν να υπερτονίσουν την κατ’ αυτούς θεαματική ανάπτυξη του BCL, της διοργάνωσης της FIBA που αποτελεί το αντίπαλο δέος της Euroleague στην επιχειρηματολογία του Γιαννακόπουλου.

Τα κόκκινα ΜΜΕ υπερτονίζουν την απομόνωση του Παναθηναϊκού και κάνουν υπολογισμούς για τα πιθανά οικονομικά οφέλη του Ολυμπιακού αν μείνει να εισπράττει μόνο αυτός λεφτά από το ελληνικό τηλεοπτικό συμβόλαιο.

Όλες αυτές οι αντιδράσεις έχουν ενδιαφέρον μέσα στην επιλεκτικότητά της αλήθειας τους όσον αφορά στην ουσία της κόντρας και του προβλήματος στο οποίο αυτή αναφέρεται.

Τόσο οι απόψεις των δημοσιογραφικών στρατών των ΚΑΕ όσο και οι απόψεις των οπαδών που εκφέρονται στα σόσιαλ μήντια είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία η επιτομή αυτού που έχει πει ο Michel Foucault για την αξία της αλήθειας στον δημόσιο λόγο:

Η δόση αλήθειας που εμπεριέχεται σε μια οποιαδήποτε δήλωση είναι εξ ολοκλήρου ζήτημα της κοινωνικής λειτουργίας της δήλωσης, δηλαδή μία αντανάκλαση των συμφερόντων τα οποία αυτή προωθεί.

Για την πλειοψηφία των κόκκινων η αλήθεια της ανακοίνωσης βρίσκεται στο 10-1.

Ο λόγος είναι ξεκάθαρος: Για αυτούς ο Παναθηναϊκός του Γιαννακόπουλου δεν μπορεί να έχει κανένα δίκιο στην κόντρα με την Euroleague, αλλά πρέπει να εμφανίζεται πλήρως απομονωμένος και διαλυμένος. Αυτό εξυπηρετεί καλύτερα το οπαδικό αφήγημα του #mexritelous.

Για σημαντικό κομμάτι των πράσινων η αλήθεια βρίσκεται στην υποκρισία των 10 μετόχων που  κλείνουν τα μάτια στα προβλήματα της Ευρωλίγκας για να στοιχηθούν πίσω από τον Μπερτομέου.

O λόγος είναι και εδώ ξεκάθαρος: Η στάση των 10 δεν μπορεί να έχει καμία λογική εξήγηση. Αυτό εξυπηρετεί το οπαδικό αφήγημα, ειδικά των φανατικών υποστηρικτών του #DPG7000 που θεωρούν την Ευρωλίγκα και ειδικά τον Μπερτομέου προσωποποίηση της απόλυτης αποτυχίας και ορκισμένο εχθρό του Παναθηναϊκού.

Που βρίσκεται όμως πραγματικά η αλήθεια;

Μήπως βρίσκεται σε έναν συνδυασμό και των δύο προσεγγίσεων, τον οποίο όμως δύσκολα θα παραδεχθούν τόσο οι φανατικοί όσο και οι πληρωμένες πέννες και των δύο πλευρών;

Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά.

Όσοι πράσινοι επιλέγουν να επικεντρώνονται στο προβληματικό περιεχόμενο της ανακοίνωσης και όχι στον συμβολισμό της στην παρούσα συγκυρία, βλέπουν το δέντρο και χάνουν το δάσος.

Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει, όμως, και με όσους κόκκινους παίρνουν το περιεχόμενο της ανακοίνωσης τοις μετρητοίς, θεωρώντας ότι επιβεβαιώνει ότι η Ευρωλίγκα είναι όντως μια διοργάνωση που έχει πετύχει και έχει άριστες προοπτικές για το μέλλον.

Θα ξεκινήσω με το δεύτερο για να φτάσω στο πρώτο.

Η Ευρωλίγκα είναι σαφές ότι δεν έχει επουδενί πετύχει τα οικονομικά στάνταρ που υποσχόταν αρχικά το εγχείρημα. Το γεγονός ότι μοιράζει 68.000 ευρώ ως μπόνους νίκης φτάνει από μόνο του να καταδείξει ότι η οικονομική ανάπτυξή της έχει υπάρξει νωχελική και προσφέρει λίγα στις ομάδες που συμμετέχουν.

Μια ματιά στις πρόσφατες (15/6) δηλώσεις του προέδρου της Fenerbachse, Ali Koç για το θέμα είναι ενδεικτική:

In EuroLeague, a win means 68,000 euros. It doesn’t even match our travel costs. The championship prize is 1 million euros. It doesn’t even match our championship bonuses.

Σε αυτό που λέει ο Koç αρκεί να προσθέσει κανείς ότι ομάδες όπως ο Παναθηναϊκός ή η Ζάλγκιρις με παραδοσιακά μεγάλο αριθμό θεατών βγάζουν τα διπλάσια από τα εισιτήρια από όσα παίρνουν από τη Ευρωλίγκα όταν φτάνουν στους 8 και παίζουν στα playoffs.

Αν όλα αυτά καταδεικνύουν την αποτυχία της Ευρωλίγκας να προσφέρει υψηλά έσοδα στις ομάδες, το πρόβλημα παίρνει διαστάσεις σκανδάλου όταν ρίξει κανείς μια ματιά στις βασικές πηγές χρηματοδότησης της Λίγκας.

Μια τέτοια είναι τα τηλεοπτικά συμβόλαια των ομάδων από τα οποία η Ευρωλίγκα καρπώνεται το 52%. Εδώ λοιπόν συμβαίνει το εξής εξωφρενικό. Παναθηναϊκός και Ολυμπιακός έχουν το μεγαλύτερο τηλεοπτικό συμβόλαιο στην Ευρωλίγκα, καθώς η συμφωνία με τη Nova αποφέρει ένα ποσό ύψους 11.000.000 ευρώ. Από αυτά 5.720.000 πάνε στην Ευρωλίγκα με τις δύο ομάδες να μοιράζονται τα υπόλοιπα 5.280.000 εξ ημισείας.

Την ίδια ώρα η ΤΣΣΚΑ της κρατικής χρηματοδότησης και του θηριώδους μπάτζετ των 40.000.000 έχει ένα ισχνό τηλεοπτικό συμβόλαιο 350.000 ευρώ εκ των οποίων 180.000 μπαίνουν στο ταμείο της Ευρωλίγκας.

Τι σημαίνει αυτό;

Αυτό στην ουσία σημαίνει ότι Παναθηναϊκός και Ολυμπιακός είναι οι βασικοί χρηματοδότες της Ευρωλίγκας ώστε αυτή να μπορεί να δίνει μπόνους νίκης στην ΤΣΣΚΑ.

Η οποία ΤΣΣΚΑ λόγω τεράστιου μπάτζετ θα κάνει φυσικά περισσότερες νίκες και θα καρπωθεί μεγαλύτερα έσοδα από ό,τι οι δύο ελληνικές ομάδες που φέρνουν το μεγαλύτερο μέρος από αυτά τα έσοδα στο κοινό ταμείο.

Παράλογο; Δεν ακούει, άρα λογικό, όπως θα έλεγε και μια ψυχή.

Η Ευρωλίγκα όχι μόνο δεν έχει salary cap ή κοινό φορολογικό συντελεστή για να εξασφαλίζει στοιχειώδεις συνθήκες υγιούς ανταγωνισμού ανάμεσα στις ομάδες, αλλά είναι δομημένη και με τρόπο ώστε ομάδες με χαμηλότερα μπάτζετ να μετατρέπονται μέσω των μεγάλων τηλεοπτικών συμβολαίων τους σε χρηματοδότες των ομάδων που έχουν σχεδόν εξασφαλισμένη θέση στο Φ4 λόγω των τεράστιων μπάτζετ τους.

Τα οποία τεράστια μπάτζετ οφείλονται είτε στη σύνδεση αυτών των ομάδων με ποδοσφαιρικούς κολοσσούς είτε στην χρηματοδότηση τους από κρατικούς μηχανισμούς ή από ολιγάρχες με ανεξέλεγκτες πηγές εσόδων.

Όποιος θεωρεί ότι αυτή η Λίγκα έχει αναπτυχθεί σωστά και ότι οι προοπτικές της για μελλοντική ανάπτυξη είναι άριστες, μάλλον πρέπει να ξανασκεφτεί την αλήθεια του

Γιατί όμως ομάδες όπως ο Ολυμπιακός, η Μακάμπι και η Ζαλγκίρις υπέγραψαν πρόθυμα την ανακοίνωση ενάντια του Παναθηναϊκού ενώ θα έπρεπε και αυτές να έχουν θέμα με τον τρόπο λειτουργίας της Ευρωλίγκας, ο οποίος θίγει τα οικονομικά συμφέροντά τους;

Εδώ ερχόμαστε στο περίφημο 10-1 και γιατί αυτό όχι μόνο ήταν αναπόφευκτο, αλλά είναι και λογικό παρόλα αυτά τα οποία διαβάσατε προηγουμένως.

Ο λόγος που ο Παναθηναϊκός βρίσκεται σταθερά αντιμέτωπος με το αμείλικτο 10-1 κάθε φορά που ασκεί κριτική στην Ευρωλίγκα είναι ο εντελώς λανθασμένος τρόπος που το κάνει.

Τόσο η πρώτη «επανάσταση» του Γιαννακόπουλου εναντίον του Μπερτομέου το 2018 όσο και η τωρινή ψευτοπροσπάθεια απόσχισης έχουν έναν κοινό παρονομαστή. Αποτελούν κλασικό παράδειγμα ότι δεν φτάνει κάποιος να έχει δίκιο όταν ασκεί κριτική, αλλά πρέπει να φροντίζει να μην το χάνει με τον τρόπο που το διεκδικεί.

Η ΚΑΕ Παναθηναϊκός έχει απόλυτο δίκιο να διαμαρτύρεται και να καταγγέλλει την προβληματική οικονομική διαχείριση της Ευρωλίγκας, αλλά χάνει πλήρως αυτό το δίκιο όταν επιλέγει τον δρόμο του μοναχικού καβαλάρη, ο οποίος εκτοξεύει ουτοπικές απειλές αποχώρησης.

Κι όποιος διεκδικεί συνεχώς με λάθος τρόπο το δίκιο του καταντάει γραφικός και ανυπόληπτος.

Αν θεωρήσουμε ότι ο Ολυμπιακός έχει ιδιαίτερους λόγους να παραβλέπει το κοινό συμφέρον και να στέκεται απέναντι στον Παναθηναϊκό στην διαμάχη του με τον Μπερτομέου λόγω της αδυσώπητης προσωπικής κόντρας των Αγγελόπουλων με τον Γιαννακόπουλο, αυτός ο λόγος δεν μπορεί να ισχύει για τη Μακάμπι ή τη Ζαλγκίρις.

Ειδικά η πρώτη έχει παραδοσιακά καλές σχέσεις με τον σύλλογο και την οικογένεια Γιαννακόπουλου. Το γεγονός λοιπόν ότι παρόλα αυτά τάχθηκε με την πλευρά της Ευρωλίγκας τόσο τώρα όσο και το 2018 χρήζει εξήγησης με βάση τη λογική.

Η κοινή λογική λέει, λοιπόν, ότι ομάδες όπως η Μακάμπι ή η Ζαλγκίρις στέκονται απέναντι στον Παναθηναϊκό, παρότι τα συμφέροντά τους θίγονται εξίσου από τη στρεβλή λειτουργία της Ευρωλίγκας, γιατί γνωρίζουν ότι μια αποχώρηση στην παρούσα φάση δεν αποτελεί πρόσφορη λύση για αυτές.

Για τον απλούστατο λόγο ότι δεν υπάρχει καλύτερη εναλλακτική τόσο σε οικονομικό όσο και σε αγωνιστικό επίπεδο.

Παρά τη φιλότιμη προσπάθεια του ίδιου του Γιαννακόπουλου αλλά και των φίλα προσκείμενων σε αυτόν μέσων να παρουσιάσουν τη διοργάνωση της FIBA ως ραγδαίως αναπτυσσόμενη, η αλήθεια είναι ότι το μόνο που έχει καταφέρει το BCL με τις πρόσφατες μεταγραφές μικρομεσαίων ομάδων, όπως η Νταρουσάφακα ή η Μπιλμπάο, είναι να φτάσει να κοντράρει το επίπεδο ανταγωνισμού του Eurocup, δηλαδή της δεύτερης τη τάξει διοργάνωσης της Euroleague.

Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι μία μετακίνηση μίας ομάδας Euroleague στο BCL θα σημάνει αυτόματα ραγδαία πτώση των εσόδων της από τηλεοπτικά και χορηγίες, χωρίς να υπολογίζουμε καν το πρεστίζ.

Μία τέτοια μετακίνηση, λοιπόν, μπορεί να είναι επιθυμητή στην παρούσα φάση μόνο από μία διοίκηση που επιθυμεί να ρίξει στα τάρταρα το αγωνιστικό μπάτζετ και να μειώσει την εμπορικότητα της ομάδας, ενώ θα προσποιείται ότι πρωταγωνιστεί και διεκδικεί τίτλους σε μία υποανάπτυκτη Λίγκα.

Καμία σοβαρή διοίκηση μεγάλης ομάδας δεν είναι διατεθειμένη να μπει σε μία δικαστική διαμάχη με την Ευρωλίγκα για τη ρήτρα των 10 εκατομμυρίων μόνο και μόνο για να καταλήξει να παίζει στο BCL, οπού τα έσοδα θα είναι λιγότερα από αυτά της Ευρωλίγκας.

Στην πρόσφατη συνέντευξη τύπου, βέβαια, ο Γιαννακόπουλος ισχυρίστηκε ότι η ρήτρα των 10εκ θα εκπέσει στα δικαστήρια και ότι στο τέλος της δικαστικής διαμάχης η Ευρωλίγκα θα βρεθεί να χρωστάει στον Παναθηναϊκό λόγω διαφυγόντων κερδών όλα αυτά τα χρονιά.

Ο ισχυρισμός αυτός δεν είναι τίποτε άλλο από ακόμα μία επικοινωνιακή πομφόλυγα από τις πολλές στα χρόνια της δικής του διοίκησης.

Καταρχάς ο όρος «διαφυγόντα κέρδη» είναι από μόνος του γενικός και αόριστος.

Το δεκαετές συμβόλαιο με την Ευρωλίγκα δεν προέβλεπε συγκεκριμένα κέρδη για κάθε ομάδα. Πόσα είναι τα διαφυγόντα κέρδη του Παναθηναϊκού, λοιπόν, και με ποια κριτήρια μπορούν να καθοριστούν στη βάση της λογικής ότι η Ευρωλίγκα δεν είχε την επιθυμητή οικονομική ανάπτυξη βάσει των αρχικών προβλέψεων/επιθυμιών;

Και πως θα προσμετρηθεί ο ρόλος της πανδημίας σε όλο αυτό ως συνθήκη έκτακτης ανάγκης με αρνητική επίδραση στα έσοδα της Ευρωλίγκας;

Αυτά τα ερωτήματα δεν μπορούν να απαντηθούν παρά μόνο με υποθέσεις και εκτιμήσεις, οι οποίες είναι εκ προοιμίου υποκειμενικές και ως εκ τούτου μη δεσμευτικές για κανένα δικαστήριο.

Επιπλέον, πόσο πιθανό είναι ένα δικαστήριο να δικαιώσει έναν εταίρο ενός συνεταιρισμού, ο οποίος ζητάει να αθετήσει τη δέσμευση που ανέλαβε από κοινού με τους υπόλοιπους εταίρους, όντας ο μόνος από τους 11 που θεωρεί ότι έχει διαφυγόντα κέρδη;

Καλό είναι να θυμόμαστε ότι ο Παναθηναϊκός δεν είναι πελάτης της Ευρωλίγκας, αλλά μέτοχος. Αυτό σημαίνει ότι δεν είναι άμοιρος ευθυνών για την εως τώρα πορεία του συνεταιρισμού, αλλά συνυπεύθυνος.

Ο ρόλος του, λοιπόν, δεν μπορεί να περιορίζεται στο να ασκεί κριτική επιρρίπτοντας ευθύνες σε τρίτους και επιδιώκοντας να βγάλει την ουρά του απέξω για να αθετήσει την κοινή συμφωνία. Ο ρόλος του είναι εξίσου – και μάλλον πρωτίστως – να συνεισφέρει προτάσεις και λύσεις για τη βελτίωση της λειτουργίας του συνεταιρισμού σε συνεργασία με τους άλλους μετόχους.

Σε αυτή τη βάση, σε μια πιθανή δικαστική διαμάχη για τη ρήτρα, το δικαστήριο θα κληθεί να αποφασίσει αν έχει δίκιο η Ευρωλίγκα που θα υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει θέμα διαφυγόντων κερδών, έχοντας τη στήριξη των 10 εκ των 11 μετόχων, ή αν έχει δίκιο ο ένας και μοναδικός μέτοχος που θα επιδιώκει αθέτηση της συμφωνίας, υποστηρίζοντας ότι υπάρχουν διαφυγόντα κέρδη, τα οποία όμως κάνεις άλλος από τους μετόχους με το ίδιο έννομο συμφέρον δεν θα αναγνωρίζει.

Μαντέψτε ποιος θα κερδίσει στο τέλος και τι καταστροφικές οικονομικές συνέπειες θα υποστεί ο σύλλογος αν συρθεί σε μία τέτοια αδιέξοδη δικαστική διαμάχη.

Για αυτόν τον λόγο και η τωρινή «επανάσταση», όπως κι εκείνη του 2018, δεν είναι τίποτε άλλο από ένα ανούσιο επικοινωνιακό show του Γιαννακόπουλου στην πλάτη της ομάδας – ας ελπίσουμε το τελευταίο στο πλαίσιο της ανακοινωθείσας αποχώρησης του – το οποίο είναι καταδικασμένο να έχει την ίδια κατάληξη:

Τον Παναθηναϊκό να μένει στην Ευρωλίγκα με την ουρά στα σκέλια και χωρίς να έχει καταφέρει καμία ουσιαστική αλλαγή στα κακώς κείμενα

Αυτό είναι το αναπόφευκτο αποτέλεσμα των βαρετά επαναλαμβανόμενων, αψυχολόγητων ενεργειών και αμετροεπών δηλώσεων ενός διοικητικού ηγέτη, τον οποίο κανείς από τους υπόλοιπους μετόχους δεν παίρνει πλέον στα σοβαρά.

Αν ο Παναθηναϊκός καταφέρει να ξεμπλέξει στο εγγύς μέλλον οριστικά και αμετάκλητα από  τον έλεγχο του Γιαννακόπουλου. Αν ευτυχήσει να αποκτήσει μία σοβαρή διοίκηση με τεχνοκρατικό χαρακτήρα, τότε θα έχει τη δυνατότητα να διεκδικήσει με αποτελεσματικό τρόπο τις απαραίτητες αλλαγές που πρέπει να γίνουν στην Ευρωλίγκα.

Αυτή η διεκδίκηση θα πρέπει να γίνει συντεταγμένα στο πλαίσιο συγκεκριμένων συμμαχιών με ομάδες που έχουν κοινά συμφέροντα και με τελικό ορίζοντα το έτος ορόσημο 2025. Τότε που θα λήγει το δεκαετές συμβόλαιο και η διαπραγματευτική θέση των ομάδων θα είναι πραγματικά ισχυρή.

Η αναμονή μέχρι το 2025 για μια ουσιαστική αντιπαράθεση με το διευθυντήριο της Ευρωλίγκας για τα σοβαρά οικονομικά θέματα της διοργάνωσης έχει και άλλο ένα στρατηγικό πλεονέκτημα άλλωστε.

Μέχρι τότε οι ομάδες θα έχουν απτές και αδιάψευστες αποδείξεις για το αν το BCL έχει όντως αναπτυχθεί τόσο πολύ ώστε να αποτελεί πραγματικό αντίπαλο δέος στην Ευρωλίγκα και να αξίζει το άλμα της μεταπήδησης.

Ένα άλμα που δεν θα είναι, όπως τώρα, στο κενό.