Φαντάζομαι ότι ελάχιστοι δεν θα έχουν δει την τριλογία του Francis Ford Coppola, The Godfather και μάλλον θα ήταν κοινοτοπία να επαναλάβω εδώ ότι πρόκειται για ένα αριστούργημα της έβδομης τέχνης.
Βασικό χαρακτηριστικό που κάνει την ταινία να ξεχωρίζει είναι ότι η υπόθεση έχει χτιστεί πάνω σε ένα κλασικό μοτίβο, το οποίο διαπερνάει ως κοινό νήμα και τα τρία μέρη του έργου.
Είναι το μοτίβο του ανθρώπου που ενώ προσπάθησε να αποφύγει τη μοίρα του δεν τα κατάφερε. Βασικά κατάφερε το ακριβώς αντίθετο. Να βυθίζεται με κάθε πράξη του όλο και πιο βαθιά σε αυτήν.
Ο Michael Corleone, ο βασικός πρωταγωνιστής της τριλογίας, είναι ένας βαθιά τραγικός ήρωας με την αρχαιοελληνική έννοια του όρου.

Ο πατέρας του, ο αρχιμαφιόζος Don Vito Corleone, τον έχει στείλει να σπουδάσει στο κολλέγιο με σκοπό να τον κρατήσει μακριά από τις μαφιόζικες μπίζνες της οικογένειας.
Αυτές τις έχει αναλάβει ως επίδοξος διάδοχος του πατέρα τους ο μεγαλύτερος αδελφός του, ο γεννημένος μαφιόζος Sonny.
Την πρόθεση να κρατηθεί μακρυά φαίνεται να έχει και ο ίδιος ο Michael αρχικά, όπως προκύπτει από την περίφημη σκηνή με τη μέλλουσα γυναίκα του Kay στον γάμο της αδελφής του, στο πρώτο μέρος της τριλογίας.
Η ανυποψίαστη Kay επιμένει να της διηγηθεί την ιστορία για το πως ο πατέρας του βοήθησε την καριέρα του διάσημου τραγουδιστή και βαφτισιμιού του, Johnny Fontaine (ως αλληγορικού Frank Sinatra) που έχει μόλις κάνει την εμφάνισή του στο γλέντι του γάμου.

Γεμάτη έκπληξη τον ακούει να της λέει ότι ο πρώτος παραγωγός του Johnny αναγκάστηκε να τον απελευθερώσει από το ταπεινό συμβόλαιο του μετά την αρχική του επιτυχία, όταν ο Vito Corleone πήγε να τον βρει με το πρωτοπαλίκαρο του, τον Luka Brasi. Ο τελευταίος έβαλε ένα πιστόλι στον κρόταφο του παραγωγού και ο ‘νονός’ τον κάλεσε να επιλέξει αν θα βρίσκονταν τα μυαλά του ή υπογραφή του πάνω στο χαρτί της συμφωνίας που του πρότεινε.
Η σκηνή τελειώνει με τον Michael να προσπαθεί να καθησυχάσει την σοκαρισμένη Kay με την περίφημη ατάκα:
This is my family Kay, it’s not me
Η συνέχεια είναι γνωστή.
Μετά την απόπειρα δολοφονίας του πατέρα του και τη μαφιόζικη εκτέλεση του Sonny, ο Michael νιώθει χρέος να σταθεί δίπλα στην οικογένειά του. Η απώλεια του αδελφού του και η απόσυρση του πατέρα του από το προσκήνιο τον οδηγεί στην απόφαση να γίνει αυτός επικεφαλής της μαφιόζικης φαμίλιας.
Η βασική δικαιολογία που χρησιμοποιεί τόσο για τον εαυτό του όσο και για την Kay ως προς αυτήν τη ριζική αλλαγή πορείας στη ζωή του είναι το χρέος που νιώθει να προστατέψει την οικογένειά του.
Αυτό το θέμα αποτελεί το υπόβαθρο του δεύτερου μέρος της τριλογίας. Η σύγκρουση και ο χωρισμός με τη γυναίκα του έρχονται ως συνέπεια των μάταιων υποσχέσεων που της δίνει του ότι δουλεύει για να κάνει νόμιμες τις επιχειρήσεις του. Την ίδια στιγμή που βουτάει τα χέρια του όλο και πιο πολύ στο αίμα.
Το αποκορύφωμα είναι η δολοφονία του ίδιου του αδελφού του, Fredo. Ίσως η πιο τραγική – πάλι με την αρχαιοελληνική έννοια του όρου – από τις μαφιόζικες ενέργειές του στο όνομα της προστασίας της οικογένειας.

Στο τρίτο (και λίγο αδικημένο) μέρος της τριλογίας έρχεται η αποκορύφωση του δράματος.
Εκεί που νομίζει ότι έχει καταφέρει να απεγκλωβιστεί από τον κόσμο της μαφίας, αυτός βρίσκει τον τρόπο να τον τραβήξει και πάλι πίσω. Η ύστατη προσπάθειά του να ισορροπήσει ανάμεσα στην επιθυμία του να αποτραβηχτεί αλλά και την ανάγκη να προστατέψει την οικογένειά του από τους παλιούς εχθρούς του τον βρίσκει να παραδίδει το χρίσμα του ‘νονού’ στον γιο του Sonny, τον εξίσου γεννημένο μαφιόζο Vincent.
Έχοντας επιστρέψει στη Σικελία και ενώ προσπαθεί να επανενωθεί με την Kay και τα παιδιά του σε μία νέα αρχή, μια σφαίρα που προορίζεται για αυτόν βρίσκει στην καρδιά την αγαπημένη του κόρη.

Η σκήνη με την απόγνωση στα όρια της τρέλας να ζωγραφίζεται στο πρόσωπό του Michael Corleone μπροστά στο άψυχο σώμα της κόρης του συνοψίζει την κορύφωση του δράματος, δηλαδή το τέλος της πορείας ενός προσώπου που όχι απλώς έγινε έρμαιο μιας προδιαγεγραμμένης μοίρας.
Ακόμα χειρότερα, απέτυχε να σταθεί στο ύψος της βασικής δικαιολογίας που χρησιμοποιούσε όλη του τη ζωή για να μην αποφύγει τη μοίρα του: την ανάγκη να προστατεύσει την οικογένειά του.
Όσοι αντέξατε να φτάσατε μέχρι εδώ θα αναρωτιέστε μάλλον τι σχέση μπορεί να έχουν όλα αυτά με τον Παναθηναϊκό και με την έννοια της τραγωδίας.
Ας ξεκινήσουμε από το δεύτερο για να φτάσουμε και στο πρώτο.
Η βασική πηγή έμπνευσης των μοτίβων της ιστορίας του ‘Νονού’ είναι το αρχαίο δράμα και ειδικότερα η ίσως κορυφαία τραγωδία του Σοφοκλή (μαζί με την Αντιγόνη), ο Οιδίπους Τύραννος.
Ο Michael Corleone δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας σύγχρονος Οιδίποδας. Ένας άνθρωπος που δεν μπορεί να αποφύγει το πεπρωμένο του και που εν τέλει με τις πράξεις του στρέφεται ενάντια σε αυτό που έπρεπε να προστατεύσει, την οικογένειά του
Η ιδιοφυΐα του Σοφοκλή στη συγκεκριμένη τραγωδία αναδεικνύεται από το γεγονός ότι η ιστορία του Οιδίποδα έχει διπλή ανάγνωση. Από τη μία φαίνεται να μας ‘διδάσκει’ ότι το πεπρωμένο φυγείν αδύνατον σε μία φαταλιστική – και ως εκ τούτου συντηρητική – ανάγνωση του κοινωνικού γίγνεσθαι.
Η ίδια ιστορία διαβάζεται όμως και αντίστροφα και έγκειται στον θεατή/αναγνώστη να αποφασίσει ποιαν ερμηνεία θα επιλέξει.
Ο Οιδίποδας, όπως και ο Michael Corleone, έχουν ξεκάθαρες επιλογές για το αν θα γίνουν θύματα μιας κατά τα φαινόμενα προδιαγεγραμμένης μοίρας ή όχι. Είναι οι δικές τους επιλογές και όχι κάποια αόρατη δύναμη που τους καθιστούν τραγικά πρόσωπα.
Με άλλα λόγια είναι αυτοί που φτιάχνουν τη μοίρα τους.
Ακριβώς όπως και οι επιλογές του Δημήτρη Γιαννακόπουλου είναι αυτές που καθορίζουν τη δική του μοίρα στην πορεία του ως προέδρου της πράσινης ΚΑΕ
Μια πορεία που ξεκίνησε το 2012 όταν εν μέσω οικονομικής κρίσης έκανε αυτό που ισχυρίζεται ότι ούτε αυτός ούτε η οικογένειά του ήθελε να κάνει: να αναλάβει, κληρονομικώ τω τρόπω, τα ηνία της ομάδας που δόξασαν οι προκάτοχοί του, ο πατέρα τους και ο θείος του, μετά τη δική τους αποχώρηση από το προσκήνιο.
Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος ως άλλος Michael Corleone ή ως άλλος Οιδίποδας σε μία παναθηναϊκή τραγωδία;
Τα βασικά συστατικά του δράματος είναι εκεί: Ένας άνθρωπος που δεν μπορεί (ή δεν θέλει) να αποφύγει τη μοίρα του. Μια μοίρα που του επιβάλλει την ανάληψη ευθύνης, την οποία αποδέχεται ως ‘θυσία’ στο όνομα της αγάπης του για τον σύλλογο και της ανάγκης να τον προστατέψει.
Αν ο σύλλογος είναι η αλληγορία της οικογένειας που είχε ανάγκη τον μόνο διαθέσιμο σωτήρα, τότε η κορύφωση του δράματος δεν μπορεί παρά να αφορά στην αδυναμία του τραγικού ήρωα να αποφύγει το μοιραίο, δηλαδή να δει αυτό που ανέλαβε να προστατέψει να καταστρέφεται.
Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι ένας τραγικός ήρωας που ακριβώς όπως και ο Michael Corleone μπορεί να φαίνεται ένας άνθρωπος σε σύγκρουση με όλους όσους θεωρεί εχθρούς του (και είναι πολλοί), αλλά πρωτίστως είναι ένας άνθρωπος σε σύγκρουση με τον εαυτό του.
Και είναι αυτή η σύγκρουση που εγκλωβίζει και την ομάδα που διοικεί στην προδιαγεγραμμένη εξέλιξη του δράματος.
Αν κάνουμε μία (τιτάνια) προσπάθεια να αγνοήσουμε για λίγο τις κατά καιρούς ακραίες θέσεις και αντιδράσεις του σε διάφορα κοινωνικά ζητήματα, πράγμα διόλου εύκολο για όποιον διαθέτει στοιχειώδη κοινωνική ευαισθησία.
Αν περιοριστούμε στο αμιγώς αθλητικό/διοικητικό κομμάτι που αφορά τη διαχείριση της ομάδας και δεχτούμε ότι η παθολογική αγάπη του για τον Παναθηναϊκό καθοδηγεί τις παρορμητικές ενέργειές του, τότε ένα πράγμα μένει παρακολουθώντας την πορεία του:
Ένας άνθρωπος που κάθε φορά σπεύδει να «σώσει» αυτό που αγαπά από το χείλος του γκρεμού, στο οποίο όμως το σπρώχνει με συνέπεια ο ίδιος με τη γενικότερη διοικητική στάση και πρακτική του.
Μια διοικητική πρακτική που συνοψίζεται σε αμέτρητες αλλαγές προπονητών, δικαιολογημένες και μη, σε διαβόητες ελληνοποιήσεις που ξεκλήρησαν ολόκληρα ρόστερ με χαρακτήρα και προοπτική, και κυρίως στην εμμονική αντίληψή του να «διαλύσει» τον αιώνιο αντίπαλο με θεμιτά αλλά και αθέμιτα μέσα στο πλαίσιο της προσωπικής του κόντρας με τους Αγγελόπουλους.
Αν δεν κοιτάζεις εκεί που θέλεις να πας, θα πας εκεί που κοιτάς
Ο Παναθηναϊκός του Παύλου και του Θανάση κοίταζε τα Φ4 και τις κούπες.


Ο Παναθηναϊκός του Δημήτρη κοίταζε πως θα εξευτελίσει τον Ολυμπιακό και πως θα τον σπρώξει στην Α2.
Κάπως έτσι μετά από 8 δικά του χρόνια στο τιμόνι φτάσαμε να δούμε και πάλι τον ΠΑΟ να αλλάζει τρεις προπονητές μέσα στη σεζόν και να μην έχει κανένα σοβαρό πλάνο και κανένα σοβαρό σημείο αγωνιστικής αναφοράς.
Μετά το πρόωρο τέλος της αγωνιστικής σεζόν, με μεγάλο μέρος του ρόστερ να βρίσκεται υπ’ ατμόν και χωρίς να έχει οριστικοποιηθεί ο επόμενος προπονητής, η ομάδα βρίσκεται μετέωρη εν μέσω μιας παγκόσμιας κρίσης. Μιας κρίσης που αναπόφευκτα θα μειώσει τα μπάτζετ όλων των συλλόγων και φυσικά και του Παναθηναϊκού.
Το πρόβλημα όμως του Παναθηναϊκού του Δημήτρη δεν ήταν ποτέ το μειωμένο μπάτζετ. Αυτό ήταν η εύκολη και φτηνή δικαιολογία της διοίκησης και των παρατρεχάμενών της για τα επαναλαμβανόμενα τραγικά λάθη στον σχεδιασμό.
Το πρόβλημα ήταν και παραμένει η έλλειψη ειλικρίνειας και η συστηματική προσπάθεια επικοινωνιακής χειραγώγησης του κόσμου της ομάδας στο όνομα ενός αχαλίνωτου προεδρικού τοτεμισμού
Πέρσι τον Ιούνη αμέσως μετά την περίφημη συνέντευξη τύπου για το PAO Alive, είχα σχολιάσει στο τουίτερ ότι “το σανό έπιπτε straight through”. Πολλοί έσπευσαν τότε να με βάλουν στη θέση μου, καταλογίζοντάς μου ότι αδικώ τον πρόεδρο για την αξιέπαινη προσπάθειά του να χρηματοδοτηθεί ένας ενιαίος και υγιής Παναθηναϊκός.
Έναν χρόνο μετά ακόμα και οι ελάχιστα νοήμονες έχουν κατανοήσει πλέον πόσο κακοστημένο και ερασιτεχνικό ήταν το όλο εγχείρημα, το οποίο έχει φυσικά αποτύχει παταγωδώς.
Και πως να μην αποτύχει;
Ήταν ποτέ δυνατόν να πετύχει ένα εγχείρημα crowdfunding τέτοιου οικονομικού μεγέθους όταν η βάση του δεν ήταν ένα οργανωμένο τεχνοκρατικό σχέδιο με απτούς στόχους και αποτελέσματα, αλλά ο συναισθηματικός εκβιασμός του κόσμου της ομάδας;
Σε εκείνη την αλήστου μνήμης συνέντευξη τύπου ζητήθηκε ουσιαστικά από τον απλό κόσμο να συμπαρασύρει και τα μεγάλα πράσινα πορτοφόλια για να βάλουν όλοι μαζί χρήματα σε ένα πλάνο σωτηρίας του ενιαίου Παναθηναϊκού χωρίς καν να έχει υπογραφεί η συμφωνία για το γηπεδικό.
Χωρίς δηλαδή να υπάρχει η βασική προϋπόθεση που μπορούσε να εγγυηθεί την επιχειρηματική βιωσιμότητα του όλου εγχειρήματος ώστε να προσελκύσει επιχειρηματίες χωρίς να φοβούνται ότι τα λεφτά τους μπορεί να πάνε χαμένα.
Κάπως έτσι, ένα χρόνο μετά την νομοτελειακή, παταγώδη αποτυχία του επικοινωνιακού πυροτεχνήματος που ονομάστηκε PAO Alive, φτάσαμε τώρα να βιώνουμε ένα ντεζαβού. Εδώ και ένα μήνα περίπου παίζεται το γνωστό έργο των διαρροών με ήξεις αφήξεις για το αν θα μείνει ή θα φύγει ο πρόεδρος.
Η μονότονη επανάληψη των γνωστών επικοινωνιακών εκβιασμών θα ήταν απλώς γραφική, αν δεν λάμβανε χώρα την ώρα που το άθλημα βιώνει τη μεγαλύτερη οικονομική κρίση του παγκοσμίως.
Στην παρούσα συγκυρία ο Παναθηναϊκός, όπως όλες οι ομάδες με χαμηλό μπάτζετ, έχει απόλυτη ανάγκη από ηρεμία, σωστή και έγκαιρη οργάνωση, και ένα στιβαρό πλάνο για να μπορέσει να ανταπεξέλθει στις δυσκολίες με όσο το δυνατόν λιγότερες συνέπειες στο αγωνιστικό κομμάτι.
Ωστόσο ο άνθρωπος που όλα αυτά τα χρόνια διατείνεται ότι θυσιάζεται σε προσωπικό και οικονομικό επίπεδο για το καλό της ομάδας δεν κάνει τίποτα για να την οργανώσει και να την θωρακίσει όσο καλύτερα γίνεται για την επόμενη δύσκολη μέρα. Αντ’ αυτού έχει επιλέξει την αποστασιοποίηση και τα επικοινωνιακά παιχνίδια, δηλαδή μια εντελώς ανεύθυνη διοικητική στάση που σπρώχνει το τμήμα μπάσκετ στο χείλος του γκρεμού.
Και αυτή τη φορά ο γκρεμός μοιάζει να είναι πιο κοντά από ποτέ.
Μετά από 8 χρόνια γεμάτα παλινωδίες και κωλοτούμπες – από τις επιλογές προπονητών που ποτέ δεν στηρίχθηκαν, τις αυθαιρεσίες στα μεταγραφικά και την κούφια επικοινωνιακή “επανάσταση” ενάντια στην Ευρωλίγκα, μέχρι και το φιάσκο του PAO Alive – ο τραγικός ήρωας της ιστορίας μας και μαζί του ο μπασκετικός Παναθηναϊκός δείχνουν να φλερτάρουν σοβαρά με τη λύτρωση.
Όποιος δεν γνωρίζει τι σημαίνει λύτρωση στην αρχαία τραγωδία καλά θα κάνει να μάθει, ρίχνοντας μια ματιά στο τέλος της ιστορίας του Οιδίποδα ή του Michael Corleone.
Οι οπαδοί αυτής της ομάδας, ειδικά η σημαντική μερίδα που νιώθει να τη χωρίζει ιδεολογική και αισθητική άβυσσος με τον τρόπο σκέψης και πρακτικής του προέδρου σε όλα τα επίπεδα, δεν του ζήτησαν ποτέ να δώσει περισσότερα λεφτά από όσα μπορεί.
Δεν ζήτησαν ποτέ τίποτα παραπάνω από το να δείξει τον απαραίτητο σεβασμό στη βαριά κληρονομιά της ίδιας του της οικογένειας.
Αυτή η κληρονομιά επιβάλλει την ειλικρίνεια και τη σοβαρότητα σε κάθε ενέργεια που αφορά στην πιο επιτυχημένη ομάδα του ελληνικού αθλητισμού, τον μπασκετικό Παναθηναϊκό. Επιβάλλει επίσης ο Παναθηναϊκός να εμφανίζεται πάντοτε ανταγωνιστικός στο υψηλότερο επίπεδο.
Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος βρίσκεται πλέον μπροστά σε ένα ιστορικό σταυροδρόμι. Οι αποφάσεις που πρέπει να πάρει άμεσα και οι επόμενες ενέργειές του θα κρίνουν αν θα είναι αυτός που θα γκρεμίσει ότι έχτισαν οι προκάτοχοί του.
Αν θα κατορθώσει – διότι περί κατορθώματος θα πρόκειται – να προσθέσει μία μαύρη κηλίδα στη λαμπρή ιστορία της οικογένειάς του στον σύλλογο.
Ο κόσμος της ομάδας δεν απαιτεί ούτε μεγάλα λόγια, ούτε μεγάλα μπάτζετ. Απαιτεί πλάνο και οργάνωση ώστε ο Παναθηναϊκός να σταθεί όρθιος και με αξιοπρέπεια μέσα στη θύελλα που προξένησε ο κορωναϊός, όπως αρμόζει στην ιστορία του, χτίζοντας υγιείς βάσεις για την επόμενη μέρα.
Κανείς δεν θα διαμαρτυρηθεί σε μία μείωση του μπάτζετ ανάλογη των περιορισμένων εσόδων. Ωστόσο η αναπόφευκτη μείωση έχει όρια αξιοπρέπειας και αυτά τα έχει θέσει ο ίδιος ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος. Για παράδειγμα δεν γίνεται να διαθέσει μικρότερο μπάτζετ από αυτό που θα διαθέσουν οι αιώνιοι αντίπαλοί του, αφοι Αγγελόπουλοι.
Για να είμαι ξεκάθαρος, θα εκτεθεί ανεπανόρθωτα αν δεν διαθέσει τουλάχιστον τα ίδια χρήματα με εκείνους για τους οποίους εδώ και έναν χρόνο υπερηφανεύεται δημοσίως ότι τους διέλυσε. Είναι ακόμα νωπές οι δηλώσεις του περί λευκής πετσέτας των απέναντι και καλά θα κάνει να τις έχει υπόψιν του όταν θα αποφασίζει το μειωμένο μπάτζετ της νεάς σεζόν. Διαφορετικά θα διακινδυνεύσει να γίνει αντικείμενο χλευασμού από φίλους και αντιπάλους.
Karma is a bitch, ειδικά για όσους κοκορεύονται δημοσίως…
Από την άλλη, αν ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος νιώθει ότι δεν είναι ικανός να ανταποκριθεί σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία, έχει το δικαίωμα να αποχωρήσει. Ο Παναθηναϊκός υπήρχε πριν από αυτόν και θα συνεχίσει να υπάρχει και μετά από αυτόν. Ωστόσο οφείλει να γνωρίζει ότι το τάιμινγκ της αποχώρησης και ο τρόπος που θα προετοιμάσει τη διάδοχη κατάσταση, θα είναι αυτά που θα κρίνουν τη δική του θέση στην ιστορία του συλλόγου.
Η άρον άρον εγκατάλειψη του πλοίου από τον καπετάνιο την ώρα της μεγάλης τρικυμίας ισοδυναμεί με εσχάτη προδοσία
Οι μέρες που μπορούσε να αντλήσει συμβολικό κεφάλαιο από τα κατορθώματα του πατέρα και του θείου του έχουν περάσει ανεπιστρεπτί. Τόσο οι οπαδοί του Παναθηναϊκού όσο και η ιστορία θα τον κρίνουν αμείλικτα για αυτό που θα αφήσει πίσω του φεύγοντας.