Όχι άλλα power rankings!

Υπάρχει η αίσθηση πως χρόνο με το χρόνο το ταλέντο και η συνολική ποιότητα της Ευρωλίγκας αυξάνονται. Ωστόσο, αυτό που αυξάνεται δεν είναι τόσο η ποιότητα όσο ο ανταγωνισμός και ο ρυθμός που παίζεται το παιχνίδι, με το αποτύπωμα του ΝΒΑ να φαίνεται ολοένα και εντονότερο.

Ο βασικός λόγος που συμβαίνει κάτι τέτοιο δεν είναι άλλος από την αύξηση της αθλητικότητας σε συνδυασμό με το πιο αμερικάνικου τύπου επιθετικό ταλέντο, αφενός εξαιτίας της μεγάλης εισροής παιχτών από τις ΗΠΑ που πλέον παίζουν πολύ πιο κεντρικό ρόλο από αυτόν που έπαιζαν στο Ευρωπαϊκό μπάσκετ των 00’s και αφετέρου λόγω της προσέγγισης που έχουν στο παιχνίδι τους οι (καλοί) παίχτες που θέλουν να κάνουν το άλμα απέναντι.

Αν εξετάσουμε το πρόσφατο Ευρωμπάσκετ 2022 θα δούμε πως στην πλειοψηφία των παιχνιδιών τα σκορ εκτινάχθηκαν, απόρροια ενός πολύ αυξημένου pace συνολικά συν του ταλέντου που αναφέρθηκε πριν. Μέχρι πρότινος, τα Ευρωμπάσκετ ήταν ένα μέρος όπου ‘’κρατούσε’’ ακόμα το στυλ ενός μπάσκετ που συνηθίζουμε να το ονομάζουμε ‘’Ευρωπαϊκό’’. Το μπάσκετ του πιο αργού pace, των πιο δεινοσαυρικών ψηλών, πολύ post παιχνίδι κλπ.

Είναι όμως η τριβή των παιχτών με τις δύο κυρίαρχες διοργανώσεις (NBA, Euroleague) που οδηγεί το παιχνίδι προς συγκεκριμένες και γνωστές κατευθύνσεις, ασχέτως αν πρωταθλητές στέφθηκαν στο Ευρωμπάσκετ ένα σύνολο από παίχτες της ACB και 2 παγκίτες NBAers με τον Ρούντι, αυτό είναι υλικό για άλλης τάξεως κουβέντα.

Τα καλοκαιρινά τουρνουά όμως είναι αυτά που είναι, προσφέρονται για διάφορες φιλοσοφικές συζητήσεις και η αλήθεια είναι οτι πάντα μας ιντριγκάρουν. Κακά τα ψέματα όμως, το real deal είναι αυτό που έρχεται, η Ευρωλίγκα και το ΝΒΑ δηλαδή. Εν προκειμένω σήμερα θα ασχοληθούμε με την Ευρωλίγκα που ξεκινά στις 06/10.


Τί έχουμε φέτος λοιπόν;


Έχουμε 18 ομάδες, εκ των οποίων καμία ρωσική χωρίς αυτό όμως να φαίνεται πως προκαλεί μείωση του ανταγωνισμού, παρά την έλλειψη της μονίμως παρούσας τα τελευταία 600 χρόνια στα F4, ΤΣΣΚΑ. Αυτό συμβαίνει επειδή πολύ απλά οι παίχτες τους διοχετεύτηκαν σε καλές ομάδες, ισχυροποιώντας τες. Ο Πάνγκος πήγε στην Αρμάνι, οι Σενγκέλια, Ίφφε και Χάκετ στη Βίρτους (στους 3 ο ένας δώρο λογικά), ο Κλάιμπερν στην Εφές κοκ.

Ο βασικός σκοπός του παρόντος κειμένου είναι να εστιάσει σε συγκεκριμένα σημεία που θεωρώ πιο ιδιαίτερα βλέποντας τη σεζόν πριν αυτή αρχίσει, σε συνδυασμό με τις αλλαγές που επήλθαν σε κάποιους βασικούς μονομάχους. Να είμαι ειλικρινής δε μου λέει πολλά η φάση των λεγόμενων power rankings που σκάνε αυτό τον καιρό δεξιά και αριστερά, οπότε μην περιμένετε και εδώ κάτι αντίστοιχο. Πάμε να εστιάσουμε σε κάποια άλλα πράγματα όμως.


Anadolu Efes


Έχει γίνει μεγάλη κουβέντα για το πόσο ‘’άδικη’’ είναι μια πιθανή πεντάδα που θα έχει μέσα τους Μίσιτς – Λάρκιν – Κλάιμπερν, φέρνοντας στο μυαλό συνειρμικά ότι πιο κοντινό σε ένα ‘’δικό μας’’ Κάρι – Κλέι – Ντουράντ. Πόσο έτσι είναι όμως;

Καταρχάς να πούμε πως ένας πολύ βασικός τομέας που πρέπει να εξετάσουμε είναι το κατά πόσο μπορεί να ακολουθηθεί και φέτος το ίδιο μοντέλο που κατέστησε τις όποιες ομάδες νικηφόρες ή μη και το κατά πόσο οι αλλαγές/προσθέσεις παιχτών βοηθάνε σε αυτό ή βελτιώνουν κάποια κακώς κείμενα.

Το μπάσκετ της Εφές βασίστηκε αυτά τα χρόνια σε απολύτως συγκεκριμένα πράγματα. Σουτ και δημιουργία από τους χειριστές, 3&D υποστηρικτικό σύνολο, rim protection, σχετικά υψηλό pace και υποδειγματικό spacing. Αυτά, συν προφανώς αρκετές clutch στιγμές επιθετικά απο τους Μίσιτς –Λάρκιν (με τις αγωνιστικές εκρήξεις του αμερικανού να είναι πολύ κομβικές για αυτό που είδαμε συνολικά από την Εφές) όπως και αμυντικά από τους Σίνγκλετον – Ντάνστον.

Από την άλλη πρέπει να δούμε τί φέρνει ο Κλάιμπερν συνολικά ως παίχτης. Ο αμερικανός forward είναι ότι πιο κοντινό έχουμε εδώ στο μοντέλο παιχτών που είναι dominant εδώ και χρόνια στο ΝΒΑ. Παίχτες με μέγεθος και αμυντική επάρκεια που μπροστά μπορούν να κάνουν τα πάντα σε ελίτ επίπεδο, κοινώς LeBron, KD, Kawhi κλπ.

Παρόλα αυτά όμως, ο Κλάιμπερν είναι μάλλον ο καλύτερος στην Ευρώπη στη θέση που αγωνίζεται αλλά δεν είναι flawless σαν τους τρεις προαναφερθέντες στο ΝΒΑ. Το βασικό θέμα με τον Κλάιμπερν είναι πως είναι απο τους πιο iso παίχτες στα ευρωπαϊκά παρκέ και πως παρά το οτι έχει φτιάξει πραγματικά το σουτ του (θυμηθείτε οτι στη σειρά πλειοφ Ρεάλ – Νταρουσάφακα πριν απο μερικά χρόνια, ο Λάσο τον έπαιζε δύο μέτρα πίσω και ο Κλάιμπερν την έστελνε αράουτ) είναι παίχτης που πρωτίστως παίζει με τη μπάλα στα χέρια, είτε πηγαίνοντας κατά μέτωπο είτε ξεκινώντας να ποστάρει από το τρίποντο. Δεν είναι ακόμη όμως ένα κλασικό παράδειγμα consistent σουτέρ τριών πόντων.

Στη θητεία του στην ΤΣΣΚΑ βέβαια αυτό σπάνια αποτέλεσε πρόβλημα στον τρόπο ροής του παιχνιδιού της, απλώς η τότε ΤΣΣΚΑ και η τωρινή Εφές παίζουν διαφορετικά. Ο Ιτούδης άνοιγε το γήπεδο για να επιτεθούν οι πιο χαρισματικοί του παίχτες, ενω η Εφές τρέχει όλη η ομάδα γύρω από τους βασικούς χειριστές οι οποίοι αποφασίζουν ανά πάσα στιγμή για το αν θα εκτελέσουν ή θα δημιουργήσουν. Ο Κλάιμπερν εστιάζει κατά πολύ στην εκτέλεση και όταν συνυπήρξε με τον Μάικ Τζέημς ήταν καλοί μαζί γιατί πολύ απλά ο Ιτούδης έκανε αυτό το πράγμα που λέμε και για τους δυο, συν την εξαιρετική δημιουργία που φέρνει ο Μάικ.

Σκεπτόμενος όλα αυτά, το αρχικό συμπέρασμα στο οποίο καταλήγω είναι οτι ο Κλάιμπερν δεν είναι το ιδανικό φιτ για τους Τούρκους αλλά είναι ΤΟΣΟ καλός που εν τέλει αυτό ίσως να μην αποτελέσει πρόβλημα για όταν θα κρίνονται οι τίτλοι.

Ο Αταμάν συνηθίζει να χρησιμοποιεί τη regular season σαν μια μορφή προετοιμασίας για την ομάδα του, δοκιμάζει πράγματα και γενικά δεν τους έχει στα κόκκινα όλη τη σεζόν. Αυτό το πράγμα θα βοηθήσει πολύ στην ενσωμάτωση του Κλάιμπερν, η οποία ενσωμάτωση όμως θα γίνει είτε προς τη μία, είτε την άλλη κατεύθυνση. Ήτοι, είτε θα τρέξει η ομάδα γύρω από τον Κλάιμπερν ανοίγοντάς του χώρους όπως συνέβαινε στην ΤΣΣΚΑ (υπάρχει το skillset στην υπόλοιπη Εφές για να παραχθεί το απαιτούμενο spacing), είτε θα γίνει ο ίδιος μέρος ενός συνόλου που εκτελεί καλά. Γιατί αν για κάτι είναι φτιαγμένη αυτή η Εφές είναι για να εκτελεί καλά, όλη η ύπαρξή της και το dominance των τελευταίων χρόνων εκεί βασίζεται – και γι’ αυτό πχ έμεινε στο παιχνίδι στον ημιτελικό του Φ4 με τον Ολυμπιακό στην αρχή να έχει κλείσει τους διαδρόμους προς τα μέσα.

Αυτά πάνω κάτω για τη φάση της Εφές. Η παρουσία του Ζίζιτς θα δώσει ένα μέσα-έξω παιχνίδι και έντονη παρουσία στη ρακέτα, απλώς δεν είμαι καθόλου σίγουρος για το φιτ του με τον Κλάιμπερν. Ϊσως όμως αποφάσισε και ο ίδιος ο Αταμάν οτι θέλει να παίξει κάτι διαφορετικό απο αυτό που είδαμε μέχρι τώρα. Ομάδα που κερδίζει δεν αλλάζει να μου πείτε, αλλά και όταν κερδίζει συνέχεια ίσως και να βαριέσαι λιγάκι και να προσπαθείς να το καταφέρεις αλλιώς. Ίδωμεν.


Ρεάλ και Μπαρτσελόνα


Ο λόγος που βάζω μαζί τους μεγάλους της Ισπανίας είναι επειδή αποτελούν συνήθως συγκοινωνούντα δοχεία. Μετά τη rebuilding προπέρσινη χρονιά, ο Λάσο επέλεξε να στελεχώσει την ομάδα του με τέτοιο τρόπο ουτως ώστε να μπορέσει να ματσάρει το μέγεθος της Μπαρτσελόνα στο 3-4-5 όπως επίσης και την εμμονική προσήλωση του Γιασικεβίτσιους σε αυτό.

Το αποτέλεσμα ήταν η δημιουργία της πιο πλήρους γραμμής φόργουορντ και ψηλών στην Ευρώπη, κάτι που στο τέλος του έδωσε και τον τίτλο στην ACB και τον οδήγησε στον τελικό της Ευρωλίγκας, όπου αν θυμάστε καλά έπαιξε σχεδόν χωρίς γκαρντ. Αυτό το πράγμα συνεχίστηκε και φέτος, με τη Ρεάλ να έχει την πιο πλήρη γραμμή φόργουορντ στην Ευρωλίγκα μετά και την απόκτηση του εξαιρετικού πέρυσι Μάριο Χεζόνια, όπως επίσης και του περσινού MVP της ACB Ντζανάν Μούσα.

Τα πράγματα για τη Ρεάλ είναι απλά. Έχει ένα από τα πιο βαθιά ρόστερ στη διοργάνωση, κάτι που θα της επιτρέψει να ανταποκριθεί στις αυξημένες, λόγω ACB, υποχρεώσεις της. Της λείπει ωστόσο το καλό γκαρντ, κάτι το οποίο στη φετινή Ευρωλίγκα είναι πιθανό να της στοιχίσει. Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές δεν υπάρχει ανακοίνωση για την απόκτηση του Καμπάτσο, κάτι που αν ισχύσει αλλάζει τα πάντα και την καθιστά κατ’ εμέ πρώτο φαβορί για τα πάντα. Η Ρεαλ είναι υπερπλήρης, μπορεί να ανταπεξέλθει σε όποιο pace χρειάζεται ο κάθε αγώνας και αμυντικά μπορεί να σταθεί παντού, ειδικά κιόλας με τον Μούσα να παίζει στο 1. Δε με φοβίζει η υπεραριθμία στα φόργουορντ και το πώς θα βρουν χημεία, η σεζόν είναι τεράστια για τις ισπανικές, η Ρεάλ ενήργησε όπως ακριβώς όφειλε να κάνει.


Όσον αφορά την Μπαρτσελόνα τώρα είχα κάνει αυτό το thread στο Twitter λίγο πριν την έναρξη των αγώνων για το ισπανικό Σούπερ Καπ.

Μέσες άκρες τώρα να πω πως επιμένω οτι η απουσία του Μίροτιτς θα λειτουργήσει ευεργετικά στην όλη ιστορία, γιατί πολύ απλά θα ‘’δέσει τα χέρια’’ (εντός πολλών εισαγωγικών αυτό) του Σάρας για μια -απαιτούμενη- αλλαγή επιθετικού προσανατολισμού.

Επειδή πολλά έχουν δει τα μάτια μου από σχόλια κόσμου που ηδονίζεται με το υπερσυντηρητικό στυλ μπάσκετ που πρεσβεύει ο Λιθουανός μιας και θυμίζει σε αυτόν τον κόσμο το μπάσκετ που έμαθε να θεωρεί ‘’σωστό’’ λόγω της επιρροής του γιουγκοσλάβικου τρόπου σκέψης συν τον βαθύ συντηρητισμό που καταφανώς τους διέπει, να πούμε πως αυτό που έκανε ο Γιασικεβίτσιους αυτά τα δύο χρόνια επιθετικά στη Μπαρτσελόνα ήταν ένας συνδυασμός ξεπατικώματος των επιθετικών δράσεων του Τσάβι για τους πλάγιους και γενικά τις εκτελέσεις από μακριά, συν την προσπάθεια επιστροφής στην εποχή του Λίθου με το μόνιμο ποστ από τους πάντες. Υπάρχουν αρκετοί fancy τρόποι να αναφέρεις συγκεκριμένες δράσεις, αλλά η φιλοσοφία είναι συγκεκριμένη και αποκρουστική.

Ο λόγος που έχω ακόμα μια σχετική πίστη στον Σάρας είναι η λατρεία που του είχα ως παίχτη, αν και αντιλαμβάνομαι πως το να δούμε μια αλλαγή πλέυσης φαντάζει εξαιρετικά δύσκολο. Το θέμα είναι πως η Μπαρτσελόνα με την απόκτηση Σατοράνσκι παίρνει ανώτερου επιπέδου άσο απο τον υψηλού επιπέδου προκάτοχο της θέσης (αλλά κάκιστο φιτ για το μπάσκετ του Σάρας) Νικ Καλάθη και οτι μπορεί να οδηγηθεί η φάση σε ένα ντόμινο που θα αφήσει αυτούς τους παίχτες να κάνουν full display των δυνατοτήτων τους. Η Μπαρτσελόνα ξεκινά ως εκ των πολύ μεγάλων φαβορί για την κατάκτηση της Κούπας.

Μια μικρή σημείωση όμως εδώ. Ο Τσέχος είναι μεν (υπερ)ελίτ επιπέδου για εδώ, αλλά αν συνεχίσει ο Σάρας να παίζει έτσι θα οδηγηθεί σε περισσότερες εκτελέσεις από οσο χρειάζεται βάσει του skill του σε αυτό – είναι inconsistent. Επίσης ο Σάτο δεν είναι όσο ‘’πειθήνιος’’ είναι ο Καλάθης, ας μην ξεχνάμε οτι έχει σταριλίκι μέσα του και στο μυαλό του εκτιμώ πως αντιλαμβάνεται τη διαφορά επιπέδου του ΝΒΑ με εδώ, όπως και το πόσο καλύτερος είναι έναντι της εδώ πλειονότητας. Οπότε θα υπάρξουν στιγμές που θα πάρει σουτ που δεν έχει αλλά θα το κάνει εξαιτίας του στάτους του.

Από την άλλη ο Βέσελι πρέπει να μπει στα παπούτσια του Ντέιβις, κυρίως πνευματικά. Ήταν πάρα πολλές οι φορές που ο αμερικανός λειτούργησε ως ο go-to guy στη Μπαρτσελόνα αυτών των ετών και είναι κάτι που δεν πρέπει να υποτιμάται. Ο Βέσελι ωστόσο έχει την ποιότητα, τεχνικά και πνευματικά, να ανταπεξέλθει των προσδοκιών, αρκεί φυσικά να μείνει υγιής.

Κλείνοντας για τη Μπαρτσελόνα, ένα πράγμα που εγώ θα έκανα θα ήταν να δώσω τη μπάλα στον Χίγκινς, ακόμα και τώρα έχει την ικανότητα να είναι αυτός που πρέπει να είναι για την ομάδα του, εκτός και αν ο Λαπροβίτολα εξελιχθεί σε Ντράζεν Πέτροβιτς. Ο Σάρας θα προσπαθήσει να ανεβάσει κι άλλο τον Γιοκουμπάιτις (ορθώς), καθιστώντας τον παράγοντα της ομάδας και δίνοντάς του το διαβατήριο για το ΝΒΑ (επίσης ορθώς, το παιδί για εκεί είναι). Δεν είμαι καθόλου σίγουρος όμως για τον Χίγκινς και το πόσο πολύ θα τρέξει ο ίδιος με τη μπάλα στα χέρια, απόρροια του συνδυασμού του conditioning του και των κολλημάτων του Σάρας. Πάμε παρακάτω.


Μονακό


Οι Μονεγάσκοι έφτασαν πέρυσι μεν ένα παιχνίδι από την είσοδό τους στο Φ4 αλλά η πορεία τους υπήρξε σχετικά ιδιαίτερη. Όλοι θυμόμαστε πως ξεκίνησαν με διαφορετικό προπονητή σε σχέση με αυτόν που τελείωσαν, δύο προπονητές όμως όχι πολύ διαφορετικής ποιότητας μεταξύ τους. Οι Μίτροβιτς και Σάσα Ομπράντοβιτς είναι πάνω-κάτω της ίδιας ποιοτικής στάθμης, απλώς ο Σάσα αντιλήφθηκε κάποια βασικά πράγματα εξ αρχής.

Η απόκτηση του Μπέικον λίγο μετά το ξεκίνημα της σεζόν αποδείχθηκε κομβική καθώς βρέθηκε ένας παίχτης να αποφορτίζει το Μάικ Τζέημς, ούτως ώστε να μη χρειάζεται ο τελευταίος να κάνει τον ήρωα κάθε βράδυ, ήταν αρκετές οι φορές που ο Μπέικον φόρεσε τη μπέρτα. Επίσης, αυτό οδήγησε και στη δημιουργία της ομάδας με τις περισσότερες ατομικές ενέργειες ανά ματς στην Ευρωλίγκα, μιας και το βασικό πλάνο ήταν να κυνηγούν τις αλλαγές, να βρίσκουν το μισματς και να το χτυπούν συνεχώς.

Κακά τα ψέματα όμως, η ομάδα κινήθηκε γύρω από τον Μάικ Τζέημς, για τον οποίο έχουμε ξαναπεί πως είναι ο παίχτης με το μεγαλύτερο gravity στη διοργάνωση και αυτό είναι κάτι που πηγαίνει πέρα από τους αριθμούς. Αν ο Μάικ αποφασίσει να σηκωθεί από τα δέκα μέτρα για τρίποντο θα τραβήξει παίχτη ακόμα και εκεί, είναι πολύ βασικό το θέμα της ”βαρύτητας” που συζητάμε για το ντόμινο αντιδράσεων που επιφέρει στο παιχνίδι.

Ωστόσο, ο ίδιος ο αμερικανός σούπερσταρ ήταν άθλιος μέχρι το σημείο αποπομπής του Μίτροβιτς. Νωθρός και άστοχος, φαινόταν πως είχε πάει στο Πριγκηπάτο για βόλτα και χαλάρωμα, ίδια ακριβώς φάση με τους Μπουρούση – Φώτση όταν είχαν πάει για δύο χρόνια σε εκείνη την Αρμάνι Μιλάνο. Ο ερχομός Ομπράντοβιτς όμως άλλαξε το όλο κλίμα στην ομάδα καθώς αποφάσισε να δώσει τα κλειδιά στον Μάικ και να τρέξουν τα πράγματα όπως έτρεξαν, με αποτέλεσμα στο τέλος της σεζόν η ένωση των παιχτών της Ευρωλίγκας να τον ανακηρύξει MVP, κάτι που δε συνέβη βέβαια με την επίσημη διοργάνωση.

Πέραν του Μάικ και του Μπέικον όμως, οι άλλοι δυο βασικοί παράγοντες της περσινής πορείας της Μονακό ήταν οι Ντιαλό και Χολ. Ο πρώτος ανέβασε κατακόρυφα την απόδοσή του προϊούσης της σεζόν, βελτιώνοντας κατά πολύ την εκτέλεσή του από μακριά και δίνοντας παράλληλα το απαραίτητο hustle μπρος-πίσω και ο Χολ ήταν ίσως ο καλύτερος mobile ψηλός της Λίγκας, λειτουργώντας τέλεια στο ρόλο του ”τερματοφύλακα”.

Ο Ντιαλό έλειψε πολύ από τα πλέιοφ με τον Ολυμπιακό και φάνηκε σε πολλές εκφάνσεις της σειράς. Επίσης, η παρουσία του Μοτεγιούνας αποτέλεσε πληγή σε αυτή τη σειρά αγώνων και για να είμαι ειλικρινής δε μπορώ να αντιληφθώ το λόγο της ανανέωσης του συμβολαίου του. Παρόλα αυτά δεν ανανεώθηκε μόνο ο Λιθουανός, η Μονακό κινήθηκε αρκετά ικανοποιητικά στην off season.

Καταρχάς είχαμε αύξηση του αγωνιστικού μπάτζετ στο ύψος των 10m. Αυτό επέτρεψε να δοθεί το μεγάλο συμβόλαιο στον Τζέημς και να αποκτηθεί ένα σύνολο που θα προσπαθήσει να είναι επαρκές σε κάθε σημείο του παιχνιδιού, με εμφανή σκοπό να παρουσιάσει ένα two-way πρόσωπο.

Η μεγαλύτερη μεταγραφή είναι κατ εμέ ο Τζον Μπράουν, είναι μάλλον ο καλύτερος αμυντικός παίχτης της διοργάνωσης, το motor του και η συνολική αμυντική του αντίληψη κινούνται σε ιστορικά υψηλά. Πέρυσι με την Ούνιξ ένιωθες πως οι Ρώσοι έπαιζαν με 6 έχοντας τον αμερικανό φόργουορντ στην πεντάδα. Η τριάδα Ντιαλό – Μπράουν – Χολ είναι ικανή να ”τρώει παιδιά” κάθε βράδυ και αυτό έχει προφανώς τη (μεγάλη) σημασία του.

Επίσης, η απόκτηση Λόιντ κρίνεται ως πολύ θετική για τον εξής λόγο. Ο αμερικανός γκαρντ έρχεται από τη “σχολή Τσάβι”, μέσα στην οποία έμαθε να διαβάζει και να αντιλαμβάνεται καλύτερα το παιχνίδι, ο Μάικ Τζέημς είναι από τους πιο ενδεικτικούς “αποφοίτους” της συγκεκριμένης σχολής. Το γεγονός οτι εκτελεί καλά βοηθά πολύ στην όλη ιστορία, επειδή πολύ απλά το σουτ πάντα βοηθά στην πιο εύρυθμη επιθετική ανάπτυξη – είναι απλό δεν είναι πυρηνική φυσική – πόσω μάλλον με την ύπαρξη ενός τόσο ελίτ κάθετου παίχτη στον άσο.

Σημαντικό ρόλο θα παίξει εδώ η διατήρηση της σταθερότητας στην εκτέλεση εκ μέρους του Ντιαλό μιας και ο Μπράουν είναι κακός σε αυτό. Ωστόσο, η απόκτηση του Μπλόσομγκεϊμ ίσως μας αναδείξει έναν καινούριο 3&D παίχτη ικανό να σταθεί στη διοργάνωση – το ίδιο συμβαίνει και με την περίπτωση Ουατάρα που είναι ακριβώς τέτοιος. Το 3&D στοιχείο είναι απαραίτητο στον τρόπο που παίζεται το άθλημα, οφείλεις να έχεις τέτοιους παίχτες στη σύνθεσή σου, το ζητούμενο εδώ είναι να μπορεί να μεταφερθεί το αγωνιστικό τους πακέτο στα επίπεδα της Ευρωλίγκας.

Αν υπάρχει θεωρητικά μια ανορθογραφία, αυτή είναι η παρουσία του Οκόμπο. Ο Γάλλος combo guard είναι ένας παίχτης που έχει μάθει να παίζει με τη μπάλα στα χέρια μονίμως και που στο Ευρωμπάσκετ δε φάνηκε να αισθάνεται και πολύ άνετα μακριά απο αυτήν. Στην πραγματικότητα, πρέπει να αποδεχθεί εναν back up ρόλο ερχόμενος από τον πάγκο (εκτιμώ στη θέση του Λόιντ μιας και αποκτήθηκε και ο Στραζέλ για το 1) και δεν είμαι καθόλου σίγουρος γι’ αυτό. Δε μου κάνει καλό φιτ πχ με τον Μάικ Τζέημς αλλά ούτε με τον Λόιντ καθώς υστερεί σε δημιουργία. Γενικά νομίζω πως αποκτήθηκε σε μια προσπάθεια κάλυψης του κενού που αφήνει επιθετικά ο Μπέικον αλλά δε βλέπω το πώς μπορεί να συμβεί αυτό.

Κατά τ’ άλλα, η Μονακό έχει όλα τα φόντα να παρουσιάσει ένα πολύ αξιόμαχο σύνολο και να μπορέσει να διεκδικήσει μέχρι τέλους την είσοδό της σε ένα Φ4. Προσωπικά, “μου κάνει” πολύ το project της και γι’ αυτό κιόλας γράφω στο παρόν κείμενο για αυτή, είναι στην πραγματικότητα ένα μοντέλο ομάδας που θα ήθελα πολύ να δω να φοράει τα πράσινα και να παίζει στο ΟΑΚΑ. Κακά τα ψέματα όμως, το ιντριγκαδόρικο της φάσης είναι το αν θα καταφέρει ο Μάικ Τζέημς να οδηγήσει ένα μπάτζετ κοντά στα 10m σε ένα Φ4, we all know why. Αυτά τα δύο χρόνια είναι η μεγάλη και τελευταία ευκαιρία του να το καταφέρει και θεωρώ πως το γνωρίζει καλά και ο ίδιος.


Ολυμπιακός


Η ομάδα του Πειραιά έρχεται από την καλύτερή της σεζόν τα τελευταία χρόνια, διαγράφοντας μια πορεία που κρίνεται ως απολύτως επιτυχημένη και που έφτασε ένα σουτ από τη συμμετοχή στον τελικό της Ευρωλίγκας, συν προφανώς την κατάκτηση του νταμπλ. Αν προσπαθήσουμε να πούμε το τί ήταν αυτό που οδήγησε τον Ολυμπιακό στην παραγωγή ενός two-way basketball, αυτό είναι το flow που παρουσίασε ο περσινός COTY Γιώργος Μπαρτζώκας, ο οποίος έχει τη σφραγίδα του σε όλο το εγχείρημα, με τα θετικά και τα όποια αρνητικά προέκυψαν στην πορεία.

Θα επιμείνω ωστόσο στον όρο ”flow”. O έλληνας κόουτς στελέχωσε την ομάδα με τέτοιο τρόπο ούτως ώστε τα αλληλοσυμπληρούμενα τεχνικά skills των παιχτών να παράγουν κίνηση, ball movement και πάνω απ’ όλα spacing. Παρά το οτι ο Ολυμπιακός σούταρε μέτρια από το τρίποντο σε σχέση με τον ανταγωνισμό, είχε τις μονάδες και τον τρόπο παιχνιδιού που δεν άφηνε την αντίπαλη άμυνα να εφησυχάσει. Απεναντίας, είχε έναν σχεδόν πλήρη τρόπο επιθετικής ανάπτυξης.

Οι δύο κύριοι εκφραστές του επιθετικού παιχνιδιού της ομάδας ήταν οι Βεζένκοφ και Ντόρσεϊ και αυτό λέει πολλά για το mentality που χτίστηκε το συγκεκριμένο σύνολο. Ο Βούλγαρος ήταν εξαιρετικός σε όλη τη διάρκεια της σεζόν και γι’ αυτό επιλέχθηκε στην All-Euroleague πεντάδα, αποτελώντας σταθερή απειλή απ’ έξω, παράγοντα στο ριμπάουντ και εκ των βασικών εκφραστών του όποιου ποστ παιχνιδιού είδαμε από πλευράς των ερυθρόλευκων.

Όσον αφορά τη σημασία του Ντόρσεϊ στο σύνολο, θυμηθείτε το πόσο “ασχήμαινε” η επίθεση του Ολυμπιακού με τον ίδιο να έχει off βραδιές, η σειρά πλέι-οφ με τη Μονακό είναι απολύτως ενδεικτική, όπως επίσης και αρκετές εκτός έδρας περσινές εμφανίσεις του ΟΣΦΠ, όπου ήταν συνολικά λιγότερο επαρκής σε σχέση με αυτές στο ΣΕΦ.

Εδώ παίζει ρόλο και η οπτική του Μπαρτζώκα, οτι δηλαδή “δε χρειαζόμαστε ηγέτη” όταν υπήρχε ένα σχετικό debate για το ρόλο του Σλούκα και τα σχεδόν awkward μπες-βγες ανά δεκάλεπτο. Εκτιμώ πως ο κόουτς είχε πολύ τραυματικές εμπειρίες με παίχτες που έχουν τον κλασικό ηγετικό ρόλο που έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε στο άθλημα από καταβολής του (Ναβάρο, Σβεντ και φυσικά Σπανούλης με τον οποίο είχε κάκιστες σχέσεις) και αυτό τον οδήγησε στη συγκεκριμένη οπτική. Αν κάπου φάνηκε έντονα αυτό το πράγμα ήταν στα τελευταία λεπτά του ημιτελικού με την Εφές, όπου δεν υπήρχε παίχτης του οποίου τα χέρια να μην τρέμουν – Σπανούλης would never.

Από εκεί και πέρα, το βασικό ζητούμενο της φάσης φέτος είναι το κατά πόσο θα συνεχιστεί η ύπαρξη του flow που είδαμε πέρυσι και πόσο βελτιωμένος θα είναι ο Ολυμπιακός σε σχέση με τον ανταγωνισμό, αν δηλαδή μπορεί να επαναλάβει μια πορεία που τον έφερε 2ο περυσι στη regular season και του έδωσε το εισιτήριο για το Φ4.

Θα δείξει, αλλά για να είμαι ειλικρινής δεν είμαι καθόλου σίγουρος οτι θα έχουμε επανάληψη των δυο αυτών καταστάσεων, παρά τη γενική αίσθηση που υπάρχει επειδή ο Ολυμπιακός κράτησε τον κορμό του και πήρε καλούς παίχτες οτι θα είναι εξίσου, ή και περισσότερο, αποτελεσματικός.

Το μεγάλο στοίχημα της όλης ιστορίας είναι η απόδοση του Κάνααν, για το λόγο που ανέφερα πριν αναφερόμενος στον Ντόρσεϊ, το πόσο κομβικός ήταν δηλαδή αυτός στα πλαίσιο μπάσκετ του Μπαρτζώκα και συνεπώς το ίδιο θα ζητηθεί και από τον αντικαταστάτη του.

Η βασική διαφορά μεταξύ τους είναι οτι ο ελληνοαμερικανός είναι πιο smooth παίχτης από τον Κάνααν, χωρίς να πιστεύω οτι είναι ανώτερης ποιότητας. Δεν είναι θέμα μόνο “ξερών” ποσοστών από το τρίποντο, είναι η συνολική συμπεριφορά εντός του παρκέ. Για να το θέσω απλά, ο Κάνααν είναι άλλης υφής παίχτης από τον Ντόρσεϊ, όπως τρόπον τινά είναι ο Μάικ Τζέημς από τον Σέιν Λάρκιν – χωρίς να είναι αντίστοιχο το όλο παράδειγμα στο 100% του.

Ο Κάνααν θα κληθεί να γίνει μέρος μιας επίθεσης όπως ακριβώς ήταν ο Ντόρσεϊ – και που για αυτό έγινε τόσο αναπόσπαστο κομμάτι της – παρά να γίνει ο ίδιος η επίθεση, κάτι στο οποίο όμως υπάρχει ένα plot twist.

Ο Ολυμπιακός θα ήθελε πολύ έναν παίχτη να “γίνει” η επίθεσή του, αλλά ο Κάνααν δεν είναι Σπανούλης και αν προσπαθήσει να το κάνει το αποτέλεσμα θα είναι αρκετά αμφίβολο.

Από την άλλη στους φοργουορντ, υπάρχει ξεκάθαρο επιθετικό upgrade με την απόκτηση Πίτερς, μιλάμε για πραγματικό φονιά απ’ εξω. Στην πραγματικότητα θα κληθεί να προσφέρει ότι και ο Βεζένκοφ στο θέμα της συνολικής ροής και θεωρώ πως θα ανταπεξέλθει πλήρως – εκτιμώ δε πως ο Μπαρτζώκας ίσως δοκιμάσει σχήματα και με τους δυο μέσα, αν και δύσκολα θα στέκεται αμυντικά κάτι τέτοιο.

Παρόλα αυτά δε μπορώ να συμμεριστώ την ευφορία για την απόκτηση Μπολομπόι. Παρά το γεγονός οτι φέρνει πράγματα που εκτιμούνται ως πολύτιμα, είναι η ίδια η φύση του παίχτη που με κάνει αναφέρω τα ανωτέρω. Ο Ρώσος είναι άχρωμος και δεν κάνει τίποτα σε επίπεδο που να γίνεται απαραίτητος ως δεύτερος ψηλός (σουτάρει καλά με τις μέρες του, ριμπάουντ επίσης το ίδιο και αμυντικά είναι οκ, αλλά επουδενί φόβητρο) – κάτι το οποίο θα μπορούσε να κάνει πχ. ο Ταρίκ Μπλακ για του οποίου την περίπτωση σηκώνω τα χέρια ψηλά. Είναι τεράστια πολυτέλεια για πέμπτος ψηλός, πόσω μάλλον στα οικονομικά πλαίσια του Ολυμπιακού. Αν πιάσει θα είναι ΙΔΑΝΙΚΟΣ για πίσω από τον Φαλ και θα έκανε τρομερό δίδυμο με τον Σλούκα. Απλώς όμως επειδή η θεωρία από την πράξη απέχει, θα πρέπει να περιμένουμε να τον δούμε.

Όσον αφορά τη θέμα του φετινού ανταγωνισμού θέλω να σημειώσω κάτι που εκτιμώ ως σημαντικό. Θεωρώ πως φέτος οι αντίπαλοι θα είναι πιο υποψιασμένοι ως προς την επίθεση του Ολυμπιακού και τους βασικούς πυλώνες της, από τη στιγμή κιόλας που το μοτίβο της φαίνεται πως θα παραμείνει το ίδιο. Προβλέπω μεγαλύτερη προσήλωση των αντιπάλων στη μεγαλύτερη φθορά του Βεζένκοφ, ο οποίος θα κληθεί φέτος να κεφαλαιοποιήσει την περσινή εξαιρετική χρονιά του. Αν συμβεί κάτι τέτοιο, ο Μπαρτζώκας θα κληθεί να βρει άλλους πρωταγωνιστές σε ένα πολύ διαφορετικό όμως πλαίσιο επίθεσης. Την προηγούμενη χρονιά το ρόλο αυτό τον έπαιξε σε (κομβικά) σημεία ο Μακίσικ – πχ. στο Game 5 με τη Μονακό γυρνάει το παιχνίδι μόνος του επιτιθέμενος με μανία κάθετα. Αλλά ο Μακίσικ έχει το εγγενές πρόβλημα του σουτ, κάτι το οποίο εκμεταλλεύτηκε πλήρως ο Αταμάν στον ημιτελικό αργότερα, αλλά και αρκετές ομάδες εντός της regular season.

Επίσης ο Γουόλκαπ πρέπει να συνεχίσει απο εκεί που σταμάτησε και δε βλεπω το λόγο γιατί να μην το κάνει. Του αξίζουν συγχαρητήρια για την πορεία του και προσωπικά μου έδειξε οτι είναι και πνευματικά δυνατός στα πλειοφ με τη Μονακό, ως άλλος Κάλινιτς στη σειρά με τον Παναθηναϊκό το 2017.

Σαν τελευταίο γενικό σχόλιο και εκτίμηση για την πορεία του φετινού Ολυμπιακού στην Ευρωλίγκα, θα πω πως δεν τον βλέπω για πλεονέκτημα, αλλά θα είναι σίγουρα (και εύκολα) εντός των 8 καλύτερων ομάδων της διοργάνωσης. Από εκεί και πέρα όλα γίνονται, απλώς θεωρώ πως το φετινό εγχείρημα θα είναι πιο δύσκολο από πέρυσι. Μένει να το δούμε λοιπόν.

ΥΓ: Σκέφτηκα να ασχοληθώ και με την Αρμάνι, αλλά για να είμαι ειλικρινής βαρέθηκα, γιατί πολύ απλά παρόλο που τη θεωρώ ως legit contender φέτος μιας και έχει ένα σχεδόν τρομακτικά ποιοτικό σύνολο συν τον Μεσίνα, δε μ’ αρέσει καθόλου η κατεύθυνση που δίνει ο τελευταίος στην ομάδα. Ναι, θα είναι λογικά στις ομάδες που θα πάρουν πλεονέκτημα αλλά δε με τρελαίνει να την παρακολουθήσω πολύ εντός της σεζόν. Ο άλλος γρίφος είναι η Φενέρ και το τί θα φτιάξει εκεί ο Ιτούδης με τα εξαιρετικά υλικά που μάζεψε, αλλά αυτό (μαζί με άλλα πολλά) είναι κάτι που θα συζητήσουμε συνολικά ως The Hateful 8 στο podcast που θα γίνει εντός των ημερών για την Ευρωλίγκα συνολικά.

Καλώς εχόντων των πραγμάτων, θα είμαστε παρόντες σε όλη τη διάρκεια της χρονιάς ασχολούμενοι ενδελεχώς με την Ευρωλίγκα και το ΝΒΑ και θα τα λέμε συχνά. Σε αυτό το σημείο να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ σε όλους σας για τη συμμετοχή και τη στήριξή σας, να είστε βέβαιοι πως το εκτιμούμε δεόντως.

Cheers to all λοιπόν και καλή σεζόν σε όλους με υγεία.

Discover more from The Hateful 8

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading